Χριστιανισμός. Ένα μικρό, σχεδόν περιθωριακό κίνημα στην Ιουδαία, εξελίχθηκε από τις αρχές του 4ου αιώνα σε θρησκεία και ιδεολογία, κατακτώντας δύση και ανατολή. Πως έγινε αυτό; Τις απαντήσεις δίνει ο συγγραφέας, διεθνολόγος και ιστορικός Σωτήριος Φ. Δρόκαλος, μέσα από το βιβλίο του «Πως και γιατί επικράτησε ο Χριστιανισμός» από τις εκδόσεις «Ανοιχτή Πόλη».

Η συγκεκριμένη είναι συνολικά η τρίτη έκδοση του βιβλίου. Είχε προηγηθεί μια πρώτη έκδοση στην Ιταλία το 2014, και στη συνέχεια η ελληνική το 2018. Σε κάθε επόμενη έκδοση έχουν προστεθεί πολλά στοιχεία σε σχέση με την προηγούμενη – η πρώτη ελληνική έκδοση ήταν 304 σελίδες ενώ η τωρινή φτάνει τις 520.

Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική από αυτήν που παρουσιάζει η Εβραιορθόδοξη Εκκλησία. Ο Εβραιοχριστιανισμός εξαπλώθηκε γρήγορα, όταν επιλέχθηκε από την ανερχόμενη αριστοκρατία περιφερειακής καταγωγής, ως ιδεολογικό όπλο για την ανατροπή της παραδοσιακής

αριστοκρατίας της αυτοκρατορίας, η οποία ήταν δεμένη με την ελληνορωμαϊκή κουλτούρα και την εθνική θρησκευτικότητα. Οι αιώνες εδραίωσης του Χριστιανικού, συνοδεύτηκαν με βία, αίμα και καταστροφή του μεγαλύτερου μέρος της αρχαίας σκέψης και τέχνης.

Το enetpress συνάντησε τον Σωτ. Δρόκαλο και είχε μια συζήτηση μαζί του για το βιβλίο αλλά και για την εποχή της εξάπλωσης του Χριστιανισμού.

Η γνώση μας για τον Χριστιανισμό προέρχεται κυρίως μέσα από τα θρησκευτικά κείμενα και όχι ιστορικές πηγές γιατί έτσι το ήθελε η Εκκλησία. Βλέπετε αυτό να αλλάζει; Υπάρχει περίπτωση να μπει η ιστορική γνώση δίπλα στα βιβλία των θρησκευτικών;

Στη Δύση αυτό έχει συμβεί εδώ και πολύ καιρό. Στην Ελλάδα εκτιμώ ότι δύσκολα θα συμβεί στο προβλεπόμενο μέλλον, γιατί η πολιτισμική επιρροή του Χριστιανισμού είναι πάντα τεράστια, αφού ακόμη και τμήματα του πληθυσμού που υποτίθεται ότι έχουν κριτική στάση έναντι της εκκλησίας και της χριστιανικής θρησκείας, παραμένουν χριστιανορθόδοξα από πολιτισμικής άποψης.

Οι ίδιοι άνθρωποι που δηλώνουν αποστασιοποιημένοι από την εκκλησία και την πίστη παντρεύονται χριστιανικά, βαφτίζουν τα παιδιά τους, κηδεύονται χριστιανικά, εύχονται σε χριστιανικές ονομαστικές εορτές, κλπ. Η ισχύς μιας θρησκείας ή μιας ιδεολογίας σε μια κοινωνία δεν φαίνεται από τον αριθμό των συνειδητών πιστών της αλλά από το πόσο συμμετέχουν στις κοινωνικές και συμβολικές της εκδηλώσεις όσοι υποτίθεται ότι είναι αποστασιοποιημένοι ή άπιστοι.

Στην Ελλάδα η κοινωνική και πολιτισμική επιρροή του Χριστιανισμού είναι πανίσχυρη και αποπνικτική, ασύγκριτα μεγαλύτερη από οποιαδήποτε δυτική χώρα. Έτσι, ενώ για παράδειγμα στη γειτονική Ιταλία βλέπουμε γυμνά αγάλματα αρχαίων θεών σε κεντρικές πλατείες εδώ και 5-6 αιώνες, κάτι τέτοιο παραμένει αδιανόητο στην Ελλάδα.

Πως ένα μικρό κίνημα – θρησκεία στην Ιουδαία, γιγαντώθηκε σε 2-3 αιώνες και εξαπλώθηκε στον τότε γνωστό κόσμο;

Ο Χριστιανισμός δεν γιγαντώθηκε με φυσικό τρόπο, αλλά μόνο αφότου ουσιαστικά επελέγη ως επίσημη κρατική ιδεολογία από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο στις αρχές του 4ου αιώνα. Επομένως, η απάντηση στο πώς επικράτησε ο Χριστιανισμός βρίσκεται κυρίως στο γιατί ο Κωνσταντίνος και οι επόμενοι αυτοκράτορες έκαναν αυτήν την επιλογή, και στο πώς κατάφεραν να την επιβάλλουν. Πάνω σε αυτό το βασικό ερώτημα έγραψα το συγκεκριμένο βιβλίο μέσα από πολλά χρόνια έρευνας, γιατί οι απαντήσεις που υπήρχαν μέχρι τώρα δεν μου φαίνονταν ικανοποιητικές.

Γιατί λοιπόν επικράτησε ο Χριστιανισμός;

Επιγραμματικά, η θεωρία μου είναι ότι ο Χριστιανισμός επιλέχθηκε και χρησιμοποιήθηκε από μια ανερχόμενη αριστοκρατία περιφερειακής καταγωγής, ως ιδεολογικό όπλο για την ανατροπή της παραδοσιακής αριστοκρατίας της αυτοκρατορίας, η οποία ήταν δεμένη με την ελληνορωμαϊκή κουλτούρα και την εθνική θρησκευτικότητα.

Η κρίσιμη εξέλιξη που τελικά επέφερε την επικράτηση του Χριστιανισμού και το τέλος του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού ήταν η αποστρατιωτικοποίηση του κέντρου της αυτοκρατορίας, και το πέρασμα της στρατιωτικής ισχύος στα χέρια στρατιωτικών περιφερειακής ή βαρβαρικής καταγωγής, όπως ήταν και ο ίδιος ο Κωνσταντίνος.

Έτσι δημιουργήθηκε μια νέα αριστοκρατία, που είχε στα χέρια της τον στρατό αλλά όχι τον πλούτο, η οποία εντόπισε τον Χριστιανισμό ως ένα ιδανικό ιδεολογικό όπλο για να αντιπαρατεθεί στην παραδοσιακή εθνική αριστοκρατία και να αρπάξει την εξουσία και τον πλούτο της. Η χριστιανική θρησκεία, που εν τω μεταξύ είχε εμφανιστεί σε κάποιες ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας, ήταν ιδανική γι’ αυτόν τον σκοπό, γιατί αποτελούσε ριζική άρνηση και εναντίωση στα ελληνικά και ρωμαϊκά πολιτισμικά στοιχεία, άρα στο πνευματικό και πολιτισμικό βάθρο όπου στερεωνόταν η εξουσία της παραδοσιακής ελίτ.

 Ποιες ήταν οι σχέσεις Ρώμης και Χριστιανισμού;

Ένα από τα θεμέλια του μεγαλείου της Ρώμης ήταν ο κατά κανόνα ανοιχτός χαρακτήρας της αριστοκρατίας της, η οποία υιοθετούσε τα άξια πολιτισμικά στοιχεία των άλλων εθνών. Σε αυτά τα πλαίσια υπήρχε όχι απλώς μεγάλη ανεκτικότητα αλλά και συμμετοχή στις διάφορες θρησκευτικές παραδόσεις.

Οι σχέσεις της Ρώμης με τον Χριστιανισμό έγιναν εχθρικές επειδή εκείνος δεν αυτοπαρουσιαζόταν απλώς σαν μία ακόμη θρησκεία, αλλά ως ριζική άρνηση και εναντίωση στους θρησκευτικούς και πολιτικούς θεσμούς της αυτοκρατορίας, όπως και στις παραδόσεις των εθνών της. Είναι χαρακτηριστικό το ότι ο Έλληνας φιλόσοφος Κέλσος, στο βιβλίο του «Αληθής Λόγος», αφού επιτίθεται σφοδρότατα και με βαθιά περιφρόνηση στη χριστιανική διδασκαλία και στις χριστιανικές πεποιθήσεις, προτρέπει τους χριστιανούς όχι να τις εγκαταλείψουν αλλά απλώς να σεβαστούν το πρόσωπο του αυτοκράτορα, δηλαδή τη νομιμότητα και την αρμονία μεταξύ των εθνών που εκείνος συμβόλιζε. Οι χριστιανοί δεν τέθηκαν ποτέ υπό διωγμόν απλώς για τις πεποιθήσεις τους, όπως υποστηρίζει η χριστιανική προπαγάνδα, αλλά επειδή στρέφονταν ενάντια στο θεσμικό και νομικό πλαίσιο της αυτοκρατορίας.

Είναι καταλύτης για την εδραίωση του Χριστιανισμού ο Μ. Κωνσταντίνος; Είναι αλήθεια ότι βαπτίστηκε Χριστιανός λίγο πριν πεθάνει;

Ακόμη και οι πλέον χριστιανικές πηγές παραδέχονται ότι τη στιγμή της ανόδου του Κωνσταντίνου στον θρόνο οι χριστιανοί αντιστοιχούσαν το πολύ στο 10-15% του συνολικού πληθυσμού της αυτοκρατορίας, ενώ οι ιστορικοί χαμηλώνουν περισσότερο το ποσοστό, ακόμη και κάτω του 5%. Είναι δε βέβαιο ότι μέχρι και τα μέσα του 3ου αιώνα ο χριστιανισμός ήταν ένα τελείως περιθωριακό φαινόμενο, και οι πιστοί του δεν ξεπερνούσαν το 1-2% των κατοίκων της αυτοκρατορίας.

Πέραν αυτών των στατιστικών δεδομένων, είναι σαφές ότι ο Κωνσταντίνος υπήρξε καταλυτικό στοιχείο της ανόδου του Χριστιανισμού, από τις πολιτικές που άσκησε, πάντα υπέρ της χριστιανικής εκκλησίας και εναντίον των παγανιστικών θρησκειών, αλλά και από την κοσμοϊστορική και πολιτικά ιδιοφυή του επιλογή να ιδρύσει μια νέα αυτοκρατορική πρωτεύουσα, που θα ήταν εξαρχής χριστιανική.

Επιπλέον, διοργάνωσε και προήδρευσε της κομβικής Α’ Οικουμενικής Συνόδου της Νίκαιας το 325, όπου συγκροτήθηκε το επίσημο χριστιανικό δόγμα, μέσα από ένα συνονθύλευμα διαφορετικών πεποιθήσεων. Το αν όλα αυτά προήλθαν από την πίστη του αυτοκράτορα, από πολιτικό υπολογισμό ή από συνδυασμό τους, όπως και το αν πράγματι βαφτίστηκε και πότε, νομίζω ότι δεν έχει σημασία όσον αφορά το θέμα που εξετάζω και την εξέλιξη που προσπαθώ να ερμηνεύσω στο βιβλίο.

Ενώ αρχικά οι διαφορετικές θρησκείες συνυπήρχαν, τον 4ο και 5ο αιώνα οι Χριστιανοί έγιναν βίαιοι κατά των άλλων θρησκειών. Ισχύει αυτό, όπως και το ότι κατέστρεψαν πολλά καλλιτεχνήματα του αρχαίου κόσμου. (βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας;).

Οι χριστιανοί ήταν επιθετικοί και πιθανότατα βίαιοι ήδη από την αρχή, όχι μόνο από τον 4ο και 5ο αιώνα. Η βιαιότητα και το μίσος του Χριστιανισμού για τον ελληνικό και εθνικό πολιτισμό δεν ήταν αποτέλεσμα της πολιτικής των αυτοκρατόρων, αντίθετα κατά τη γνώμη μου οι περιφερειακής καταγωγής αυτοκράτορες επέλεξαν όπως ανέφερα τον Χριστιανισμό ακριβώς επειδή ήταν εξαρχής τελείως εχθρικός προς τον κυρίαρχο πολιτισμό, πάνω στον οποίον εδραιωνόταν η κυριαρχία της παραδοσιακής αριστοκρατίας.

Απλώς μετά την υιοθέτησή του από την αυτοκρατορική εξουσία, ο Χριστιανισμός μπόρεσε να ξεδιπλώσει τις προθέσεις του πολύ πιο εύκολα και ανοιχτά. Οι καταστροφές ναών, βιβλιοθηκών, χώρων λατρείας, φιλοσοφικών και ρητορικών σχολών είναι αμέτρητες. Το μεγαλύτερο μέρος της αρχαίας σκέψης και τέχνης καταστράφηκε από τους χριστιανούς, και όσα έχουμε στα χέρια μας ως κλασσικές σπουδές και ως αρχαία τέχνη συνίστανται σε απομεινάρια και ερείπια.

Ο συγγραφέας Σ. Φ. Δρόκαλος

Όσο για την Αλεξάνδρεια, το πιο διάσημο κτίσμα που καταστράφηκε από τον χριστιανικό όχλο ήταν το Σεράπειο, στα τέλη του 4ου αιώνα, όπου στεγαζόταν και μια πολύ μεγάλη βιβλιοθήκη. Λίγο αργότερα, το 415, διαπράχθηκε επίσης στην Αλεξάνδρεια και η φρικτή δολοφονία της φιλοσόφου Υπατίας πιθανότατα με εντολή του πατριάρχη Κύριλλου, τον οποίο η εκκλησία εορτάζει σαν άγιο ακόμη και σήμερα, όπως και πάμπολλους άλλους τρομοκράτες και συμμορίτες εκείνης της εποχής.

Υπάρχουν αναλογίες με την εξάπλωση του Ισλάμ;

Ο μουσουλμανισμός δηλώνει ότι συνιστά την ολοκλήρωση της θείας αποκάλυψης μετά την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη, και αποδέχεται τον Μωυσή, τον Ιησού κλπ ως προφήτες. Αντιλαμβάνεται δηλαδή τον εαυτό του ως συνέχεια της εβραϊκής και της χριστιανικής θρησκείας, όχι σαν άρνησή τους. Γι’ αυτό και στο Ισλάμ υπάρχει ανοχή προς τους λεγόμενους «λαούς της Βίβλου» αλλά όχι προς τους παγανιστές και τους άθεους, οι οποίοι θεωρείται ότι πρέπει να εξοντωθούν.

Επίσης, οι Βυζαντινοί για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα θεωρούσαν το Ισλάμ ως χριστιανική αίρεση, όχι ως ξεχωριστή θρησκεία. Συνεπώς η θρησκευτική συγγένεια ανάμεσα στους μουσουλμάνους και τους χριστιανούς είναι σαφής, και βεβαίως η αναλογία στις πεποιθήσεις δεν θα μπορούσε παρά να μεταφραστεί σε αναλογία και στις συμπεριφορές. Και οι δύο θρησκείες είναι οικουμενικές και εσχατολογικές, και εξαπλώθηκαν ασκώντας βία σε βάρος των εθνικών παραδόσεων, τις οποίες και οι δύο καταδικάζουν σαν «ειδωλολατρικές», «δαιμονολατρικές» και γενικώς εχθρικές προς τον Θεό. Όχι απλά σαν λανθασμένες διαφορετικές προσεγγίσεις του θείου, αλλά σαν εχθρικές προς τον Θεό πλάνες που πρέπει να εξαλειφθούν.

Ταχύτερη φαίνεται ότι ήταν η εξάπλωση του Χριστιανισμού στην Ανατολή (Μικρά Ασία). Συνέβαλε η ψυχοσύνθεση των πληθυσμών αυτών ή άλλοι παράγοντες; Ποιες ήταν οι θρησκείες στην περιοχή αυτή;

Ναι, η αρχική εξάπλωση του Χριστιανισμού πραγματοποιήθηκε σχεδόν αποκλειστικά στις ανατολικές επαρχίες της αυτοκρατορίας. Η θέση μου είναι ότι αυτό συνέβη γιατί ο Χριστιανισμός αποτελεί μία από τις ιστορικές εκδηλώσεις μιας πολύ παλαιάς ανατολικής θρησκευτικής παράδοσης, που εμφανίζεται ήδη από την τρίτη χιλιετία προ κοινής εποχής, επιβεβαιωμένα αρχαιολογικά ως ενοθεϊσμός στην Έβλα της σημερινής Συρίας, αργότερα στην περίπτωση του φαραώ Ακενατόν στην Αίγυπτο, και τελικά συστηματοποιείται ως δυϊστικός εσχατολογικός μονοθεϊσμός με τον ζωροαστρισμό, τη θρησκεία της Περσικής Αυτοκρατορίας.

Εκεί έχουμε ήδη όλα τα βασικά νοητικά σχήματα που αργότερα θα εμφανιστούν ως βιβλικός μονοθεϊσμός, αλλά και ως κατ’ εξοχήν χριστιανικά στοιχεία, όπως η αναμονή της τελικής επικράτησης του καλού έναντι του κακού και η ανάσταση νεκρών. Επίσης, η Περσική Αυτοκρατορία είναι η πρώτη που δικαιολόγησε την επέκτασή της ιδεολογικά ως διάδοση του λόγου του Θεού και προεργασία για τον ερχομό της βασιλείας των ουρανών. Είχε δηλαδή θεοκρατική χροιά η κουλτούρα και η επέκτασή της, κάτι που δεν συνέβη βεβαίως ποτέ με τους Έλληνες και τους Ρωμαίους.

Οι μελετητές εγκλωβίζονται στο προφανές, δηλαδή στην άμεση γενεαλογική αναφορά του Χριστιανισμού στον Ιουδαϊσμό, παραβλέποντας ότι ο Ιουδαϊσμός παραμένει πάντα θρησκεία ενός συγκεκριμένου έθνους, ενώ το βασικό χαρακτηριστικό του Χριστιανισμού και αργότερα του Ισλάμ είναι ο ζωροαστρικής προέλευσης εσχατολογικός οικουμενισμός, από τον οποίο προκύπτει και η έμφυτη επιθετικότητά τους εναντίον των «απίστων».

Η ελληνική γλώσσα συνέβαλε στην εξάπλωση του Χριστιανισμού;

Η ελληνική γλώσσα χρησιμοποιήθηκε από τους χριστιανούς, όπως χρησιμοποιεί τη διεθνή ή  διπλωματικη γλώσσα κάθε δεδομένης εποχής οποιοσδήποτε επιθυμεί να μεταδώσει μηνύματα σε ευρύτερα διεθνή ακροατήρια. Την εποχή του χαλκού ήταν τα ακκαδικά, στη μεσαιωνική Ευρώπη ήταν τα λατινικά, σήμερα είναι τα αγγλικά κ.ο.κ.  Απλώς μέσα στον επαρχιωτισμό και τα χαμηλά επίπεδα παιδείας που επικρατούν στην Ελλάδα σήμερα, πολλοί άνθρωποι αγνοούν μεταξύ άλλων και ότι η αρχαία ελληνική γλώσσα και κουλτούρα υπήρξε επί πολλούς αιώνες η διεθνής γλώσσα και κουλτούρα σε ολόκληρο τον γνωστό κόσμο, ιδίως μετά το κατόρθωμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Έτσι δημιουργεί εντύπωση το ότι οι χριστιανοί χρησιμοποίησαν την ελληνική γλώσσα, την ώρα που εκείνοι ήταν υποχρεωμένοι να τη χρησιμοποιήσουν αν ήθελαν να έχουν διεθνή υπόσταση. Αντίστοιχα οι ισλαμιστές τρομοκράτες σήμερα χρησιμοποιούν τα αγγλικά για να προτρέπουν σε μαζικές δολοφονικές επιθέσεις εναντίον των λαών της Αμερικής και της Ευρώπης.

Η Αθήνα, και οι άλλες μητροπόλεις του αρχαίου κόσμου πως αντέδρασαν απέναντι στη νέα θρησκεία. Πότε ο ελληνικός κορμός έγινε χριστιανικός;

Μέχρι και το τέλος του 4ου αιώνα, 60 χρόνια μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου, παρά τα διατάγματα του καθεστώτος της Κωνσταντινούπολης -μεταξύ των οποίων η κατάργηση των Ολυμπιακών Αγώνων το 393 από τον Θεοδόσιο- η Ελλάδα και η Ιταλία παρέμεναν σχεδόν αμιγώς παγανιστικές. Μόνο μετά τη μάχη του Φρίγδου το 394 ανάμεσα στα χριστιανικά στρατεύματα της Κωνσταντινούπολης και τα εθνικά της Ρώμης, και την καταστροφική εισβολή των εκχριστιανισμένων και συνεργαζόμενων με την Κωνσταντινούπολη Γότθων του Αλάριχου στην Ελλάδα το επόμενο έτος, μπορούμε να πούμε ότι άρχισε η αντίστροφη μέτρηση για τον εκχριστιανισμό του παραδοσιακού αυτοκρατορικού κέντρου. Πάντα με εξαναγκασμό και συστηματική χρήση βίας, λεηλασίες και καταστροφές, σε μια διαδικασία που κράτησε χοντρικά μέχρι τον 6ο αιώνα.

Μετά την απόλυτη επικράτηση του Χριστιανισμού, υπήρχαν μη Χριστιανοί στο Βυζάντιο και μέχρι ποια εποχή; Ποια ήταν η στάση του κράτους απέναντι τους;

Πάντα υπήρχαν μη Χριστιανοί και μάλιστα εθνικοί στο Βυζάντιο, όπως και οπουδήποτε. Η στάση του καθεστώτος της Κωνσταντινούπολης ήταν σταθερά εχθρική και καταπιεστική, και πρέπει να τονιστεί ότι δεν στρεφόταν ενάντια απλώς σε φτωχές λαϊκές μάζες ή αγροτικούς πληθυσμούς, αλλά και στους πλέον μορφωμένους, ευκατάστατους και ευυπόληπτους κατοίκους ακόμη και της ίδιας της Κωνσταντινούπολης, όταν ήταν ελληνίζοντες.

Ο όρος «Έλλην» στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, εκτός ως ένα βαθμό από την τελευταία φάση της, δήλωνε κατά κανόνα τον «ειδωλολάτρη», τον εχθρό του Θεού που πρέπει να εξοντωθεί. Η δε μελέτη της ελληνικής γραμματείας ήταν αποδεκτή μόνο από αισθητικής, γλωσσικής άποψης, αποστεωμένη από το νοηματικό της περιεχόμενο – ουσιαστικά το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το εκπαιδευτικό σύστημα της σύγχρονης Ελλάδας, το μόνο στη Δυτική Ευρώπη που διαχρονικά δεν διδάσκει την ελληνική και ευρωπαϊκή φιλοσοφία ως εγκύκλιο μάθημα.

Έτσι, τον 9ο αιώνα έχουμε τον διαβόητο αυτοκρατορικό προσηλυτιστή Νίκωνα τον Μετανοείτε, που στάλθηκε στην Ελλάδα από την Κωνσταντινούπολη με ομάδες συμμοριτών για να εξοντώσει τους επιμένοντες εθνικούς Έλληνες, όπως και εθνικούς Σλάβους και Εβραίους που είχαν εγκατασταθεί στη χώρα. Παρόλα αυτά, ακόμα και στον 13ο αιώνα έχουμε την περίπτωση του Λέοντα Σγουρού, άρχοντα της Πελοποννήσου, που ήταν εθνικός και επαναστάτησε ενάντια στην Κωνσταντινούπολη και τον αυτοκράτορα Αλέξιο Γ’.

Και βέβαια, στο λυκόφως του Βυζαντίου υπάρχει ο εθνικός και πλατωνικός φιλόσοφος Πλήθων Γεμιστός, και ο κύκλος των μαθητών του. Ο σημαντικότερος εξ αυτών, ο Βασίλειος Βησσαρίων, μεταφέρθηκε όπως και αρκετοί άλλοι στην Ιταλία, όπου έγινε καρδινάλιος της Καθολικής Εκκλησίας και παρολίγον πάπας το 1455, και διαδραμάτισε σπουδαίο ρόλο στην προώθηση της ελληνικής γλώσσας και φιλοσοφίας στην αναγεννησιακή Ιταλία και Δύση.

 Γιατί λέτε ότι είναι υποτιθέμενη η παρακμή του αρχαίου κόσμου; Δεν συνέβη;

Όχι με τους τρόπους που έχει υποστηριχτεί. Στο βιβλίο μου αναφέρομαι αναλυτικά στις θεωρίες που είχαν κατατεθεί μέχρι τώρα για την πτώση του αρχαίου κόσμου και τις ταξινομώ σε δύο γενικές κατηγορίες: τις θεωρίες της πολιτισμικής παρακμής και εκείνες της οικονομικής παρακμής. Από τη μία πλευρά διανοητές που υποστηρίζουν ότι ο ελληνορωμαϊκός κόσμος κατέρρευσε γιατί παρήκμασε πολιτισμικά και πολιτικά, όπως για παράδειγμα ο Κορνήλιος Καστοριάδης και αρκετοί αναγεννησιακοί συγγραφείς, από την άλλη στοχαστές και ερευνητές που εντοπίζουν τα αίτια της πτώσης σε οικονομικές δυσλειτουργίες και αδυναμίες, όπως για παράδειγμα ο Μόουζες Φίνλεϋ και βεβαίως ο Καρλ Μαρξ.

Πιστεύω ότι έχω ανασκευάσει και τις δύο ερμηνευτικές κατευθύνσεις, βασισμένος στην πολιτική θεωρία και τη θεωρία των διεθνών σχέσεων, όπως και στα πιο σύγχρονα ευρήματα της οικονομικής ιστορίας και της αρχαιολογίας. Η θέση μου είναι αντίθετα ότι η πτώση του αρχαίου κόσμου προήλθε παραδόξως από τη μεγάλη του επιτυχία τόσο στον πολιτισμικό όσο και στον οικονομικό τομέα, που κατέληξαν να επιφέρουν μείωση της συνοχής του, και πολύ συγκεκριμένα, όπως ήδη ανέφερα, την πλήρη αποστρατιωτικοποίηση του κέντρου της αυτοκρατορίας, δηλαδή της Ιταλίας και της Ελλάδας.

Είναι μια διαδικασία που καταγράφεται κυκλικά στην ιστορία, όχι μόνο στη δική μας πλευρά του κόσμου αλλά και στους άλλους μεγάλους ιστορικούς χώρους, όπως είναι η Ανατολική Ασία και ο αραβικός κόσμος. Η ευημερία καταλήγει να φέρνει μαλθακότητα, επανάπαυση και κοινωνικό θρυμματισμό, την ώρα που οι εκάστοτε βάρβαροι καραδοκούν. Προλαβαίνω την ερώτησή σας και λέω αμέσως ότι ναι, η σημερινή Ευρώπη και Δύση βρίσκεται σε ένα παρόμοιο μονοπάτι.

 Πόσοι ήταν οι Χριστιανοί τον 3ο αιώνα και πόσοι ήταν τον 6ο;

 Όπως ανέφερα σε προηγούμενη ερώτηση, μέχρι και τον 3ο αιώνα ο Χριστιανισμός ήταν ένα περιθωριακό φαινόμενο, που αφορούσε κάποιες μειοψηφίες των ανατολικών επαρχιών. Τον 6ο αιώνα, μετά από 200 και πλέον χρόνια χριστιανικής επιβολής και συστηματικής εξάλειψης των εθνικών παραδόσεων, στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι κάτοικοι της πρώην ενιαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ήταν βεβαίως χριστιανοί. Όταν ένα σύστημα πεποιθήσεων επικρατεί ως κρατική ιδεολογία είναι δεδομένο ότι η μεγάλη πλειοψηφία των κατοίκων του κράτους το ασπάζεται, ή νομίζει, ή παριστάνει ότι το ασπάζεται. Σχεδόν οι πάντες θα δήλωναν εθνικοσοσιαλιστές στη Γερμανία το 1938, κομμουνιστές στη Σοβιετική Ένωση το 1950 και το 1960, και δημοκράτες σήμερα στη Δύση.

Πως φτάσαμε στους σκοτεινούς αιώνες και την Ιερά Εξέταση;

Στο συγκεκριμένο σημείο ίσως θα σας εκπλήξω, γιατί η άποψή μου είναι ότι η Ιερά Εξέταση έχει αδικηθεί ιστορικά, όπως άλλωστε και οι Σταυροφορίες. Θα έλεγα μάλιστα ότι ο ίδιος ο Χριστιανισμός έχει φροντίσει γι’ αυτό, σίγουρα δε η Ορθόδοξη Εκκλησία. Έχει κατασκευαστεί ένα σχήμα κατά το οποίο το πρόβλημα του Χριστιανισμού είναι απλώς κάποιες παρεκτροπές του, κάποιες υποτίθεται ακραίες εκδηλώσεις του στην πορεία της ιστορίας, ενώ στην ουσία του αποτέλεσε τάχα κάτι θετικό.

Έτσι, ο μέσος λεγόμενος «προοδευτικός» ή «άθεος», παρέα με τον χριστιανορθόδοξο, αναγνωρίζει σαν άσχημη πλευρά του Χριστιανισμού την Ιερά Εξέταση και τις Σταυροφορίες, και δεν βλέπει τις πολύ χειρότερες όψεις της χριστιανικής ιστορίας, που βρίσκονται στα αρχικά στάδιά της, και συνεπώς στις ίδιες τις θεμελιώδεις χριστιανικές πεποιθήσεις για τη ζωή και τον κόσμο. Αντίθετα, φαινόμενα όπως η Ιερά Εξέταση και οι Σταυροφορίες ιστορικά αποτελούν εκδηλώσεις της αποδυνάμωσης του αυθεντικού, σκοταδιστικού και καταστροφικού χριστιανισμού.

Οι μεν σταυροφορίες υπήρξαν ουσιαστικά μια αντεπίθεση, μια περιπέτεια που σήμανε την επιστροφή της Δύσης στο προσκήνιο μετά από μισή χιλιετία αραβικού ιμπεριαλισμού και δυτικής πολιτισμικής υπανάπτυξης και κλειστότητας. Η δε Ιερά Εξέταση ήταν η απεγνωσμένη αντίδραση των πιο σκληροπυρηνικών τμημάτων της Καθολικής Εκκλησίας στην Αναγέννηση, καθώς η τελευταία διαπότιζε και την ίδια την ανώτατη καθολική ιεραρχία – ανέφερα προηγουμένως και το παράδειγμα του Βησσαρίωνα.

Πρέπει επιπλέον να σημειωθεί ότι όχι σπάνια η Ιερά Εξέταση διέσωζε ανθρώπους από τη μανία του θρησκόληπτου χριστιανικού λαϊκού όχλου, δίνοντάς τους τουλάχιστον τη δυνατότητα να δικαστούν, και να σώσουν τη ζωή τους αποδεχόμενοι την «αμαρτία» τους και ζητώντας συγχώρεση. Τα δύο ιστορικά φαινόμενα σχετίζονται λοιπόν αντικειμενικά με το ξεπέρασμα της απόλυτης χριστιανικής πνευματικής κυριαρχίας στη Δύση, και με την επιστροφή ελληνικών και ρωμαϊκών παγανιστικών μοτίβων στη σκέψη, στην τέχνη, στο ηρωικό και περιπετειώδες πνεύμα. Στην ορθόδοξη Ανατολή δεν υπήρξε Ιερά Εξέταση γιατί πολύ απλά δεν υπήρξε μέχρι και σήμερα Αναγέννηση, δηλαδή σοβαρή αμφισβήτηση της χριστιανικής πνευματικής και πολιτισμικής κυριαρχίας.

 Η εξάπλωση του Χριστιανισμού στις άλλες ηπείρους ήταν βίαιη;

Βεβαίως, οπουδήποτε εξαπλώθηκε και τελικά επικράτησε ο Χριστιανισμός, το πέτυχε με χρήση μαζικής βίας, σωματικής και πνευματικής, που συχνά είχε γενοκτονικά και εθνοκτονικά χαρακτηριστικά. Αυτή η πρακτική συνεχίστηκε μέχρι και σε πολύ πρόσφατες εποχές. Προ ημερών ανακαλύφθηκαν όπως θα ξέρετε στον Καναδά τα οστά 215 ιθαγενών παιδιών κοντά σε ένα σχολείο που είχε την αποστολή να τους εμφυσήσει τα χριστιανικά ιδεώδη και να τους ξεριζώσει την πατρογονική τους παράδοση από το μυαλό και την ψυχή.

Εκτιμάται ότι υπάρχουν θαμμένα ακόμα χιλιάδες, καθώς αυτού του είδους τα σχολεία λειτουργούσαν στον Καναδά από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι και τη δεκαετία του 1990 σε κάποιες περιπτώσεις. Από την άλλη πλευρά πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι  η εξαφάνιση των πολιτισμών της Αμερικανικής ηπείρου δεν αποτέλεσε κατά βάση αποτέλεσμα της δράσης των χριστιανών κονκισταδόρες, αλλά των μεταλλαγμένων ιών που είχαν δημιουργηθεί στην πορεία των χιλιετιών από την ποικιλία της ευρασιατικής πανίδας.

Οι κονκισταδόρες μετέφεραν μαζί τους ιούς που οι οργανισμοί των πληθυσμών της Ευρασίας είχαν συνηθίσει να αντιμετωπίζουν, όμως όχι τα ανοσοποιητικά συστήματα των ιθαγενών της Αμερικής, αφού δεν είχαν έρθει ποτέ σε επαφή μαζί τους, και ενώ βέβαια η επιστήμη των εμβολίων δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμη. Οφείλουμε να είμαστε δίκαιοι και να τονίσουμε ότι αντίθετα απ’ ό,τι ίσως λέγεται, για την εξαφάνιση των Ίνκας και των Αζτέκων δεν ευθύνεται κατά βάση ο Χριστιανισμός ή η αποικιοκρατία, αλλά η ευλογιά.

Η αντιμετώπιση του Χριστιανισμού από τον Μαρξ και τη μαρξιστική σκέψη, ήταν αρνητική. Η ρήση «Η θρησκεία είναι το όπιο του λαού», ειπώθηκε από τον ίδιο;

Ναι, το γράφει στην εισαγωγή του βιβλίου «Για την Κριτική της Φιλοσοφίας του Δικαίου του Χέγκελ». Ωστόσο είναι ανακριβής η εντύπωση ότι ο Μαρξ και ο μαρξισμός είχαν αρνητική στάση έναντι του Χριστιανισμού. Αντιθέτως, ο μαρξισμός θεωρεί τον Χριστιανισμό σαν προοδευτικό φαινόμενο από ιστορικής άποψης, σαν έναν σοσιαλισμό της αρχαιότητας που ανέτρεψε το τάχα δουλοκτητικό σύστημα, όπως ο σύγχρονος σοσιαλισμός θα ανέτρεπε το καπιταλιστικό σύστημα.

Ο μαρξισμός αντιμάχεται γενικά τη «θρησκεία» και συγκεκριμένα τον Χριστιανισμό ως εργαλείο που οι λεγόμενοι «εκμεταλλευτές» χρησιμοποιούν σε βάρος των λεγόμενων «εκμεταλλευόμενων» στη μαρξιστική ανάλυση, όμως τον αντιλαμβάνεται σαν προοδευτικό φαινόμενο ιστορικά. Πράγμα φυσικό, αφού τα περισσότερα πυρηνικά νοητικά σχήματα του μαρξισμού, και ευρύτερα των νεωτερικών θεωριών και ιδεολογιών, έχουν χριστιανική προέλευση και ουσία. Με πρώτο και κυριότερο τη γραμμική κατανόηση του χρόνου και της ιστορίας.

Αυτές οι ιδεολογίες, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται βεβαίως και ο φασισμός με τον εθνικοσοσιαλισμό, και σε πιο light εκδοχή ήδη ο φιλελευθερισμός, πιστεύουν σε μια «προοδευτική» κίνηση της ιστορίας, που θα οδηγήσει σε έναν «νέο κόσμο» και έναν «νέο άνθρωπο», όπου δεν θα υπάρχουν τα κακά του παρόντος. Δηλαδή ουσιαστικά μεταφράζουν σε κοσμικό και ψευδο-ορθολογικό νοηματικό πλαίσιο τον μεσσιανισμό και την εσχατολογία του ζωροαστρικού, χριστιανικού και μουσουλμανικού φαντασιακού. Κάτι που δεν θα μπορούσε να καταλήξει παρά στα γνωστά ολοκληρωτικά και εγκληματικά καθεστώτα του πρόσφατου παρελθόντος.

Σημειώνω ότι τον παραλληλισμό χριστιανισμού-κομμουνισμού τον κάνει ευθέως ο ίδιος ο Φρήντριχ Ένγκελς, και ότι ο Άλφρεντ Ρόζεμπεργκ, ο σημαντικότερος θεωρητικός του ναζισμού, επαινεί τη διδασκαλία του Χριστού και επίσης γράφει ότι ο ναζισμός αποτελεί συνέχεια της «άριας» αντίληψης του ζωροαστρισμού.  Για τους Έλληνες φιλοσόφους και γενικώς τους εθνικούς ο χρόνος είναι αντίθετα κυκλικός, δεν υπάρχουν νόμοι της ιστορίας ή εξ αποκαλύψεως αλήθειες στις οποίες όλοι οι άνθρωποι θα έπρεπε να υποταχθούν για να έρθει η βασιλεία των ουρανών ή ο επίγειος παράδεισος, και ζούμε απλώς διαφορετικές εκδοχές και όψεις μιας αιώνιας και τέλειας ύπαρξης. Ζούμε σε μια κινούμενη εικόνα της αιωνιότητας, όπως γράφει ο Πλάτων.

Επισκεφθείτε την ιστοσελίδα του συγγραφέα: http://sotiriosdrokalos.com/