Κατά τον Ιανουάριον του 1806 έφθασεν εις την Πελοπόννησον σουλτανικόν φερμάνι, διατάσσον τους μουσουλμάνους και τους χριστιανούς να καταδιώξουν συντόνως και να εξολοθρεύσουν τους Κολοκοτρωναίους και τους λοιπούς κλέφταις της χερσονήσου. Συγχρόνως δε και ο Πατριάρχης, υπείκων εις αύστηράν διαταγήν της Πύλης, εξέδωκε συνοδικήν εγκύκλιον κατ' αυτών. Μαθών ταύτα ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, συνήθροισε τους κλέφταις της Πελοποννήσου, περί τους 150 εν όλω, και συνεβούλευσε να καταφύγουν εις Ζάκυνθον και να καταταχθούν εις τον στρατόν των κατεχόντων τότε την Επτάνησον Ρώσων. Αλλ' αυτοί δεν εδέχθησαν, προτιμώντες ν' αποθάνουν εις την πατρίδα των. Εις αδελφός του Κολοκοτρώνη μάλιστα είπε τότε "θέλω να με φαν τα όρνια του τόπου μου". Ουδέ την άλλην συμβουλήν του Κολοκοτρώνη ηκολούθησαν, να κρυφθούν όπως ημπορούν τους μήνας του χειμώνος, χωριζόμενοι εις μικρά αποσπάσματα και την άνοιξιν να εξακολουθήσουν τον πρότερον βίον.
Ο Μάιος, σύμφωνα με την παράδοση, πήρε το όνομά του από τη ρωμαϊκή θεότητα
Maia (Μάγια), η οποία ονομάστηκε έτσι από την ελληνική λέξη Μαία που σημαίνει τροφός
και μητέρα.