Γνωρίζουμε ότι ο Ιησούς (ιουδαϊστί: Γιεσούα) της Βίβλου, ιδιαίτερα των Συνοπτικών*, συμφωνεί εντελώς με την ιουδαϊκή παράδοση. Είναι περισσότερο Ιουδαίος παρά χριστιανός· όπως και τα μέλη της πρώτης κοινότητας εκείνης της εποχής ονομάζονταν και «Εβραίοι» -μόλις η νεότερη έρευνα τους αποκαλεί «Ιουδαιοχριστιανούς». Αλλά η ζωή τους δεν διέφερε σχεδόν καθόλου από εκείνη των υπόλοιπων Ιουδαίων. Και αυτοί απέδιδαν στα ιουδαϊκά ιερά κείμενα καίρια σημασία, παρέμειναν μάλιστα για περισσότερες γενιές μέλη της Συναγωγής. Και ο Ιησούς προπαγάνδιζε ένα ιεραποστολικό έργο μόνο ανάμεσα σε Ιουδαίους. Ήταν έντονα επηρεασμένος από την ιουδαϊκή αποκάλυψη. Και αυτή, ιδιαίτερα η παράδοση της Αποκάλυψης του Ενώχ, επέδρασε έντονα στο χριστιανισμό.
Την εποχή του Ιησού, οι προσδοκίες του τέλους του κόσμου, ήταν συχνό φαινόμενο (και συνεχίζουν να υφίσταται μέχρι και σήμερα). Δεν σήμαιναν ίσως πάντα το τέλος του κόσμου αλλά ίσως την έναρξη μίας νέας παγκόσμιας περιόδου. Ανάλογες ιδέες γνώριζαν και στο Ιράν, στη Βαβυλωνία, στην Ασσυρία, στην Αίγυπτο, και από την ειδωλολατρία τις πήραν οι Ιουδαίοι, αφού εισχώρησαν στην Παλαιά Διαθήκη ως ιδέα του Μεσσία.
Έτσι έγινε και ο Ιησούς ένας από τους πολλούς προφήτες της έσχατης εποχής, αφού ανακήρυξε τη γενεά του στην τελευταία, όπως οι ιουδαϊκές αποκαλύψεις, οι Εσσαίοι, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, αφού κήρυττε ότι ο παρών χρόνος είχε παρέλθει και μερικοί από τους μαθητές του «δεν θα γευτούν το θάνατο, έως ότου δουν να έρχεται δυναμικά η βασιλεία του Θεού»· ότι δεν θα τελείωνε η αποστολή τους στον Ισραήλ, «έως ότου έρθει ο Θεάνθρωπος»· ότι το δικαστήριο του Θεού θα γινόταν «σε αυτή τη γενεά ακόμη»· ότι δεν θα ερχόταν το τέλος, «έως ότου συνέβαιναν όλα αυτά».
«Marana tha» (έλα, Κύριε μας), αυτή ήταν η έκκληση στις προσευχές των πρώτων χριστιανών. Αλλά καθώς ο καιρός περνούσε και ο Κύριος δεν ερχόταν, καθώς οι αμφιβολίες πλήθαιναν, η παραίτηση από την ελπίδα, οι ειρωνείες, η γελοιότητα, ο διχασμός μετρίασαν σιγά-σιγά την απολυτότητα των δηλώσεων του Ιησού. Και τέλος, μετά από δεκαετίες, μετά από αιώνες, όταν αντί για τον Κύριο ήρθε η Εκκλησία, εκείνη μετέβαλε την κοντινή προσδοκία του Ιησού σε μακρινή, τη σκέψη στη βασιλεία του Θεού την έκανε σκέψη στην Εκκλησία, αντικατέστησε με αυτήν την αρχαιότατη χριστιανική πίστη -το βασίλειο των ουρανών: μια τέλεια διαστρέβλωση, βασικά μια γιγαντιαία πλαστογραφία που στον χριστιανισμό, από δογματική άποψη, είναι γενικά η μεγαλύτερη.