Ο αναγκαστικός νόμος 536/1945 (ΦΕΚ Α΄ 226/1945) απαγόρευσε την πληρωμή των κληρικών σε είδος από τους ενορίτες[10], προέβλεψε τη λειτουργία ειδικού λογαριασμού («Κεφάλαιον προς πληρωμήν μισθού εφημεριακού κλήρου»), ενώ θέσπισε 6.000 οργανικές θέσεις κληρικών στην ελληνική επικράτεια – που περιλαμβάνει όχι μόνον την Εκκλησία της Ελλάδος, αλλά και την Εκκλησία της Κρήτης, ενώ αργότερα ενσωματώθηκε η Δωδεκάνησος (Μητροπόλεις υπαγόμενες στο Οικ. Πατριαρχείο). Ο ίδιος νόμος θεσμοθέτησε 2 πόρους του ανωτέρω ειδικού λογαριασμού : α) ειδική εισφορά όλων των ενοριακών, συναδελφικών και διεπόμενων από ειδικούς νόμους Ναών ποσοστού 25% (και από το 1968 ποσοστού 35%) επί των ακαθαρίστων εσόδων τους[11], β) «ενοριακή εισφορά» των πιστών (άρθρα 3-10), δηλαδή ετήσια καταβολή στα κατά τόπους Δημόσια Ταμεία ποσού από 300 δρχ. έως 3.000 δρχ. για κάθε ορθόδοξη χριστιανική οικογένεια (καταργήθηκε το 1962).
Τέλος προέβλεψε συμβολή του κράτους, δηλαδή ενίσχυση, του παραπάνω ειδικού λογαριασμού. Ειδικότερα αναφέρει (άρθρο 12 παρ. 3) : «το εις το τέλος εκάστου οικονομικού έτους παραμένον άνοιγμα του ως άνω χρηματιστικού λογαριασμού καλύπτεται δι’ ισοπόσου χορηγίας του Δημοσίου». Aποδεικνύεται λοιπόν ανακριβής ο αφορισμός ότι το Δημόσιο ανέλαβε την πλήρη μισθοδοσία του κλήρου από το 1945[12]. Επίσης, είναι σαφές ότι ναι μεν το νομοθέτημα εισήγαγε διαρκή δέσμευση για την ενίσχυση της μισθοδοσίας και θέσπισε σταθερό αριθμό 6.000 οργανικών θέσεων κληρικών με βάση τα τότε δημογραφικά δεδομένα[13], εφαρμόσθηκε όμως, από της ενάρξεως ισχύος του, για την ενίσχυση της μισθοδοσίας και των 7.151 (τότε) υπηρετούντων εφημερίων[14]. Δηλαδή, παρότι ο νόμος 536/1945 περιόρισε τις εφημεριακές θέσεις σε 6.000 (καθιστώντας «υπεράριθμους» 1.151 εφημερίους[15]), εντούτοις εφαρμόσθηκε από το Δημόσιο εξαρχής για την μισθοδοσία όλων των κληρικών, και πέραν του νομοθετημένου αριθμού.
γ) Την 24/7/1968 o αναγκαστικός νόμος 469/1968 (ΦΕΚ Α΄ 162/1968) εξομοίωσε μισθολογικά τον κληρικό με τον δημόσιο υπάλληλο. Άρα το κράτος από το 1968, για πρώτη φορά, αναλαμβάνει την υποχρέωση να συμπληρώνει τον παραπάνω ειδικό λογαριασμό με στόχο ο εφημέριος – ιερέας να λαμβάνει μισθό ίσο με του δημοσίου υπαλλήλου. Αυξάνεται επομένως η οικονομική συμμετοχή του Δημοσίου, αφού από την 1/9/1962[16] είχε καταργηθεί η «ενοριακή εισφορά» των πιστών, οπότε ο λογαριασμός χρηματοδοτείτο πλέον από κρατικούς πόρους και την εισφορά (35%) εκ των εσόδων των Ναών (παγκάρια, μισθώματα κλπ.).
δ) Την 19/9/1970 η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με δικό της Κανονισμό (2/1969, ΦΕΚ Α΄ 193/1969) αύξησε τις «οργανικές θέσεις» κληρικών των Ενοριών της σε 8.000 (ο Κανονισμός δεν περιείχε ρύθμιση για τη μισθοδοσία, υπολαμβάνοντας προφανώς ότι οι 8.000 κληρικοί μισθοδοτούνται βάσει του Α.Ν. 469/1968, ακόμα και εάν υπερβαίνουν τον αριθμό νομοθετημένων «οργανικών θέσεων» (6.000) του Α.Ν. 536/1945, μια και από την έναρξη εφαρμογής του το μεικτό σύστημα μισθοδοσίας (εισφορά Ναών, εισφορά πιστών και κρατική συμβολή) ουδέποτε περιορίσθηκε στους 6.000 κληρικούς).
ε) Οι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Ελλάδος (Μητροπολίτες, τιτουλάριοι – βοηθοί επίσκοποι) μισθοδοτούνται από τον κρατικό προϋπολογισμό από την 1/1/1980, ενώ οι Αρχιερείς της Εκκλησίας της Κρήτης από την 7/10/1971 και της Δωδεκανήσου από την 25/9/1969[17].
φιλε ποσα ειναι σημερα αυτα τα ερπετα ;;
ΑπάντησηΔιαγραφήΝΟΜΙΖΩ 15.000 ΤΕΜΠΕΛΗΔΕΣ ΠΑΠΑΔΕΣ!!!
Διαγραφή