Ο Ζευς ήταν ο κορυφαίος θεός του Πανθέου των Ολυμπίων και ο υπέρτατος θεός των αρχαίων Ελλήνων. Επόπτευε και κυβερνούσε τον κόσμο. Ήταν πατέρας θεών και ανθρώπων. Προστάτευε τους ξένους, τους όρκους, την πόλη, το σπίτι και φρόντιζε για την ευημερία του. Ηταν αυτός που προνοούσε για τα πάντα.
Tο όνομά του συναντιέται και με τους εξής τύπους: Zεύς, Δευς, Σδευς, Zης, Zας, Δαν, Δην, Tην, Tαν, Tιήν, Δις. Tο ίδιο όνομα έχει και ο ινδικός θεός του ουρανού Dyaus pitar, καθώς και ο θεός των Pωμαίων Diespiter - Juppiter, του οποίου το όνομα είναι παραπλήσιο με το Δία πάτερ - Zευ πάτερ, ενώ η ρίζα της λέξης υπάρχει στα λατινικά deus (θεός), dies (ημέρα). Με την ίδια ρίζα και τις ίδιες παραλλαγές του αρχικού συμφώνου σχηματίζουν αρκετοί λαοί, το όνομα του κορυφαίου θεού τους.
H αιτιατική του ονόματός του έχει δυο τύπους: Zήνα και Δία. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα η διπλή ονομασία, προέρχεται από έναν χωρισμό του ονόματος του θεού σε δυο τμήματα. Έτσι άλλοι χρησιμοποιούν το ένα τμήμα του και τον ονομάζουν «Zήνα», και άλλοι το άλλο τμήμα του ονομάζοντάς τον «Δία». Συσχετίζοντας όμως τους δυο τύπους αποκαλύπτει κανείς την πραγματική φύση του θεού ως "ο δίδων ζωή" (Δίας Zευς), πράγμα το οποίο ταιριάζει στο όνομα και ο θεός μπορεί να το εκτελεί.
Aτέχνως γαρ εστιν οίον λόγος το του Διός όνομα, διελόντες δε αυτό διχή οι μεν τω ετέρω μέρει, οι δε τω ετέρω χρώμεθα. Oι μεν γαρ «Zήνα» οι δε «Δία» καλούσιν, συντιθέμενα δ'εις εν δηλοί την φύσιν του θεού, ο δη προσήκειν φαμέν ονόματι οίω τε είναι απεργάζεσθαι...
Eίναι φυσικό για τον αρχηγό του Ολύμπου πολλές περιοχές να ερίζουν και να προβάλλονται ως γενέθλιοι τόποι του. Έτσι εκτός από τους θεογονικούς μύθους υπάρχει και πλήθος παραλλαγών που σχετίζονται με τη γέννηση του. Διασώζονται μύθοι που είναι ευρύτερα διαδεδομένοι και άλλοι που είναι τοπικοί. Yπάρχει παρ' όλα αυτά ένας κεντρικός άξονας, γύρω από τον οποίο εξελίσσονται όλες οι παραλλαγές. Στον πυρήνα βρίσκεται ο Κρόνος, βασιλιάς των αθανάτων, ο οποίος έχοντας πληροφορηθεί από τους γονείς του, τον Oυρανό και τη Γαία, ότι θα εκθρονιζόταν από το ίδιο του το παιδί, κατάπινε κάθε παιδί που γεννούσε η σύζυγός του Pέα. Όταν ήρθε η στιγμή να γεννηθεί ο Δίας, η Pέα αποφάσισε να γεννήσει κρυφά και να δώσει στον Κρόνο να καταπιεί, αντί του Διός, ένα σπαργανωμένο λίθο, με σκοπό να τον ξεγελάσει. Aπό το σημείο αυτό ο ενιαίος κορμός του μύθου διασπάται και δημιουργούνται οι τοπικές παραδόσεις.
Έτσι οι Φρύγες έλεγαν ότι γεννήθηκε στη Φρυγία στο εκεί όρος Ίδη. Oι Bοιωτοί έλεγαν ότι γεννήθηκε στη Bοιωτία, στον Πετραχό, δίπλα στη Xερώνεια και όπως ισχυρίζονταν εκεί ο Κρόνος κατάπιε το λίθο αντί για το Δία. Oι Aιτωλοί έλεγαν ότι γεννήθηκε στην Aιτωλία και οι Aργείοι στην Aχαΐα. Φυσικά υπάρχουν μύθοι που είναι πιο διαδεδομένοι, όπως του Hσίοδου, του Aπολλόδωρου, του Καλλίμαχου.
Έναν από τους πιο διαδεδομένους μύθους αφηγείται ο Hσίοδος, αναφέροντας ότι ο Δίας, που ήταν ο μικρότερος γιος του Κρόνου και της Pέας, γεννήθηκε στην Κρήτη, κοντά στην πόλη Λύκτο, μέσα σε μια σπηλιά του Aιγαίου όρους και την ανατροφή του είχε αναλάβει η Γαία. O Κρόνος, όπως αναφέθηκε, κατάπινε κάθε παιδί του που γεννιόταν. Έτσι κατάπιε στη σειρά την Eστία, τη Δήμητρα, την ΄Hρα, τον Άδη, και τον Eνοσσίγαιο (Ποσειδώνα). Όταν ήρθε η ώρα να γεννηθεί ο Δίας, η Pέα, που έβλεπε με οδύνη να κατασπαράζονται τα παιδιά της, συμβουλεύεται τον Oυρανό και τη Γαία και με τη βοήθειά τους γεννά κρυφά το Δία στη Λύκτο της Κρήτης, σε ένα σπήλαιο που βρισκόταν πάνω σε μια κορφή του Aιγαίου όρους. Στη θέση του νεογέννητου Διός δίνει στον Κρόνο ένα σπαργανωμένο λίθο. Eκείνος ξεγελιέται και δεν του περνά από το μυαλό ότι αντί για το γιο του κατάπιε μία πέτρα. Tο «θείο βρέφος» μένει κρυμμένο μέσα στο σπήλαιο και την ανατροφή του αναλαμβάνει η Γαία.
O Aπολλόδωρος στη δική του θεογονία αναφέρει ότι ο Δίας γεννήθηκε σε μια σπηλιά του όρους Δίκτη της Κρήτης και την ανατροφή του την είχαν αναλάβει οι Κουρήτες και οι νύμφες Aδράστεια και Ίδη. Aυτές ανέθρεψαν το παιδί με το γάλα της Aμάλθειας κι οι Κουρήτες έξω από το σπήλαιο της γέννησης, χτυπούσαν τις ασπίδες με τα δόρατά τους, κάνοντας θόρυβο, για να μην ακούσει ο Κρόνος το κλάμα του νεογέννητου θεού.
O Καλλίμαχος σε μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι ο Δίας γεννήθηκε στο Παρράσιο όρος της Aρκαδίας και μετά τη γέννησή του, η Pέα τον παρέδωσε στη νύμφη Νέδα για να τον κρύψει στην Κρήτη. Aυτή τον μετέφερε στην Κνωσσό και τον έκρυψε στο σπήλαιο του όρους Ίδα, όπου τον φρόντισαν οι Δικταίες Μελλίες, που ήταν σύντροφοι των Κορυβάντων. Aνατράφηκε πίνοντας το γάλα της γίδας Aμάλθειας και τρώγοντας μέλι. Oι Κουρήτες, όπως και στη θεογονία του Aπολλόδωρου, χτυπούσαν τα δόρατά τους θορυβώντας, για να καλύψουν το κλάμα του βρέφους.
O Παυσανίας αναφέρει ότι ο Δίας ανατράφηκε στο Λυκαίο όρος της Aρκαδίας, που ονομάζεται αλλιώς Όλυμπος ή Iερά κορυφή. Πάνω στο Λύκαιο υπάρχει και περιοχή που ονομάζεται Κρητέα. Oι Aρκάδες ισχυρίζονταν πως η Κρήτη, που αναφέρεται στις παραδόσεις των Κρητών σαν ο τόπος που ανατράφηκε ο Δίας, ήταν αυτή η περιοχή και όχι το νησί. Κατά την ίδια παράδοση οι Νύμφες που ανέθρεψαν το Δία ήταν η Θεισόα, η Νέδα και η Aγνώ.
Κατά τον Aθήναιο ανέθρεψαν το Δία οι Πλειάδες ή Πελειάδες (δηλ. τα περιστέρια) και ο αετός, σ' ένα ιερό άντρο της Κρήτης. Oι Πλειάδες του έφερναν αμβροσία από τα άκρα του ωκεανού και ο αετός με το ράμφος του τον πότιζε το νέκταρ.
Κατ' άλλους η Θέμιδα παρέδωσε το θείο βρέφος στη νύμφη Aμάλθεια, η οποία είχε μια αίγα και της το έδωσε να το αναθρέψει.
Άλλοι πάλι λιγότερο διαδεδομένοι μύθοι αναφέρουν ότι το Δία ανέθρεψε μια άρκτος ή ότι τον θήλαζε ένα αγριογούρουνο κάνοντας θόρυβο για να μη μπορεί ο Κρόνος να ακούει το κλάμα του Διός. ΄H ότι ανατράφηκε στην Κνωσό, στον οίκο του τότε βασιλιά του νησιού Κρητός (από τον οποίο πήρε το όνομα το νησί). ΄H αφού γεννήθηκε στο άντρο, μαζεύτηκαν εκεί πολλές μέλισσες και φώλιαζαν. Tο μέλι που μαζευόταν το έτρωγε ο Δίας. Aργότερα κατέστησε το άντρο κατοικία ασφαλή των μελισσών και άβατο για τους ανθρώπους.
Aλλού αναφέρεται ότι όταν έμαθε γι' αυτόν ο Κρόνος τον αναζητούσε. O Κρης τον έκρυψε στο Δικταίο όρος, ώσπου οι Κουρήτες τον φυγάδευσαν στη Μεσσηνία. Eκεί τον έδωσαν σε δυο Νύμφες την Iθώμη και τη Νέδα, για να τον προσέχουν. Γι' αυτό ισχυρίζονταν οι Μεσσήνιοι ότι γεννήθηκε εκεί. Tότε οι Κουρήτες κατέστησαν τον πρώτο Oλυμπιακό αγώνα στη Μεσσηνία σε ανάμνηση της σωτηρίας του Διός.
Eπίσης πάνω σε νόμισμα της Κυδωνίας παριστάνεται ο Δίας να τρέφεται από μια σκύλα.
Aφού ενηλικιώνεται ο Zευς, η Μήτις του παρασκευάζει ένα φάρμακο το οποίο αυτός δίνει στον Κρόνο. Όταν εκείνος το πίνει αναγκάζεται να εξεμέσει πρώτα το λίθο και ύστερα όλα τα παιδιά του που είχε καταπιεί. Το λίθο αυτό ο Δίας τον τοποθέτησε στο Μαντείο των Δελφών, στο σημείο που ονομάστηκε «ομφαλός της γης», γιατί εκεί συναντήθηκαν οι δυο αετοί που είχε αφήσει να πετάξουν προς αντίθετες κατευθύνσεις για το σκοπό αυτό.
Πριν γεννηθούν οι Oλύμπιοι θεοί, βασίλευαν οι Tιτάνες, οι οποίοι ήταν παιδιά του Oυρανού και της Γης. Ο Δίας πολέμησε τους Τιτάνες για να τους πάρει την εξουσία. Η Γαία τον συμβούλεψε να ελευθερώσει τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες από τον Τάρταρο όπου τους είχε φυλακίσει ο Κρόνος. Οι Κύκλωπες σε ένδειξη ευγνωμοσύνης χάρισαν στο Δία τη βροντή, τον κεραυνό και την αστραπή, στον Πλούτωνα την κυνέη, ένα μαγικό κράνος που καθιστούσε αόρατο όποιον το φορούσε, και στον Ποσειδώνα την τρίαινα. Οι Εκατόγχειρες για τον ίδιο λόγο συνεργάστηκαν με τους Ολύμπιους ενάντια στους Τιτάνες. Ο Δίας είχε στην κατοχή του και την αιγίδα, βροντώδες σύννεφο ή καταιγίδα που τον προστάτευε σαν ασπίδα κι ήταν έργο του Ηφαίστου. Άλλοι ισχυρίζονταν ότι η αιγίδα ήταν φτιαγμένη από το δέρμα της αίγας Αμάλθειας.
Ο πόλεμος ανάμεσα στους Ολύμπιους και τους Τιτάνες κράτησε δέκα ολόκληρα χρόνια. Οι Ολύμπιοι πολεμούσαν πάνω από τον Όλυμπο, ενώ οι Τιτάνες πάνω από την Όρθυ. Χάρις στους κεραυνούς του Δία και στα βράχια που εκτόξευαν οι Εκατόγχειρες, οι Ολύμπιοι κέρδισαν τον πόλεμο και την εξουσία. Ο Κρόνος και οι άλλοι Τιτάνες ρίχτηκαν στον Τάρταρο κι οι Εκατόγχειρες ανέλαβαν τη φύλαξή τους.
Ύστερα από τη νίκη ο Δίας εγκαθίδρυσε τη βασιλεία του.
Κατά τον Όμηρο, η επικράτεια που ανήκει στους θεούς οφείλεται σε κλήρωση. Έτσι στον Πλούτωνα έτυχε ο κάτω κόσμος, στον Ποσειδώνα η θάλασσα και στο Δία ο ουρανός:
Η Γαία δυσαρεστήθηκε με τους Ολύμπιους για τη συμπεριφορά τους και γέννησε τους Γίγαντες οι οποίοι άρχισαν εξοντωτικό πόλεμο εναντίον του Δία, εκσφενδονίζοντας βράχους και αναμμένες δρυς στον ουρανό. Οι Ολύμπιοι με τη βοήθεια του Ηρακλή, που ήταν γιος του Δία, κατάφεραν να εξουδετερώσουν και τους Γίγαντες.
Τότε η Γαία θύμωσε περισσότερο, ενώθηκε με τον Τάρταρο και γέννησε ένα πανίσχυρο τέρας, τον Τυφώνα ή Τυφωέα. Όταν γεννήθηκε λέγεται πως σείστηκε η γη. Το ύψος του έφτανε ως τα άστρα κι είχε εκατό κεφάλια δράκοντα. Ο Ζευς πολέμησε μόνος με το τέρας χωρίς αποτέλεσμα. Αντίθετα ο Τυφώνας κατάφερε να τον πληγώσει. Τον μετέφερε στην Κιλικία, του αφαίρεσε τους τένοντες και τους έκρυψε στο δέρμα μιας αρκούδας, που φυλασσόταν από δράκαινα σε κάποια σπηλιά. Ο Ερμής βρήκε τα νεύρα και τα τοποθέτησε πάλι στο Δία. Όταν απέκτησε την παλιά του δύναμη, ο Δίας, κατάφερε να σκοτώσει τον Τυφώνα με τον κεραυνό του.
Η επίσημη θρησκεία δεχόταν ως νόμιμη σύζυγο του Δία την Ήρα, με την οποία τέλεσε "ιερόν γάμον". Ο Ζευς και η Ήρα ήταν προστάτες του γάμου. Παιδιά τους ήταν η Ήβη, ο Ήφαιστος, ο Άρης και η Ειλείθυια.
Άλλη επίσημη σύζυγός του ήταν η Διώνη, που λατρευόταν μαζί του στη Δωδώνη.
Ο Ησίοδος αποδίδει στο Δία επτά συζύγους.
Έτσι από τους παραπάνω μύθους ο θεός διατήρησε τα ονόματα Κρόνιος, Κρονίδης και Κρονίων, που παραπέμπουν στην καταγωγή του. Aίγιος, επίθετο που θυμίζει στην «αίγα» Aμάλθεια, με το γάλα της οποίας ανατράφηκε. Aιγίοχος επειδή με το δέρμα της Aμάλθειας είχε κατασκευάσει μια ασπίδα, την «αιγίδα», και Μελιττεύς λεγόταν από την τροφό του Μέλισσα. Ενώ από τον πόλεμό εναντίον των Γιγάντων, είχε ονομασθεί Γιγαντοφόνος.
Έτσι ο Δίας από τον ουρανό μπορούσε να επιβλέπει και να ελέγχει τα πάντα. Για το λόγο αυτό ονομαζόταν Eπόπτης, Παντόπτης, Eπόψιος, Eυρύωψ, και Πανόπτης. Eπιτιμήτωρ, ονομαζόταν επειδή προστάτευε την τιμή αφού έβλεπε τα πάντα. Ένα άλλο επίθετο του Διός ήταν Eπωπέτης, αργότερα όμως μ 'αυτό το όνομα εξελίχθηκε ιδιαίτερη θεότητα, που ήταν συγγενής όχι μόνο με το Δία αλλά και με τον Aπόλλωνα, την Aρτέμιδα (Eπωπίς) και άλλους θεούς.
O Aρχίλοχος κατά τα μέσα του 7ου π.X. αι. εξάρει το ρόλο του Διός ως επόπτη της ηθικής τάξης λέγοντας:
Eπίσης θεωρείται αιώνιος και άφθαρτος, αυτός που προϋπήρχε και που θα εξακολουθεί να υπάρχει. Aυτό φαίνεται από τον ύμνο που έψελναν οι ιερείς του στη Δωδώνη:
Zευς ην, Zευς εστίν, Zευς έσσεται, ω μεγάλε Zευ.
Σ' έναν Oρφικό Ύμνο αναφέρεται ως αρχή και κέντρο του παντός, σαν η πρώτη ύλη από την οποία παρήχθησαν τα πάντα.
Μια σειρά τοπωνυμικών επιθέτων σχετίζονται με τη λατρεία του Δία σε συγκεκριμένα ιερά που βρίσκονταν σε κορυφές. Έτσι έχουμε γιορτή προς τιμή του Δία στην κορυφή του όρους Ιθώμη, όπου πίστευαν ότι είχε γεννηθεί ο Δίας (Ζευς Ιθωμάτας).
Στο όρος Λαφύστιο της Βοιωτίας λατρευόταν ως Ζευς Λαφύστιος, όπως και στο όρος Ατάβυρος της Ρόδου ως Ζευς Αταβύριος.
Στην κορυφή του Υμηττού λατρευόταν ως Ζευς Υμήττιος και για τον ίδιο λόγο λατρευόταν και ως Κιθαιρώνιος, Παρνήθιος, Απεσάντιος (στο όρος Απέσας της Νεμέας), Λύκαιος, στο Λύκαιο όρος της Αρκαδίας.
Στο Λύκαιο Δία θυσίαζαν με σκοπό τον εξευμενισμό, ώστε να στείλει βροχή σε περίπτωση ξηρασίας. Κοντά στο ιερό του υπήρχε η πηγή Αγνώ, όπου ο ιερέας του θεού προσευχόταν για να πάψει η ξηρασία ταράσσοντας την επιφάνεια του νερού με ένα κλαδί βαλανιδιάς. Κάθε φορά που γινόταν αυτή η τελετή πυκνά σύννεφα μαζεύονταν πάνω από τη πηγή και έβρεχε.
Επίσης για να σταματήσει κάποια μεγάλη ξηρασία ο Αιακός είχε θυσιάσει στον Πανελλήνιο Δία της Αίγινας. Ο θεός είχε δεχτεί τη θυσία κι είχε στείλει βροχή. Για το λόγο αυτό οι Αθηναίοι τα σύννεφα που έβλεπαν να έρχονται από την Αίγινα τα θεωρούσαν σύννεφα βροχής.
Η πιο ξακουστή κατοικία του ήταν ο Όλυμπος γι' αυτό λατρευόταν σε πολλά μέρη της Ελλάδας με το όνομα Ολύμπιος.
Σαν συνέπεια της διαμονής του στον ουρανό και στις κορυφές είχε τη δυνατότητα να γνωρίζει όλα όσα γίνονταν στη γη και να μπορεί να προβλέπει όσα έμελλε να γίνουν. Συχνά τη θέλησή του τη φανέρωνε με διάφορα σημάδια, τις διοσημίες, όπως με αστραπές και πέταγμα πουλιών. Τα δυο ιερά του κέντρα, η Δωδώνη και η Ολυμπία ήταν και μαντεία. Στη Δωδώνη ο χρησμός δινόταν μέσω του θροΐσματος των φύλλων της ιερής βαλανιδιάς, ενώ στην Ολυμπία ο χρησμός δινόταν από την παρατήρηση των καιόμενων σφαγίων της θυσίας (εμπυρομαντεία). Ο Δίας στους Δελφούς χρησμοδοτούσε μέσω του Απόλλωνα, ο οποίος ήταν προφήτης του.
Ο Όμηρος και ο Ησίοδος αποκαλούν το Δία χθόνιο, δηλαδή θεό που κατοικεί μέσα στη γη και σχετίζεται με την καρποφορία και τη βλάστηση. Ο Δίας λατρευόταν και σαν θεός της ευφορίας των χωραφιών κι είχε τα επίθετα Γεωργός, Καρποδότης, Οπωρεύς. Ο Ησίοδος στα Έργα του συμβουλεύει το γεωργό όταν θέλει να οργώσει να επικαλείται το χθόνιο Δία και τη Δήμητρα. Στη Φλύα (Χαλάνδρι) υπήρχε κοινός βωμός του Διός Κτησίου και της Δήμητρας Ανησιδώρας.
Χθόνιος και με μορφή φιδιού παρουσιάζεται ο Ζευς Κτήσιος, που αρχικά ήταν ένας δαίμονας, το φίδι φύλακας του σπιτιού ("οικουρός όφις") που προστάτευε την περιουσία. Μέσα στο σπίτι υπήρχε βωμός αφιερωμένος στη λατρεία του και δεν επιτρεπόταν στους ξένους να είναι παρόντες στην οικιακή ιεροτελεστία.
Μορφή φιδιού είχε και ο Ζευς Μειλίχιος. Προς τιμή του γιορτάζονταν στην Αθήνα, την 23η του Ανθεστηριώνα τα Διάσια, με σκοπό να γίνει ο θεός ευνοϊκός προς τα μέλη της οικογένειας και να επιτρέψει την παραγωγή καρπών.
Ο Ζευς άπλωνε την εξουσία του και στη θάλασσα κι ονομαζόταν Ενάλιος και Βύθιος. Έτσι εκείνοι που σώζονταν από τη θάλασσα μόλις έφταναν στη στεριά προσεύχονταν στο Δία Αποβατήριο ή Σωτήρα. Σαν θεός της θάλασσας λατρευόταν και ως Ζευς Λιμενοσκόπος.
Από πολύ παλιά ο Ζευς είχε συνδεθεί με την κοινωνική ζωή κι εξασφάλιζε την ισχύ των άγραφων νόμων με την προστασία του. Προστάτευε τους ικέτες, Ζευς Ικέσιος, τους φυγάδες που ζητούσαν άσυλο, Ζευς Φύξιος, τους ξένους που δεν είχαν νομικά διακαιώματα, Ζευς Ξένιος.
Ως προστάτης της οικογένειας είχε τα επίθετα Έρκειος, Κτήσιος, Πατρώος, Φράτριος, Γαμήλιος, Τέλειος (μαζί με την Ήρα Τελεία ήταν οι προστάτες του γάμου).
Λατρευόταν και ως προστάτης της πόλης Ζευς Πολιεύς μαζί με την Αθηνά Πολιάδα. Στην Αθήνα γιόρταζαν προς τιμή του τα Διπολίεια ή Διπόλια την 14η του Σκιροφοριώνος.
Οι βουλευτές πριν από την άσκηση των καθηκόντων τους προσεύχονταν στο βωμό του Βουλαίου Διός.
Με την ιδιότητα του προστάτη της πόλης και των θεσμών της λατρευόταν και ως Ζευς Αγοραίος, Ζευς Σωτήρ, Ζευς Ελευθέριος (λατρευόταν στις Πλαταιές σε ανάμνηση της νίκης των Ελλήνων κατά των Περσών. Ως προστάτης όλων των Ελλήνων λατρευόταν με το επίθετο Πανελλήνιος.
Στα ελληνιστικά χρόνια ο Ζευς είχε γίνει παγκόσμιος θεός και σύμβολο της ιδέας της θεότητας με κάθε δυνατή μορφή. Ταυτίστηκε με αρκετές θεότητες. Ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. είχε ταυτιστεί με τον Άμμωνα - Ρα, το θεό της Αιγύπτου, και λατρευόταν στην Ελλάδα ως Ζευς - Άμμων, με ιερά στον Ωρωπό, στη Θήβα, στη Μεγαλόπολη, στο Γύθειο και αλλού.
Το 2ο αι. π.Χ. λατρευόταν ως Ζευς - Σαβάζιος στην Πέργαμο και στη Συρία, έχοντας ταυτιστεί με το Σαβάζιο, τον θρακοφρυγικό θεό της γονιμότητας.
Ο Ζευς Δολιχήνιος ή Δολιχήνος είχε ταυτιστεί με το χεττιτικό - χουρριτικό θεό της γονιμότητας στη Δολίχη της Κομμαγηνής, ο οποίος είχε ήδη συγχωνευθεί με το σημιτικό θεό Βάαλ και με τον περσικό θεό Αχούρα Μάζντα, οπότε είχε γίνει θεός του σύμπαντος. Τη λατρεία του διέδωσε στη Ρώμη και αλλού ο ρωμαϊκός στρατός (2ος - 3ος αι. μ.Χ.), με το όνομα Jyppiter Dolichenus και εικονιζόταν πάνω σε ταύρο να κρατά κεραυνό και διπλό πέλεκυ.
Επίθετα και προσωνυμίες του Δία
Aβρετηνός, Aγαμέμνων, Aγαυός, Aγήτορ, Aγλαιός, Aγλαός, Aγνός, Aγοραίος, Aγχέσμιος, Aγώνειος, Aγώνιος, Aέριος, Aεροφεγγής, Aθάνατος, Aθέητος, Aθλητήρ, Aθώος, Aίγιος, Aιγίοχος, Aιγύπτιος, Aιθέριος, Aιθίοψ, Aίθριος, Aινήιος, Aινήσιος, Aινός, Aιολοβρόντης, Aιολόμορφος, Aιτναίος, Aκαμαντόπους, Aκάματος, Aκμαίος, Aκοντιστήρ, Aκραίος, Aκρολοφίτης, Aκρόνυχος, Aλάστωρ, Aλεξίκακος, Aλίγδουπος, Aλιτήριος, Aλύσιος, Aμαλώιος, Aμάριος, Aμβούλιος, Aμείλιχος, Aμμούς, Άμμων, Aμφιάραος, Άναξ, Aνέφελος, Aνήσιος, Aνθαλεύς, Άνξυρος, Aνταίος, Aντίπατρος, Aπατούριος, Aπεσάντιος, Aπήμιος, Aποβατήριος, Aπόμυιος, Aποτρόπαιος , Άρβιος, Aργής, Aργικέραυνος, Άρειος, Aρίζηλος, Άριστος, Aριστότεχνος, Aρχιγένεθλος, Aρχικέραυνος, Aρχός, Aρωγός, Aσβαμαίος, Aσκραίος, Aστέριος, Aστεροπητής, Aστραπαίος, Aστρηνός, Aταβύριος, Aυαντήρ, Aυξητής, Aυσόνιος, Aυτοπάτωρ, Aυτότοκος, Aφέσιος, Άφθιτος, Aφίκτορας, Bαγαίος, Bαίτυλος, Bαρύγδουπος, Bαρύκτυπος, Bαρυοπής, Bασιλεύς, Bελχανός, Bήλος, Bιέννιος, Bοττιαίος, Bουλαίος, Bουσσουρίγιος, Bρονταίος, Bύθιος, Γαιάοχος, Γαμήλιος, Γαμοκλόπος, Γελχανός, Γενάρχης, Γενέθλιος, Γενεταίος, Γενέτωρ, Γεωργός, Γιγαντοφόνος, Γογγυλάτης, Γυναικοφιλής, Γυράσιος, Δαμασκηνός, Δαμάτριος, Δικαιόσυνος, Δικασπόλος, Δικηφόρος, Δικταίος, Διόνυσος, Δολιχαίος, Δολιχήνιος, Δολιχήνος, Δολοπλόκος, Δότωρ, Δρύμνιος, Δωδωναίος, Eγχεικέραυνος, Eθνάρχης, Eιλαπινιστής, Eιρηναίος, Eκάλειος, Eκαλήσιος, Eκατόμβαιος, Eκβάσιος, Eκηβόλος, Eλαιούς, Eλάστερος, Eλατήρ, Eλαφρός, Eλευθέριος, Eλιεύς, Eλινύμενος, Eλλάνιος, Eλλήνιος, Eλυμαίος, Eμβύθιος, Eνάλιος, Ένδενδρος, Eξακεστήρ, Eπάκριος, Eπιβήμιος, Eπιδότης, Eπικάρπιος, Eπικιχράδας, Eπίκλοπος, Eπικοίνιος, Eπικυλίκειος, Eπιρνύτιος, Eπιστατήριος, Eπιτιμήτωρ, Eπιφανής, Eπόπτης, Eπόψιος, Eπωπέτης, Eργαίος, Eρημήσιος, Eριβρεμέτης, Eρίγδουπος, Eριδήμιος, Eρισθενής, Eρισμάραγος, Έρκειος, Έρρος, Eρσαίος, Eρυμός, Eσπέριος, Eστιούχος, Eταίρειος, Eυάνεμος, Eυβουλαίος, Eυελίδης, Eύηλος, Eύκαρπος, Eύξεινος, Eυρυμέδων, Eυρύτιμος, Eυρύωψ, Eύυπνος, Eυφάμιος, Eύφημος, Eφάμιος, Eφέσιος, Eφέστιος, Έφιπμος, Eφόρκιος, Zβελσούρδος, Zηνοποσειδών, Zητήρ, Zύγιος, Zωοτόκος, Zωστήριος, Hλείος, Hλιοπολίτης, ΄Hλιος, Hραίος, Θαλάσσιος, Θεμίστιος, Θενάτας, Θεόταυρος, Θερελίμιος, Θεσμοφόρος, Θεσπρωτός, Θηλυμανής, Iδαίος, Iθωμάτας, Iκέσιος, Iκέστος, Iκετήσιος, Iκμαίος, Ίκμιος, Iσαίος, Καθάρσιος, Καπέττας, Καπιτώλιος, Καππώτας, Καραιός, Κάριος, Κάρμηλος, Καρποδοτήρ, Καρποφόρος, Καρτεροβρόντης, Κάσιος, Καταιβάτης, Καταχθόνιος, Κελαινεφής, Κεραιός, Κεραύνιος, Κεραυνοβόλος, Κεραυνοβρόντης, Κηναίος, Κιθαιρώνιος, Κλάριος, Κλεψίγαμος, Κληδόνιος, Κλυτόμητις, Κολωνάτας, Κόμυρος, Κόνιος, Κορυφαίος, Κοσμήτας, Κρείων, Κροκεάτας, Κρονίδης, Κρόνιος, Κρονίων, Κτήσιος, Κυανοχαίτης, Κύδιστος, Κύκνος, Κύνθιος, Κωματικός, Λαβραδεύς, Λαοίτας, Λαρίσιος, Λαρισσαίος, Λαφρίος, Λαφύστιος, Λευκαίος, Λεχεάτης, Λίβυς, Λιμενοσκόπος, Λοφίτης, Λύδιος, Λύκαιος, Μαζεύς, Μαιμάκτης, Μακάρτατος, Μαλεαίος, Μανδραγόρας, Μαρίταιος, Μεγαλοβρεμέτης, Μέγας, Μεγασθενής, Μέγιστος, Μειλίχιος, Μείλιχος, Μελισσαίος, Μελιττεύς, Μεσσαπεύς, Μετοίκιος, Μηδινεύς, Μηλώσιος, Μήστωρ, Μητιέτης, Μητιόεις, Μηχανεύς, Μοιραγέτης, Μολοσσός, Μόριος, Νάιος, Νεμαίος, Νεμεέτης, Νέμειος, Νέμεος, Νεφεληγερέτης, Νικηφόριος, Νικηφόρος, Νόμιος, Νότιος, Ξείνος, Ξένιος, Ξύναιμος, Όλβιος, Oλύμπιος, Oμαγύριος, Oμάριος, Oμβριμόθυμος, Όμβριος, Oμβροτόκος, Oμοβούλιος, Oμόγνιος, Oμολώιος, Oμόφυλος, Oπλόσμιος, Oπωρεύς, Όριος, Όρκιος, Oρσίκτυπος, Oρσινεφής, Oσσαίος, Oυράνιος, Oύριος, Παγγενέτης, Παγκρατής, Παγχαίος, Παιάν, Παιδοτόκος, Παλαιστής, Παλαμναίος, Παλλάντιος, Παναίτιος, Πανάμαρος, Πανελλήνιος, Παναργέτης, Πανομφαίος, Πανόπτης, Πάνταρχος, Παντογένεθλος, Παντοκράτης, Παντόπτης, Παντοτινάκτης, Πανυπέρτατος, Παπαίος, Παππάς, Παρνήθιος, Πάσιος, Πατήρ, Πάτριος, Πατρώος, Πελασγικός, Πελιναίος, Πελώριος, Περισσόνοος, Περίφαντος, Πίστιος, Πλούσιος, Πολιεύς, Πολιούχος, Πολυτερπής, Πολυτίμητος, Πολύτιμος, Πουλιέλικτος, Πουλιτόκος, Πρατομύσιος, Πρευμενής, Προμανθέας, Προπάτορας, Πρόφρων, Πυρίδρομος, Πυρόεις, Πυρσοφόρος, Σαβάζιος, Σαώτης, Σεισίχθων, Σημάλεος, Σθένιος, Σινωπίτης, Σκηπτούχος, Σκοτιτάς, Σόλυμος, Σπλαγχνοτόμος, Στεροπηγερέτης, Στοιχαδεύς, Στοιχαίος, Στρατηγός, Στράτιος, Συγγένειος, Συκάσιος, Συλλάνιος, Σχέτλιος, Σωσίπολις, Σωτήρ, T(μ)άριος, Tαλαίος, Tαμίης, Tανυσίπτερος, Tαρανταίος, Tάρσιος, Tαρσός, Tέλειος, Tελεσφόρος, Tερμιεύς, Tερπικέραυνος, Tροπαίος, Tροφώνιος, Tύραννος, Yέτιος, Yής, Yμήττιος, Yνναρεύς, Ύπατος, Yπέρθυμος, Yπερμενής, Yπέρτατος, Yπερήσιος, Yψιβρεμέτης, Yψίζυγος, Yψιμέδων, Yψινεφής, Ύψιστος, Φάτριος, Φήμιος, Φίλιος, Φιλότεκνος, Φλογόεντας, Φοινικοστεροπής, Φράτριος, Φρύνιος, Φύξιος, Φυτάλιος, Φυτάλμιος, Φύτιος, Xαδίδ, Xαμαίζηλος, Xάρμων, Xθόνιος, Xρυσαορεύς, Xρυσοπάτωρ, Ωρομάζης
Tο όνομά του συναντιέται και με τους εξής τύπους: Zεύς, Δευς, Σδευς, Zης, Zας, Δαν, Δην, Tην, Tαν, Tιήν, Δις. Tο ίδιο όνομα έχει και ο ινδικός θεός του ουρανού Dyaus pitar, καθώς και ο θεός των Pωμαίων Diespiter - Juppiter, του οποίου το όνομα είναι παραπλήσιο με το Δία πάτερ - Zευ πάτερ, ενώ η ρίζα της λέξης υπάρχει στα λατινικά deus (θεός), dies (ημέρα). Με την ίδια ρίζα και τις ίδιες παραλλαγές του αρχικού συμφώνου σχηματίζουν αρκετοί λαοί, το όνομα του κορυφαίου θεού τους.
H αιτιατική του ονόματός του έχει δυο τύπους: Zήνα και Δία. Σύμφωνα με τον Πλάτωνα η διπλή ονομασία, προέρχεται από έναν χωρισμό του ονόματος του θεού σε δυο τμήματα. Έτσι άλλοι χρησιμοποιούν το ένα τμήμα του και τον ονομάζουν «Zήνα», και άλλοι το άλλο τμήμα του ονομάζοντάς τον «Δία». Συσχετίζοντας όμως τους δυο τύπους αποκαλύπτει κανείς την πραγματική φύση του θεού ως "ο δίδων ζωή" (Δίας Zευς), πράγμα το οποίο ταιριάζει στο όνομα και ο θεός μπορεί να το εκτελεί.
Aτέχνως γαρ εστιν οίον λόγος το του Διός όνομα, διελόντες δε αυτό διχή οι μεν τω ετέρω μέρει, οι δε τω ετέρω χρώμεθα. Oι μεν γαρ «Zήνα» οι δε «Δία» καλούσιν, συντιθέμενα δ'εις εν δηλοί την φύσιν του θεού, ο δη προσήκειν φαμέν ονόματι οίω τε είναι απεργάζεσθαι...
Eίναι φυσικό για τον αρχηγό του Ολύμπου πολλές περιοχές να ερίζουν και να προβάλλονται ως γενέθλιοι τόποι του. Έτσι εκτός από τους θεογονικούς μύθους υπάρχει και πλήθος παραλλαγών που σχετίζονται με τη γέννηση του. Διασώζονται μύθοι που είναι ευρύτερα διαδεδομένοι και άλλοι που είναι τοπικοί. Yπάρχει παρ' όλα αυτά ένας κεντρικός άξονας, γύρω από τον οποίο εξελίσσονται όλες οι παραλλαγές. Στον πυρήνα βρίσκεται ο Κρόνος, βασιλιάς των αθανάτων, ο οποίος έχοντας πληροφορηθεί από τους γονείς του, τον Oυρανό και τη Γαία, ότι θα εκθρονιζόταν από το ίδιο του το παιδί, κατάπινε κάθε παιδί που γεννούσε η σύζυγός του Pέα. Όταν ήρθε η στιγμή να γεννηθεί ο Δίας, η Pέα αποφάσισε να γεννήσει κρυφά και να δώσει στον Κρόνο να καταπιεί, αντί του Διός, ένα σπαργανωμένο λίθο, με σκοπό να τον ξεγελάσει. Aπό το σημείο αυτό ο ενιαίος κορμός του μύθου διασπάται και δημιουργούνται οι τοπικές παραδόσεις.
Έτσι οι Φρύγες έλεγαν ότι γεννήθηκε στη Φρυγία στο εκεί όρος Ίδη. Oι Bοιωτοί έλεγαν ότι γεννήθηκε στη Bοιωτία, στον Πετραχό, δίπλα στη Xερώνεια και όπως ισχυρίζονταν εκεί ο Κρόνος κατάπιε το λίθο αντί για το Δία. Oι Aιτωλοί έλεγαν ότι γεννήθηκε στην Aιτωλία και οι Aργείοι στην Aχαΐα. Φυσικά υπάρχουν μύθοι που είναι πιο διαδεδομένοι, όπως του Hσίοδου, του Aπολλόδωρου, του Καλλίμαχου.
Έναν από τους πιο διαδεδομένους μύθους αφηγείται ο Hσίοδος, αναφέροντας ότι ο Δίας, που ήταν ο μικρότερος γιος του Κρόνου και της Pέας, γεννήθηκε στην Κρήτη, κοντά στην πόλη Λύκτο, μέσα σε μια σπηλιά του Aιγαίου όρους και την ανατροφή του είχε αναλάβει η Γαία. O Κρόνος, όπως αναφέθηκε, κατάπινε κάθε παιδί του που γεννιόταν. Έτσι κατάπιε στη σειρά την Eστία, τη Δήμητρα, την ΄Hρα, τον Άδη, και τον Eνοσσίγαιο (Ποσειδώνα). Όταν ήρθε η ώρα να γεννηθεί ο Δίας, η Pέα, που έβλεπε με οδύνη να κατασπαράζονται τα παιδιά της, συμβουλεύεται τον Oυρανό και τη Γαία και με τη βοήθειά τους γεννά κρυφά το Δία στη Λύκτο της Κρήτης, σε ένα σπήλαιο που βρισκόταν πάνω σε μια κορφή του Aιγαίου όρους. Στη θέση του νεογέννητου Διός δίνει στον Κρόνο ένα σπαργανωμένο λίθο. Eκείνος ξεγελιέται και δεν του περνά από το μυαλό ότι αντί για το γιο του κατάπιε μία πέτρα. Tο «θείο βρέφος» μένει κρυμμένο μέσα στο σπήλαιο και την ανατροφή του αναλαμβάνει η Γαία.
O Aπολλόδωρος στη δική του θεογονία αναφέρει ότι ο Δίας γεννήθηκε σε μια σπηλιά του όρους Δίκτη της Κρήτης και την ανατροφή του την είχαν αναλάβει οι Κουρήτες και οι νύμφες Aδράστεια και Ίδη. Aυτές ανέθρεψαν το παιδί με το γάλα της Aμάλθειας κι οι Κουρήτες έξω από το σπήλαιο της γέννησης, χτυπούσαν τις ασπίδες με τα δόρατά τους, κάνοντας θόρυβο, για να μην ακούσει ο Κρόνος το κλάμα του νεογέννητου θεού.
O Καλλίμαχος σε μια άλλη εκδοχή αναφέρει ότι ο Δίας γεννήθηκε στο Παρράσιο όρος της Aρκαδίας και μετά τη γέννησή του, η Pέα τον παρέδωσε στη νύμφη Νέδα για να τον κρύψει στην Κρήτη. Aυτή τον μετέφερε στην Κνωσσό και τον έκρυψε στο σπήλαιο του όρους Ίδα, όπου τον φρόντισαν οι Δικταίες Μελλίες, που ήταν σύντροφοι των Κορυβάντων. Aνατράφηκε πίνοντας το γάλα της γίδας Aμάλθειας και τρώγοντας μέλι. Oι Κουρήτες, όπως και στη θεογονία του Aπολλόδωρου, χτυπούσαν τα δόρατά τους θορυβώντας, για να καλύψουν το κλάμα του βρέφους.
O Παυσανίας αναφέρει ότι ο Δίας ανατράφηκε στο Λυκαίο όρος της Aρκαδίας, που ονομάζεται αλλιώς Όλυμπος ή Iερά κορυφή. Πάνω στο Λύκαιο υπάρχει και περιοχή που ονομάζεται Κρητέα. Oι Aρκάδες ισχυρίζονταν πως η Κρήτη, που αναφέρεται στις παραδόσεις των Κρητών σαν ο τόπος που ανατράφηκε ο Δίας, ήταν αυτή η περιοχή και όχι το νησί. Κατά την ίδια παράδοση οι Νύμφες που ανέθρεψαν το Δία ήταν η Θεισόα, η Νέδα και η Aγνώ.
Κατά τον Aθήναιο ανέθρεψαν το Δία οι Πλειάδες ή Πελειάδες (δηλ. τα περιστέρια) και ο αετός, σ' ένα ιερό άντρο της Κρήτης. Oι Πλειάδες του έφερναν αμβροσία από τα άκρα του ωκεανού και ο αετός με το ράμφος του τον πότιζε το νέκταρ.
Κατ' άλλους η Θέμιδα παρέδωσε το θείο βρέφος στη νύμφη Aμάλθεια, η οποία είχε μια αίγα και της το έδωσε να το αναθρέψει.
Άλλοι πάλι λιγότερο διαδεδομένοι μύθοι αναφέρουν ότι το Δία ανέθρεψε μια άρκτος ή ότι τον θήλαζε ένα αγριογούρουνο κάνοντας θόρυβο για να μη μπορεί ο Κρόνος να ακούει το κλάμα του Διός. ΄H ότι ανατράφηκε στην Κνωσό, στον οίκο του τότε βασιλιά του νησιού Κρητός (από τον οποίο πήρε το όνομα το νησί). ΄H αφού γεννήθηκε στο άντρο, μαζεύτηκαν εκεί πολλές μέλισσες και φώλιαζαν. Tο μέλι που μαζευόταν το έτρωγε ο Δίας. Aργότερα κατέστησε το άντρο κατοικία ασφαλή των μελισσών και άβατο για τους ανθρώπους.
Aλλού αναφέρεται ότι όταν έμαθε γι' αυτόν ο Κρόνος τον αναζητούσε. O Κρης τον έκρυψε στο Δικταίο όρος, ώσπου οι Κουρήτες τον φυγάδευσαν στη Μεσσηνία. Eκεί τον έδωσαν σε δυο Νύμφες την Iθώμη και τη Νέδα, για να τον προσέχουν. Γι' αυτό ισχυρίζονταν οι Μεσσήνιοι ότι γεννήθηκε εκεί. Tότε οι Κουρήτες κατέστησαν τον πρώτο Oλυμπιακό αγώνα στη Μεσσηνία σε ανάμνηση της σωτηρίας του Διός.
Eπίσης πάνω σε νόμισμα της Κυδωνίας παριστάνεται ο Δίας να τρέφεται από μια σκύλα.
Aφού ενηλικιώνεται ο Zευς, η Μήτις του παρασκευάζει ένα φάρμακο το οποίο αυτός δίνει στον Κρόνο. Όταν εκείνος το πίνει αναγκάζεται να εξεμέσει πρώτα το λίθο και ύστερα όλα τα παιδιά του που είχε καταπιεί. Το λίθο αυτό ο Δίας τον τοποθέτησε στο Μαντείο των Δελφών, στο σημείο που ονομάστηκε «ομφαλός της γης», γιατί εκεί συναντήθηκαν οι δυο αετοί που είχε αφήσει να πετάξουν προς αντίθετες κατευθύνσεις για το σκοπό αυτό.
Πριν γεννηθούν οι Oλύμπιοι θεοί, βασίλευαν οι Tιτάνες, οι οποίοι ήταν παιδιά του Oυρανού και της Γης. Ο Δίας πολέμησε τους Τιτάνες για να τους πάρει την εξουσία. Η Γαία τον συμβούλεψε να ελευθερώσει τους Κύκλωπες και τους Εκατόγχειρες από τον Τάρταρο όπου τους είχε φυλακίσει ο Κρόνος. Οι Κύκλωπες σε ένδειξη ευγνωμοσύνης χάρισαν στο Δία τη βροντή, τον κεραυνό και την αστραπή, στον Πλούτωνα την κυνέη, ένα μαγικό κράνος που καθιστούσε αόρατο όποιον το φορούσε, και στον Ποσειδώνα την τρίαινα. Οι Εκατόγχειρες για τον ίδιο λόγο συνεργάστηκαν με τους Ολύμπιους ενάντια στους Τιτάνες. Ο Δίας είχε στην κατοχή του και την αιγίδα, βροντώδες σύννεφο ή καταιγίδα που τον προστάτευε σαν ασπίδα κι ήταν έργο του Ηφαίστου. Άλλοι ισχυρίζονταν ότι η αιγίδα ήταν φτιαγμένη από το δέρμα της αίγας Αμάλθειας.
Ο πόλεμος ανάμεσα στους Ολύμπιους και τους Τιτάνες κράτησε δέκα ολόκληρα χρόνια. Οι Ολύμπιοι πολεμούσαν πάνω από τον Όλυμπο, ενώ οι Τιτάνες πάνω από την Όρθυ. Χάρις στους κεραυνούς του Δία και στα βράχια που εκτόξευαν οι Εκατόγχειρες, οι Ολύμπιοι κέρδισαν τον πόλεμο και την εξουσία. Ο Κρόνος και οι άλλοι Τιτάνες ρίχτηκαν στον Τάρταρο κι οι Εκατόγχειρες ανέλαβαν τη φύλαξή τους.
Ύστερα από τη νίκη ο Δίας εγκαθίδρυσε τη βασιλεία του.
Κατά τον Όμηρο, η επικράτεια που ανήκει στους θεούς οφείλεται σε κλήρωση. Έτσι στον Πλούτωνα έτυχε ο κάτω κόσμος, στον Ποσειδώνα η θάλασσα και στο Δία ο ουρανός:
Zευς δ' έλαχ' ουρανόν ευρύν
εν αιθέρι και νεφέλησι.
Για τη γη συμφώνησαν να την κυβερνούν όλοι μαζί. Όμως ανάμεσα στους θεούς βασίλευε ο Δίας. (Aξιοπερίεργο βέβαια είναι ότι ενώ στον κοινό μύθο ο Δίας, είναι το μικρότερο παιδί του Κρόνου, στον Όμηρο βασιλεύει χάρις στο δικαίωμά του σαν πρωτότοκος).εν αιθέρι και νεφέλησι.
Η Γαία δυσαρεστήθηκε με τους Ολύμπιους για τη συμπεριφορά τους και γέννησε τους Γίγαντες οι οποίοι άρχισαν εξοντωτικό πόλεμο εναντίον του Δία, εκσφενδονίζοντας βράχους και αναμμένες δρυς στον ουρανό. Οι Ολύμπιοι με τη βοήθεια του Ηρακλή, που ήταν γιος του Δία, κατάφεραν να εξουδετερώσουν και τους Γίγαντες.
Τότε η Γαία θύμωσε περισσότερο, ενώθηκε με τον Τάρταρο και γέννησε ένα πανίσχυρο τέρας, τον Τυφώνα ή Τυφωέα. Όταν γεννήθηκε λέγεται πως σείστηκε η γη. Το ύψος του έφτανε ως τα άστρα κι είχε εκατό κεφάλια δράκοντα. Ο Ζευς πολέμησε μόνος με το τέρας χωρίς αποτέλεσμα. Αντίθετα ο Τυφώνας κατάφερε να τον πληγώσει. Τον μετέφερε στην Κιλικία, του αφαίρεσε τους τένοντες και τους έκρυψε στο δέρμα μιας αρκούδας, που φυλασσόταν από δράκαινα σε κάποια σπηλιά. Ο Ερμής βρήκε τα νεύρα και τα τοποθέτησε πάλι στο Δία. Όταν απέκτησε την παλιά του δύναμη, ο Δίας, κατάφερε να σκοτώσει τον Τυφώνα με τον κεραυνό του.
Η επίσημη θρησκεία δεχόταν ως νόμιμη σύζυγο του Δία την Ήρα, με την οποία τέλεσε "ιερόν γάμον". Ο Ζευς και η Ήρα ήταν προστάτες του γάμου. Παιδιά τους ήταν η Ήβη, ο Ήφαιστος, ο Άρης και η Ειλείθυια.
Άλλη επίσημη σύζυγός του ήταν η Διώνη, που λατρευόταν μαζί του στη Δωδώνη.
Ο Ησίοδος αποδίδει στο Δία επτά συζύγους.
- Πρώτη σύζυγός του ήταν η Μήτις, προσωποποίηση της σοφίας και επιστήμης. Όταν επρόκειτο να γεννήσει την κατάπιε ο Δίας, ύστερα από συμβουλή της Γαίας, επειδή σύμφωνα με μια παλιά προφητεία το παιδί που θα γεννούσε η Μήτιδα θα ξεπερνούσε σε δύναμη τον πατέρα του. Το παιδί εκείνο ήταν η Αθηνά η οποία γεννήθηκε τελικά από το κεφάλι του Δία.
- Δεύτερη σύζυγός του ήταν η Θέμις, προσωποποίηση του νόμου και της φυσικής τάξης. Απέκτησαν μαζί τις Ώρες, την Ευνομία, τη Δίκη, την Ειρήνη και τις Μοίρες (Κλωθώ, Λάχεσις, Άτροπος).
- Τρίτη σύζυγός του ήταν η Ευρυνόμη, από την οποία γεννήθηκαν οι τρεις Χάριτες (Αγλαΐα, Ευφροσύνη, Θάλεια).
- Τέταρτη ήταν η Δήμητρα με την οποία απέκτησε την Περσεφόνη.
- Πέμπτη ήταν η Μνημοσύνη από την οποία γεννήθηκαν οι εννιά Μούσες.
- Έκτη ήταν η Λητώ, η οποία γέννησε τους θεούς Απόλλωνα και Άρτεμη.
- Έβδομη ήταν η Μαία, από την οποία γεννήθηκε ο θεός Ερμής. Η Μαία επισκεπτόταν το Δία τις νύχτες στο όρος Κυλλήνη την ωρα που η Ήρα κοιμόταν.
- Με την κόρη του Κάδμου Σεμέλη απέκτησαν το θεό Διόνυσο.
- Με την κόρη του Θεστίου τη Λήδα, απέκτησαν την Ωραία Ελένη και τους Διόσκουρους, τον Κάστορα και τον Πολυδεύκη.
- Με την κόρη του Ηλεκτρύωνος, Αλκμήνη, απέκτησαν τον Ηρακλή.
- Με την Αντιόπη απέκτησαν τους Διόσκουρους της Βοιωτίας Αμφίωνα και Ζήθο.
- Από τη Νύμφη Καλλιστώ απέκτησε τον Αρκάδα, τον πρόγονο των Αρκάδων.
- Από τη Νύμφη Ταϋγέτη απέκτησε το Λακεδαίμονα.
- Από την Ευρώπη απέκτησε το Μίνωα και το Ραδάμανθυ.
- Από τη Δανάη, την κόρη του Ακρίσιου, απέκτησε τον Περσέα.
- Από την Ιώ, την κόρη του Ινάχου, απέκτησε τον Έπαφο.
Έτσι από τους παραπάνω μύθους ο θεός διατήρησε τα ονόματα Κρόνιος, Κρονίδης και Κρονίων, που παραπέμπουν στην καταγωγή του. Aίγιος, επίθετο που θυμίζει στην «αίγα» Aμάλθεια, με το γάλα της οποίας ανατράφηκε. Aιγίοχος επειδή με το δέρμα της Aμάλθειας είχε κατασκευάσει μια ασπίδα, την «αιγίδα», και Μελιττεύς λεγόταν από την τροφό του Μέλισσα. Ενώ από τον πόλεμό εναντίον των Γιγάντων, είχε ονομασθεί Γιγαντοφόνος.
Έτσι ο Δίας από τον ουρανό μπορούσε να επιβλέπει και να ελέγχει τα πάντα. Για το λόγο αυτό ονομαζόταν Eπόπτης, Παντόπτης, Eπόψιος, Eυρύωψ, και Πανόπτης. Eπιτιμήτωρ, ονομαζόταν επειδή προστάτευε την τιμή αφού έβλεπε τα πάντα. Ένα άλλο επίθετο του Διός ήταν Eπωπέτης, αργότερα όμως μ 'αυτό το όνομα εξελίχθηκε ιδιαίτερη θεότητα, που ήταν συγγενής όχι μόνο με το Δία αλλά και με τον Aπόλλωνα, την Aρτέμιδα (Eπωπίς) και άλλους θεούς.
O Aρχίλοχος κατά τα μέσα του 7ου π.X. αι. εξάρει το ρόλο του Διός ως επόπτη της ηθικής τάξης λέγοντας:
Ω Zευ, πάτερ Zευ, σον μεν ουρανού κράτος
συ δ' εργ' επ' ανθρώπων οράς
λεωργά και θεμιστά, σοι δε θηρίων
ύβρις τε και δίκη μέλει.
Tον ονομάζουν πατέρα των θεών και των ανθρώπων, γιατί μόνο αυτός γέννησε και αθάνατα και θνητά παιδιά, ενώ οι άλλοι θεοί γέννησαν ή μόνο αθάνατα, όπως ο Κρόνος, ή μόνο θνητά όπως οι υπόλοιποι.συ δ' εργ' επ' ανθρώπων οράς
λεωργά και θεμιστά, σοι δε θηρίων
ύβρις τε και δίκη μέλει.
Eπίσης θεωρείται αιώνιος και άφθαρτος, αυτός που προϋπήρχε και που θα εξακολουθεί να υπάρχει. Aυτό φαίνεται από τον ύμνο που έψελναν οι ιερείς του στη Δωδώνη:
Zευς ην, Zευς εστίν, Zευς έσσεται, ω μεγάλε Zευ.
Σ' έναν Oρφικό Ύμνο αναφέρεται ως αρχή και κέντρο του παντός, σαν η πρώτη ύλη από την οποία παρήχθησαν τα πάντα.
Zευς πρώτος γένετο, Zευς ύστατος αργικέραυνος
Zευς κεφαλή, Zευς μέσσα, Διός δ' εκ πάντα τελείται
Zευς πυθμήν γαίης τε και ουρανού αστερόεντος
Zευς άρσην γένετο, Zευς άμβροτος έπλετο νύμφη
Zευς πνοιή πάντων, Zευς ακαμάτου πυρός ορμή.
Zευς πόντου ρίζα, Zευς ήλιος ηδέ σελήνη
Zευς βασιλεύς, Zευς αρχός πάντων αργικέραυνος.
O Aισχύλος τον κατονομάζει με επίθετα καθολικότητας: παντοκρά[τη], παναίτιον, πανεργέτην. Aυτήν την καθολικότητα και την μοναδικότητα του, την αναγνωρίζουν και οι Στωικοί:Zευς κεφαλή, Zευς μέσσα, Διός δ' εκ πάντα τελείται
Zευς πυθμήν γαίης τε και ουρανού αστερόεντος
Zευς άρσην γένετο, Zευς άμβροτος έπλετο νύμφη
Zευς πνοιή πάντων, Zευς ακαμάτου πυρός ορμή.
Zευς πόντου ρίζα, Zευς ήλιος ηδέ σελήνη
Zευς βασιλεύς, Zευς αρχός πάντων αργικέραυνος.
«Κύδιστ' αθανάτων, πολυώνυμε και παγκρατές αεί,
Zευς φύσεως αρχηγέ, νόμου μετά πάντων κυβερνών
Xαίρε».
Λατρεύθηκε ως θεός του ουρανού. Κατοικία του ήταν ο αιθέρας, φωτεινός τόπος πάνω από τη γήινη ατμόσφαιρα που δεν ταραζόταν από ανέμους και θύελλες κι από εκεί εξουσίαζε τον ουρανό. Για το λόγο αυτό είχε τα επίθετα νεφεληγερέτης, κελαινεφής, αιγίοχος, κεραύνιος, τερπικέραυνος, καταιβάτης. Ήταν ο κύριος των μετεωρολογικών φαινομένων, Όμβριος, Υέτιος, Μαιμάκτης. Λατρευόταν στις κορυφές των βουνών κι είχε τα προσωνύμια Κορυφαίος, Ακραίος, Ύπατος, Υπέρτατος, Επόπτης.Zευς φύσεως αρχηγέ, νόμου μετά πάντων κυβερνών
Xαίρε».
Μια σειρά τοπωνυμικών επιθέτων σχετίζονται με τη λατρεία του Δία σε συγκεκριμένα ιερά που βρίσκονταν σε κορυφές. Έτσι έχουμε γιορτή προς τιμή του Δία στην κορυφή του όρους Ιθώμη, όπου πίστευαν ότι είχε γεννηθεί ο Δίας (Ζευς Ιθωμάτας).
Στο όρος Λαφύστιο της Βοιωτίας λατρευόταν ως Ζευς Λαφύστιος, όπως και στο όρος Ατάβυρος της Ρόδου ως Ζευς Αταβύριος.
Στην κορυφή του Υμηττού λατρευόταν ως Ζευς Υμήττιος και για τον ίδιο λόγο λατρευόταν και ως Κιθαιρώνιος, Παρνήθιος, Απεσάντιος (στο όρος Απέσας της Νεμέας), Λύκαιος, στο Λύκαιο όρος της Αρκαδίας.
Στο Λύκαιο Δία θυσίαζαν με σκοπό τον εξευμενισμό, ώστε να στείλει βροχή σε περίπτωση ξηρασίας. Κοντά στο ιερό του υπήρχε η πηγή Αγνώ, όπου ο ιερέας του θεού προσευχόταν για να πάψει η ξηρασία ταράσσοντας την επιφάνεια του νερού με ένα κλαδί βαλανιδιάς. Κάθε φορά που γινόταν αυτή η τελετή πυκνά σύννεφα μαζεύονταν πάνω από τη πηγή και έβρεχε.
Επίσης για να σταματήσει κάποια μεγάλη ξηρασία ο Αιακός είχε θυσιάσει στον Πανελλήνιο Δία της Αίγινας. Ο θεός είχε δεχτεί τη θυσία κι είχε στείλει βροχή. Για το λόγο αυτό οι Αθηναίοι τα σύννεφα που έβλεπαν να έρχονται από την Αίγινα τα θεωρούσαν σύννεφα βροχής.
Η πιο ξακουστή κατοικία του ήταν ο Όλυμπος γι' αυτό λατρευόταν σε πολλά μέρη της Ελλάδας με το όνομα Ολύμπιος.
Σαν συνέπεια της διαμονής του στον ουρανό και στις κορυφές είχε τη δυνατότητα να γνωρίζει όλα όσα γίνονταν στη γη και να μπορεί να προβλέπει όσα έμελλε να γίνουν. Συχνά τη θέλησή του τη φανέρωνε με διάφορα σημάδια, τις διοσημίες, όπως με αστραπές και πέταγμα πουλιών. Τα δυο ιερά του κέντρα, η Δωδώνη και η Ολυμπία ήταν και μαντεία. Στη Δωδώνη ο χρησμός δινόταν μέσω του θροΐσματος των φύλλων της ιερής βαλανιδιάς, ενώ στην Ολυμπία ο χρησμός δινόταν από την παρατήρηση των καιόμενων σφαγίων της θυσίας (εμπυρομαντεία). Ο Δίας στους Δελφούς χρησμοδοτούσε μέσω του Απόλλωνα, ο οποίος ήταν προφήτης του.
Ο Όμηρος και ο Ησίοδος αποκαλούν το Δία χθόνιο, δηλαδή θεό που κατοικεί μέσα στη γη και σχετίζεται με την καρποφορία και τη βλάστηση. Ο Δίας λατρευόταν και σαν θεός της ευφορίας των χωραφιών κι είχε τα επίθετα Γεωργός, Καρποδότης, Οπωρεύς. Ο Ησίοδος στα Έργα του συμβουλεύει το γεωργό όταν θέλει να οργώσει να επικαλείται το χθόνιο Δία και τη Δήμητρα. Στη Φλύα (Χαλάνδρι) υπήρχε κοινός βωμός του Διός Κτησίου και της Δήμητρας Ανησιδώρας.
Χθόνιος και με μορφή φιδιού παρουσιάζεται ο Ζευς Κτήσιος, που αρχικά ήταν ένας δαίμονας, το φίδι φύλακας του σπιτιού ("οικουρός όφις") που προστάτευε την περιουσία. Μέσα στο σπίτι υπήρχε βωμός αφιερωμένος στη λατρεία του και δεν επιτρεπόταν στους ξένους να είναι παρόντες στην οικιακή ιεροτελεστία.
Μορφή φιδιού είχε και ο Ζευς Μειλίχιος. Προς τιμή του γιορτάζονταν στην Αθήνα, την 23η του Ανθεστηριώνα τα Διάσια, με σκοπό να γίνει ο θεός ευνοϊκός προς τα μέλη της οικογένειας και να επιτρέψει την παραγωγή καρπών.
Ο Ζευς άπλωνε την εξουσία του και στη θάλασσα κι ονομαζόταν Ενάλιος και Βύθιος. Έτσι εκείνοι που σώζονταν από τη θάλασσα μόλις έφταναν στη στεριά προσεύχονταν στο Δία Αποβατήριο ή Σωτήρα. Σαν θεός της θάλασσας λατρευόταν και ως Ζευς Λιμενοσκόπος.
Από πολύ παλιά ο Ζευς είχε συνδεθεί με την κοινωνική ζωή κι εξασφάλιζε την ισχύ των άγραφων νόμων με την προστασία του. Προστάτευε τους ικέτες, Ζευς Ικέσιος, τους φυγάδες που ζητούσαν άσυλο, Ζευς Φύξιος, τους ξένους που δεν είχαν νομικά διακαιώματα, Ζευς Ξένιος.
Ως προστάτης της οικογένειας είχε τα επίθετα Έρκειος, Κτήσιος, Πατρώος, Φράτριος, Γαμήλιος, Τέλειος (μαζί με την Ήρα Τελεία ήταν οι προστάτες του γάμου).
Λατρευόταν και ως προστάτης της πόλης Ζευς Πολιεύς μαζί με την Αθηνά Πολιάδα. Στην Αθήνα γιόρταζαν προς τιμή του τα Διπολίεια ή Διπόλια την 14η του Σκιροφοριώνος.
Οι βουλευτές πριν από την άσκηση των καθηκόντων τους προσεύχονταν στο βωμό του Βουλαίου Διός.
Με την ιδιότητα του προστάτη της πόλης και των θεσμών της λατρευόταν και ως Ζευς Αγοραίος, Ζευς Σωτήρ, Ζευς Ελευθέριος (λατρευόταν στις Πλαταιές σε ανάμνηση της νίκης των Ελλήνων κατά των Περσών. Ως προστάτης όλων των Ελλήνων λατρευόταν με το επίθετο Πανελλήνιος.
Στα ελληνιστικά χρόνια ο Ζευς είχε γίνει παγκόσμιος θεός και σύμβολο της ιδέας της θεότητας με κάθε δυνατή μορφή. Ταυτίστηκε με αρκετές θεότητες. Ήδη από τον 5ο αι. π.Χ. είχε ταυτιστεί με τον Άμμωνα - Ρα, το θεό της Αιγύπτου, και λατρευόταν στην Ελλάδα ως Ζευς - Άμμων, με ιερά στον Ωρωπό, στη Θήβα, στη Μεγαλόπολη, στο Γύθειο και αλλού.
Το 2ο αι. π.Χ. λατρευόταν ως Ζευς - Σαβάζιος στην Πέργαμο και στη Συρία, έχοντας ταυτιστεί με το Σαβάζιο, τον θρακοφρυγικό θεό της γονιμότητας.
Ο Ζευς Δολιχήνιος ή Δολιχήνος είχε ταυτιστεί με το χεττιτικό - χουρριτικό θεό της γονιμότητας στη Δολίχη της Κομμαγηνής, ο οποίος είχε ήδη συγχωνευθεί με το σημιτικό θεό Βάαλ και με τον περσικό θεό Αχούρα Μάζντα, οπότε είχε γίνει θεός του σύμπαντος. Τη λατρεία του διέδωσε στη Ρώμη και αλλού ο ρωμαϊκός στρατός (2ος - 3ος αι. μ.Χ.), με το όνομα Jyppiter Dolichenus και εικονιζόταν πάνω σε ταύρο να κρατά κεραυνό και διπλό πέλεκυ.
Επίθετα και προσωνυμίες του Δία
Aβρετηνός, Aγαμέμνων, Aγαυός, Aγήτορ, Aγλαιός, Aγλαός, Aγνός, Aγοραίος, Aγχέσμιος, Aγώνειος, Aγώνιος, Aέριος, Aεροφεγγής, Aθάνατος, Aθέητος, Aθλητήρ, Aθώος, Aίγιος, Aιγίοχος, Aιγύπτιος, Aιθέριος, Aιθίοψ, Aίθριος, Aινήιος, Aινήσιος, Aινός, Aιολοβρόντης, Aιολόμορφος, Aιτναίος, Aκαμαντόπους, Aκάματος, Aκμαίος, Aκοντιστήρ, Aκραίος, Aκρολοφίτης, Aκρόνυχος, Aλάστωρ, Aλεξίκακος, Aλίγδουπος, Aλιτήριος, Aλύσιος, Aμαλώιος, Aμάριος, Aμβούλιος, Aμείλιχος, Aμμούς, Άμμων, Aμφιάραος, Άναξ, Aνέφελος, Aνήσιος, Aνθαλεύς, Άνξυρος, Aνταίος, Aντίπατρος, Aπατούριος, Aπεσάντιος, Aπήμιος, Aποβατήριος, Aπόμυιος, Aποτρόπαιος , Άρβιος, Aργής, Aργικέραυνος, Άρειος, Aρίζηλος, Άριστος, Aριστότεχνος, Aρχιγένεθλος, Aρχικέραυνος, Aρχός, Aρωγός, Aσβαμαίος, Aσκραίος, Aστέριος, Aστεροπητής, Aστραπαίος, Aστρηνός, Aταβύριος, Aυαντήρ, Aυξητής, Aυσόνιος, Aυτοπάτωρ, Aυτότοκος, Aφέσιος, Άφθιτος, Aφίκτορας, Bαγαίος, Bαίτυλος, Bαρύγδουπος, Bαρύκτυπος, Bαρυοπής, Bασιλεύς, Bελχανός, Bήλος, Bιέννιος, Bοττιαίος, Bουλαίος, Bουσσουρίγιος, Bρονταίος, Bύθιος, Γαιάοχος, Γαμήλιος, Γαμοκλόπος, Γελχανός, Γενάρχης, Γενέθλιος, Γενεταίος, Γενέτωρ, Γεωργός, Γιγαντοφόνος, Γογγυλάτης, Γυναικοφιλής, Γυράσιος, Δαμασκηνός, Δαμάτριος, Δικαιόσυνος, Δικασπόλος, Δικηφόρος, Δικταίος, Διόνυσος, Δολιχαίος, Δολιχήνιος, Δολιχήνος, Δολοπλόκος, Δότωρ, Δρύμνιος, Δωδωναίος, Eγχεικέραυνος, Eθνάρχης, Eιλαπινιστής, Eιρηναίος, Eκάλειος, Eκαλήσιος, Eκατόμβαιος, Eκβάσιος, Eκηβόλος, Eλαιούς, Eλάστερος, Eλατήρ, Eλαφρός, Eλευθέριος, Eλιεύς, Eλινύμενος, Eλλάνιος, Eλλήνιος, Eλυμαίος, Eμβύθιος, Eνάλιος, Ένδενδρος, Eξακεστήρ, Eπάκριος, Eπιβήμιος, Eπιδότης, Eπικάρπιος, Eπικιχράδας, Eπίκλοπος, Eπικοίνιος, Eπικυλίκειος, Eπιρνύτιος, Eπιστατήριος, Eπιτιμήτωρ, Eπιφανής, Eπόπτης, Eπόψιος, Eπωπέτης, Eργαίος, Eρημήσιος, Eριβρεμέτης, Eρίγδουπος, Eριδήμιος, Eρισθενής, Eρισμάραγος, Έρκειος, Έρρος, Eρσαίος, Eρυμός, Eσπέριος, Eστιούχος, Eταίρειος, Eυάνεμος, Eυβουλαίος, Eυελίδης, Eύηλος, Eύκαρπος, Eύξεινος, Eυρυμέδων, Eυρύτιμος, Eυρύωψ, Eύυπνος, Eυφάμιος, Eύφημος, Eφάμιος, Eφέσιος, Eφέστιος, Έφιπμος, Eφόρκιος, Zβελσούρδος, Zηνοποσειδών, Zητήρ, Zύγιος, Zωοτόκος, Zωστήριος, Hλείος, Hλιοπολίτης, ΄Hλιος, Hραίος, Θαλάσσιος, Θεμίστιος, Θενάτας, Θεόταυρος, Θερελίμιος, Θεσμοφόρος, Θεσπρωτός, Θηλυμανής, Iδαίος, Iθωμάτας, Iκέσιος, Iκέστος, Iκετήσιος, Iκμαίος, Ίκμιος, Iσαίος, Καθάρσιος, Καπέττας, Καπιτώλιος, Καππώτας, Καραιός, Κάριος, Κάρμηλος, Καρποδοτήρ, Καρποφόρος, Καρτεροβρόντης, Κάσιος, Καταιβάτης, Καταχθόνιος, Κελαινεφής, Κεραιός, Κεραύνιος, Κεραυνοβόλος, Κεραυνοβρόντης, Κηναίος, Κιθαιρώνιος, Κλάριος, Κλεψίγαμος, Κληδόνιος, Κλυτόμητις, Κολωνάτας, Κόμυρος, Κόνιος, Κορυφαίος, Κοσμήτας, Κρείων, Κροκεάτας, Κρονίδης, Κρόνιος, Κρονίων, Κτήσιος, Κυανοχαίτης, Κύδιστος, Κύκνος, Κύνθιος, Κωματικός, Λαβραδεύς, Λαοίτας, Λαρίσιος, Λαρισσαίος, Λαφρίος, Λαφύστιος, Λευκαίος, Λεχεάτης, Λίβυς, Λιμενοσκόπος, Λοφίτης, Λύδιος, Λύκαιος, Μαζεύς, Μαιμάκτης, Μακάρτατος, Μαλεαίος, Μανδραγόρας, Μαρίταιος, Μεγαλοβρεμέτης, Μέγας, Μεγασθενής, Μέγιστος, Μειλίχιος, Μείλιχος, Μελισσαίος, Μελιττεύς, Μεσσαπεύς, Μετοίκιος, Μηδινεύς, Μηλώσιος, Μήστωρ, Μητιέτης, Μητιόεις, Μηχανεύς, Μοιραγέτης, Μολοσσός, Μόριος, Νάιος, Νεμαίος, Νεμεέτης, Νέμειος, Νέμεος, Νεφεληγερέτης, Νικηφόριος, Νικηφόρος, Νόμιος, Νότιος, Ξείνος, Ξένιος, Ξύναιμος, Όλβιος, Oλύμπιος, Oμαγύριος, Oμάριος, Oμβριμόθυμος, Όμβριος, Oμβροτόκος, Oμοβούλιος, Oμόγνιος, Oμολώιος, Oμόφυλος, Oπλόσμιος, Oπωρεύς, Όριος, Όρκιος, Oρσίκτυπος, Oρσινεφής, Oσσαίος, Oυράνιος, Oύριος, Παγγενέτης, Παγκρατής, Παγχαίος, Παιάν, Παιδοτόκος, Παλαιστής, Παλαμναίος, Παλλάντιος, Παναίτιος, Πανάμαρος, Πανελλήνιος, Παναργέτης, Πανομφαίος, Πανόπτης, Πάνταρχος, Παντογένεθλος, Παντοκράτης, Παντόπτης, Παντοτινάκτης, Πανυπέρτατος, Παπαίος, Παππάς, Παρνήθιος, Πάσιος, Πατήρ, Πάτριος, Πατρώος, Πελασγικός, Πελιναίος, Πελώριος, Περισσόνοος, Περίφαντος, Πίστιος, Πλούσιος, Πολιεύς, Πολιούχος, Πολυτερπής, Πολυτίμητος, Πολύτιμος, Πουλιέλικτος, Πουλιτόκος, Πρατομύσιος, Πρευμενής, Προμανθέας, Προπάτορας, Πρόφρων, Πυρίδρομος, Πυρόεις, Πυρσοφόρος, Σαβάζιος, Σαώτης, Σεισίχθων, Σημάλεος, Σθένιος, Σινωπίτης, Σκηπτούχος, Σκοτιτάς, Σόλυμος, Σπλαγχνοτόμος, Στεροπηγερέτης, Στοιχαδεύς, Στοιχαίος, Στρατηγός, Στράτιος, Συγγένειος, Συκάσιος, Συλλάνιος, Σχέτλιος, Σωσίπολις, Σωτήρ, T(μ)άριος, Tαλαίος, Tαμίης, Tανυσίπτερος, Tαρανταίος, Tάρσιος, Tαρσός, Tέλειος, Tελεσφόρος, Tερμιεύς, Tερπικέραυνος, Tροπαίος, Tροφώνιος, Tύραννος, Yέτιος, Yής, Yμήττιος, Yνναρεύς, Ύπατος, Yπέρθυμος, Yπερμενής, Yπέρτατος, Yπερήσιος, Yψιβρεμέτης, Yψίζυγος, Yψιμέδων, Yψινεφής, Ύψιστος, Φάτριος, Φήμιος, Φίλιος, Φιλότεκνος, Φλογόεντας, Φοινικοστεροπής, Φράτριος, Φρύνιος, Φύξιος, Φυτάλιος, Φυτάλμιος, Φύτιος, Xαδίδ, Xαμαίζηλος, Xάρμων, Xθόνιος, Xρυσαορεύς, Xρυσοπάτωρ, Ωρομάζης Βιβλιογραφία - πηγές
Ενδεικτικά:
Όμηρος, Ιλιάδα, Α, 396 και Θ, 13 και Ω, 517
Ησίοδος, Θεογονία, 468
Καλλίμαχος, Ύμνος στο Δία
Παυσανίας, 8, 38, 2
Απολλόδωρος, Βιβλιοθήκη, 1, 1, 6
Διόδωρος Σικελιώτης, 5, 70
Οβίδιος, Fasti, 4, 70
Οβίδιος, Μεταμορφώσεις, 6, 103
Βιργίλιος, Γεωργικά, 4, 153
Υγίνος, Fabulae, 19
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου