Τετάρτη 4 Ιανουαρίου 2023

ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΝΤΟΚΟΥΜΕΝΤΑ ΚΑΤΑΡΡΙΠΤΟΥΝ ΤΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΤΟΥ ΝΑΖΩΡΑΙΟΥ!!ΒΙΝΤΕΟ

 


Ιησούς Χριστός, δεν  υπήρξε ποτέ!!!(μέρος α') ... Πριν από αρκετά χρόνια, όταν ζούσα μόνιμα στο εξωτερικό, άκουσα σε μια δημόσια συζήτηση ότι η ύπαρξη του Ιησού ως φυσικού προσώπου δεν είναι ιστορικά τεκμηριωμένη. Ανάμεσα στους ομιλητές ήταν και ένας κληρικός, ο οποίος κανονικά θα έπρεπε να παρέμβει εξοργισμένος για να διορθώσει την τοποθέτηση του ασεβή προλαλήσαντα. Δεν

συνέβη, όμως, τίποτα και η συζήτηση συνεχίστηκε σαν να μίλαγαν για την πιθανότητα ύπαρξης ενός μυθικού προσώπου, π.χ. του βασιλιά των Αθηνών Κόδρου. Η σύγκριση είναι σίγουρα ετεροβαρής, γιατί ο Ιησούς αναφέρεται κάθε μέρα με ανθρώπινες και θεϊκές ιδιότητες από εκατομμύρια ανθρώπους και θεωρείται ο ιδρυτής μιας θρησκείας που έγινε παγκόσμια (με τα όπλα του ρωμαϊκού στρατού, βέβαια!), ενώ τον Κόδρο ελάχιστοι τον έχουν ακούσει. Έκτοτε αποφάσισα να ψάξω το θέμα συστηματικά, να αναζητήσω τις πηγές και τις ιστορικές μελέτες. Το έκανα και, τελικά, διαπίστωσα πάρα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, καταρχάς ότι και διάφοροι Έλληνες, επιφανείς μελετητές (Μπέγζος) της χριστιανικής ιστορίας αμφιβάλλουν ότι υπήρξε ως ιστορικό πρόσωπο ο Ιησούς. 

Για τη ζωή του Ιησού δεν υπάρχουν σημαντικές πληροφορίες, εκτός των Ευαγγελίων, τα οποία όμως, όπως όλα τα ιερά βιβλία των θρησκειών, δεν θεωρούνται έγκυρα ιστορικά συγγράμματα. Αλλά ακόμα και ανώτεροι εκκλησιαστικοί παράγοντες υποβαθμίζουν τη σημασία των Ευαγγελίων, αναφέροντας ότι: «Πηγή της πίστεώς μας δεν είναι τα Ευαγγέλια... αλλά η αποκαλυπτική αλήθεια... όπως καθορίστηκε και οριοθετήθηκε από τις Οικουμενικές Συνόδους» (μητροπολίτης Ναυπακτίας Ιερόθεος, ΤΟ ΒΗΜΑ, 15/4/2006). Αυτό σημαίνει ότι τίποτα σταθερό (γραπτό) δεν υπάρχει, παρά τις συνεχείς αναφορές σε λόγια που είπαν ο Ιησούς, ο Παύλος, ο Πέτρος κλπ. Για κάθε εποχή ισχύει λοιπόν αυτό που επιβάλλει η συγκυρία και εξυπηρετεί τον εκκλησιαστικό μηχανισμό. Έτσι, «η χριστιανική πίστη προσαρμόζεται στις συνθήκες και στα αιτήματα κάθε τόπου και κάθε εποχής» (προμετωπίδα θεολογικής Σχολής Πανεπ. Αθήνας) - τουτέστιν ο ορισμός του καιροσκοπισμού. Τα ιστορικά στοιχεία Η σύγκριση είναι σίγουρα ετεροβαρής, γιατί ο Ιησούς αναφέρεται κάθε μέρα με ανθρώπινες και θεϊκές ιδιότητες από εκατομμύρια ανθρώπους και θεωρείται ο ιδρυτής μιας θρησκείας που έγινε παγκόσμια (με τα όπλα του ρωμαϊκού στρατού, βέβαια!), ενώ τον Κόδρο ελάχιστοι τον έχουν ακούσει. Έκτοτε αποφάσισα να ψάξω το θέμα συστηματικά, να αναζητήσω τις πηγές και τις ιστορικές μελέτες. Το έκανα και, τελικά, διαπίστωσα πάρα πολύ ενδιαφέροντα πράγματα, καταρχάς ότι και διάφοροι Έλληνες, επιφανείς μελετητές (Μπέγζος) της χριστιανικής ιστορίας αμφιβάλλουν ότι υπήρξε ως ιστορικό πρόσωπο ο Ιησούς. Για τη ζωή του Ιησού δεν υπάρχουν σημαντικές πληροφορίες, εκτός των Ευαγγελίων, τα οποία όμως, όπως όλα τα ιερά βιβλία των θρησκειών, δεν θεωρούνται έγκυρα ιστορικά συγγράμματα. Αλλά ακόμα και ανώτεροι εκκλησιαστικοί παράγοντες υποβαθμίζουν τη σημασία των Ευαγγελίων, αναφέροντας ότι: «Πηγή της πίστεώς μας δεν είναι τα Ευαγγέλια... αλλά η αποκαλυπτική αλήθεια... όπως καθορίστηκε και οριοθετήθηκε από τις Οικουμενικές Συνόδους» (μητροπολίτης Ναυπακτίας Ιερόθεος, ΤΟ ΒΗΜΑ, 15/4/2006). Αυτό σημαίνει ότι τίποτα σταθερό (γραπτό) δεν υπάρχει, παρά τις συνεχείς αναφορές σε λόγια που είπαν ο Ιησούς, ο Παύλος, ο Πέτρος κλπ. Για κάθε εποχή ισχύει λοιπόν αυτό που επιβάλλει η συγκυρία και εξυπηρετεί τον εκκλησιαστικό μηχανισμό. Έτσι, «η χριστιανική πίστη προσαρμόζεται στις συνθήκες και στα αιτήματα κάθε τόπου και κάθε εποχής» (προμετωπίδα θεολογικής Σχολής Πανεπ. Αθήνας) - τουτέστιν ο ορισμός του καιροσκοπισμού. Τα ιστορικά στοιχεία Οι λιγοστές πληροφορίες από εξωβιβλικές πηγές, όπως τα έργα των Σουητώνιου, Ιώσηπου και Τάκιτου ή το Ταλμούδ, δεν είναι σύγχρονες του Ιησού και αναφέρονται έμμεσα σ' αυτόν, χωρίς να δίνουν αξιόλογες πληροφορίες, κυρίως όμως, θεωρούνται πολύ αμφίβολης εγκυρότητας. Καταρχάς, ο Φίλων ο Αλεξανδρινός (Philo Alexandrinus, ~20 π.Χ.- 54 μ.Χ.), Εβραίος φιλόσοφος με θαυμασμό προς τον ελληνικό πολιτισμό, ο οποίος είχε ενεργό ρόλο εκπροσώπησης των Εβραίων στη Ρώμη, έγραψε σημαντικά ιστορικά και φιλοσοφικά έργα, αλλά δεν αναφέρει τίποτα για τον Ιησού και τη διδασκαλία του, ενώ περιγράφει στα έργα του μέχρι και ασήμαντες λεπτομέρειες από τη ζωή των Ιουδαίων της εποχής του. Επίσης ο Τιβέριος Αλέξανδρος (Tiberius Iulius Alexander, ~10- ~70μ.Χ.), που ήταν στρατιωτικός και διοικητικός εκπρόσωπος της Ρώμης στην Ιουδαία και ανώτερος άρχοντας των Ιουδαίων στην Αίγυπτο, ανιψιός του προαναφερθέντος Φίλωνα, και επίσης συγγραφέας της ιουδαϊκής ιστορίας, δεν αναφέρει στα έργα του τίποτα απολύτως για κάποιον Ιησού που συγκινούσε τον κόσμο, τη θρυλούμενη ανάστασή του και πιθανούς οπαδούς του. Εδώ συμβαίνουν κοσμοϊστορικά γεγονότα που ανατρέπουν τους νόμους της φύσης και της λογικής, όπως τα περιγράφει ο ευαγγελιστής Ματθαίος (27.50-54): «ο δε Ιησούς κράξας αφήκε το πνεύμα. Και το καταπέτασμα του Ναού εσχίσθη... και η γη εσείσθη και οι πέτρες εσχίσθησαν» και ο Φίλων με τον ανιψιό του, δεν αντελήφθησαν τίποτα. Και πέραν αυτού: «τα μνημεία άνοιξαν και πολλά σώματα των νεκρών αγίων ηγέρθησαν και εξελθόντες εκ των μνημείων μετά την έγερση (ανάσταση) αυτού (του Ιησού) εισήλθαν εις την άγια πόλη και ενεφανίσθησαν σε πολλούς». Δηλαδή, κυκλοφορούσαν «άγιοι» της (χριστιανικής;) θρησκείας και κανείς δεν τους συνάντησε, έστω τον Αβραάμ και τον Μωυσή ή κάποιους άλλους. Αν πράγματι είχαν συμβεί επί των ημερών του οι πολλαπλές και μαζικές συναθροίσεις «πιστών» ή περίεργων, αν είχαν συμβεί τα ιαματικά και διατροφικά θαύματα που περιγράφονται στα Ευαγγέλια, αν είχαν αναστηθεί «άγιοι» άνθρωποι, σίγουρα θα υπήρχε κάποια αναφορά στα συγγράμματα του Φίλωνα και του Τιβέριου. Αυτό μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι, είτε δεν συνέβη τίποτα από αυτά, είτε διαδίδονταν τέτοια γεγονότα τόσο συχνά και από τόσους πολλούς θαυματοποιούς δάσκαλους, ώστε να μην θεωρούνται, έστω και ως ασήμαντα περιστατικά, άξια αναφοράς. Ο Ιώσηπος Φλάβιος (Josephus Flavius, 37-100 μ.Χ.), στρατιωτικός και ιστορικός με αριστοκρατική καταγωγή και θρησκευτική μόρφωση, έζησε στην Παλαιστίνη και αιχμαλωτίστηκε (67 μ.Χ.) από τους Ρωμαίους στον ιουδαϊκό πόλεμο που κατέληξε στην καταστροφή της Ιερουσαλήμ (70 μ.Χ.) Στα βιβλία του «Πόλεμος των Ιουδαίων» και «Ιουδαϊκές Αρχαιότητες» περιγράφει ο Ιώσηπος με λεπτομέρειες διάφορα περιστατικά από την απώτερη και πρόσφατη ιστορία του λαού του, αναφέρεται σε διάφορες εβραϊκές αιρέσεις κτλ., δεν κάνει όμως καμιά αναφορά σε χριστιανούς. Απρόσμενα και εκτός συμφραζομένων περιγράφει όμως ο Ιώσηπος, σε κάποιο σημείο των «Ιουδαϊκών Αρχαιοτήτων», μάλλον επαινετικά, τη δραστηριότητα και τα θαύματα του Ιησού, τον οποίο αποκαλεί «μεσσία». Οι θρησκευτικά αδέσμευτοι Ιστορικοί, κρίνοντας από το γεγονός ότι ο Ιώσηπος ήταν πιστός στην ιουδαϊκή θρησκεία και διέθετε βαθιά μόρφωση για θρησκευτικά και ιστορικά θέματα, συνάγουν το συμπέρασμα ότι η αναφορά του Ιώσηπου στον Ιησού οφείλεται σε μεταγενέστερη προσθήκη στο έργο του. Αυτό ενισχύεται κι από το γεγονός ότι ο Ωριγένης (3ος αιώνας), πατέρας της χριστιανικής εκκλησίας, κατηγορεί σε κείμενό του τον Ιώσηπο ότι δεν δέχεται πως ο Ιησούς ήταν ο αναμενόμενος μεσσίας της ιουδαϊκής θρησκείας. Αντίθετα, ο Ευσέβιος που έζησε τον 4ο αιώνα, θεωρεί δεδομένη την αναφορά του Ιώσηπου στον Ιησού ως μεσσία. Έτσι συμπεραίνεται ότι η προσθήκη στα γραπτά του Ιώσηπου (XVIII, 63 κ.ε., XX, 200 κ.ε.) έγινε εκείνο το χρονικό διάστημα (βλέπε επίσης το Bautz, Kirchenlexikon - Εκκλησιαστικό Λεξικό).  Το Ταλμούδ αναφέρεται στον Ιησού σε κεφάλαιο που γράφτηκε τον 3ο αιώνα, τον ονομάζει όμως τις πιο πολλές φορές Μπεν Σταντά ή Μπεν Παντιρά και τον συνδέει με πρόσωπα και περιστατικά που συνέβησαν περίπου 100 χρόνια πριν από αυτά που αναφέρονται στα Ευαγγέλια. Την εποχή που γράφτηκε αυτό το μέρος του Ταλμούδ υπήρχε όμως ήδη εξάπλωση του χριστιανισμού και γι' αυτό είναι ανεξήγητη η αντίφαση. Πιθανολογείται λοιπόν ότι στο Ταλμούδ καταγράφηκαν όχι οι «επίσημες» χριστιανικές απόψεις, οι οποίες έτσι κι αλλιώς δεν είχαν διαμορφωθεί ακόμα, αλλά εκείνες κάποιας από τις πολλές χριστιανικές κοινότητες που είχαν δημιουργηθεί στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Ο διακεκριμένος στωικός φιλόσοφος Σενέκας (Lucius Annaeus Seneca, ~4-65 μ.Χ.) που έζησε τον 1ο χριστιανικό αιώνα, αν και εκφράζει στα έργα του φιλοσοφικές απόψεις που δεν διαφέρουν σημαντικά από αυτές του χριστιανισμού και γι' αυτό επαινείται από τους πατέρες Τερτυλλιανό και Ιερώνυμο, δεν κάνει στα έργα του καμία αναφορά στον Ιησού και στους χριστιανούς, παρότι σχολιάζει επιπτώσεις στην πολιτική της Ρώμης από διάφορα σημαντικά και ασήμαντα γεγονότα της εποχής. Γι' αυτό πιθανολογείται ότι, αυτό που καθιερώθηκε αργότερα ως «χριστιανική διδασκαλία», έχει εμπλουτιστεί, μεταξύ άλλων, με υλικό από τη φιλοσοφία του Σενέκα και όχι ότι ο Σενέκας απηχεί τις, έτσι κι αλλιώς ακόμα αδιαμόρφωτες, χριστιανικές απόψεις. Εννοείται, η ιστορία ότι ο Παύλος αλληλογραφούσε με τον Σενέκα και για επιβεβαίωση κυκλοφορούσε κάποτε μια συλλογή από επιστολές τους, αποτελεί μια ακόμα μυθοπλασία που είχε στόχο να δημιουργήσει μια λαμπερή εικόνα για τους κοινωνικά και διανοητικά ενδεείς εκπροσώπους της νέας θρησκείας.   Ο ιστορικός Τάκιτος (Publius Cornelius Tacitus, ~56-115/120), για τον οποίο υπάρχουν μόνο διάσπαρτες πληροφορίες, αναφέρεται στους χριστιανούς στο βιβλίο του «Χρονικά» με εχθρικό ύφος, πράγμα που σημαίνει ότι κατά το δεύτερο χριστιανικό αιώνα είχαν ήδη συγκροτηθεί και ήταν υπολογίσιμες οι ομάδες οπαδών του χριστιανισμού, οι οποίοι οπαδοί διαμόρφωσαν σταδιακά αυτό που θεωρείται σήμερα ιστορία του Ιησού. Τα κείμενα του Τάκιτου που γνωρίζουμε σήμερα, είναι αντίγραφα που έγιναν από μοναχούς, στο διάστημα 9ος-11ος αιώνας μ.Χ. και από τα συγγράμματα αυτά λείπει η εξιστόρηση των γεγονότων της περιόδου από το έτος 28 μέχρι το έτος 34 μ.Χ., δηλαδή μιας πολύ σημαντικής περιόδου για το χριστιανισμό. Άρα, δεν είναι διαθέσιμη κάποια έγκυρη έκδοση αυτών των κειμένων. Πιθανόν μέρος των χειρογράφων του Τάκιτου να είχε καταστραφεί ήδη από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους, επειδή οι περιγραφές του δεν ταίριαζαν στις μυθοπλασίες που διαμορφώθηκαν στα πλαίσια της συγκροτούμενης θρησκείας. Ο Σουητώνιος (Gaius Tranquillus Suetonius, 75-160) που ήταν σύγχρονος του Τάκιτου, περιγράφει διωγμούς χριστιανών από τον Νέρωνα και τους αναφέρει περιφρονητικά ως «είδος ανθρώπων που είχαν προσηλωθεί σε κάποια καινούργια και βδελυρή δεισιδαιμονία». Επίσης στο έργο του «Κλαύδιος» αναφέρεται ο ιστορικός στην «...υποκίνηση των Εβραίων από κάποιον Χρηστό ...» Αυτό δεν αποτελεί βέβαια μαρτυρία για την ιστορική παρουσία του Ιησού αλλά καταγραφή πληροφοριών. Το γεγονός όμως ότι ο άριστος γνώστης της ελληνικής γλώσσας και γραμματικής Σουητώνιος έγραψε Χρηστός (που ήταν τότε όνομα δούλων, χρήσιμος, καλός) αντί του Χριστός (χρισμένος), έχει δώσει λαβή σε υποψίες ότι αυτή η φράση προστέθηκε μεταγενέστερα από ανθρώπους του εκκλησιαστικού μηχανισμού με ελλιπή παιδεία. Αυτό που εντυπωσιάζει ιδιαιτέρως είναι το γεγονός ότι, τόσο ο βιογράφος, ιστορικός και δοκιμιογράφος Πλούταρχος που έζησε στο διάστημα 50-120 μ.Χ., όσο και ο ιστορικός και περιηγητής Παυσανίας που έζησε περίπου από το 110-115 μ.Χ. έως περίπου το 180 μ.Χ., οι οποίοι γνώριζαν άριστα τον ελληνόφωνο χώρο και περιγράφουν ιστορικά, πολιτικά, πολιτισμικά και θρησκευτικά θέματά του, δεν κάνουν καμία αναφορά, ούτε για χριστιανούς, ούτε για τον αρχηγός τους, οι οποίοι, σύμφωνα με την καθιερωμένη μυθοπλασία, προσέλκυαν μεγάλους αριθμούς νέων πιστών...  Στο χάρτη της εικόνας που περιέχεται σε σχολικά βιβλία και άλλα χριστιανικά έντυπα, φαίνεται ότι περί τα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ. είχαν εκχριστιανιστεί όλη η Μικρά Ασία και μεγάλα τμήματα της Ελλάδας και της Παλαιστίνης. Κι όμως οι δύο οξυδερκείς παρατηρητές των κοινωνιών και της ιστορίας τους δεν παρατήρησαν ή δεν σημείωσαν οτιδήποτε σχετικό. Το πιθανότερο είναι λοιπόν ότι οι χριστιανικές ομάδες ήταν ολιγάριθμες και χωρίς αξιόλογη προσέλευση και πήραν έκταση με την κρατικοποίηση αυτής της θρησκείας και την επιβολή της ως μοναδικής και υποχρεωτικής στα τέλη του 4ου αιώνα. Αναφορές στον Ιησού γίνονται σε επιστολή ενός Πόπλιου Λεντούλου (Publius Lentulus) που αναφέρεται σε μεταγενέστερα κείμενα ως Ρωμαίος στρατιωτικός διοικητής στην Ιερουσαλήμ. Η επιστολή αποτελεί αναφορά προς τη Γερουσία της Ρώμης και στον Τιβέριο που ήταν αυτοκράτωρ στα έτη 14-37 μ.Χ. και περιλαμβάνει φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του Ιησού, όπως το μέτριο ανάστημά του (statura procerus, mediocris et spectabilis), το χρώμα των μαλλιών του κ.ά. Η επιστολή αυτή εμφανίστηκε πρώτη φορά κατά το 13ο αιώνα στη Ρώμη ως ανακαλυφθείσα ανάμεσα σε διάφορα χειρόγραφα και φυσικά αντιμετωπίστηκε με καχυποψία. Ήδη το γεγονός ότι αναφέρονται στο κείμενό της χαρακτηρισμοί, όπως «προφήτης της αλήθειας», «υιός του θεού» και «Ιησούς Χριστός» δείχνουν ότι πρόκειται για αυθαίρετη κατασκευή, δεδομένου ότι οι δύο πρώτοι όροι προέρχονται από την ιουδαϊκή θρησκεία και δεν είχε λόγο να τους χρησιμοποιεί ένας Ρωμαίος αξιωματικός, η δε ονομασία Χριστός για τον Ιησού είναι ιστορικά μεταγενέστερη και δεν είναι δυνατόν να είχε χρησιμοποιηθεί σε ανύποπτο χρόνο. Η σύγχρονη «Καθολική Εγκυκλοπαίδεια» αναφέρει ότι Ρωμαίος διοικητής με τέτοιο όνομα δεν υπήρξε ποτέ στην Ιουδαία και δέχεται ότι η επιστολή αυτή είναι χαλκευμένη. Πέρα από αυτές τις (αμφιλεγόμενες) αναφορές, δεν υπάρχει κάποια ιστορική περιγραφή της ζωής του Ιησού. Ακόμα και η ημερομηνία γεννήσεώς του, δεν είναι γνωστή, παρότι ακριβώς αυτό το έτος γεννήσεως έχει καθοριστεί ως η αρχή της σύγχρονης χρονολογήσεως. Το έτος γεννήσεως του Ιησού εκτιμάται ότι βρίσκεται μεταξύ τού 4 και του 1 π.Χ. Η 25η Δεκεμβρίου ως ημέρα γεννήσεως δεν έχει σχέση με τον Ιησού, αλλά ταυτίζεται με την ημέρα γεννήσεως προχριστιανικών θεϊκών μορφών (Μίθρας) και με ρωμαϊκές εορταστικές εκδηλώσεις. Στη χριστιανική Ρώμη καθιερώθηκε η 25η Δεκεμβρίου ως εορτή τής γεννήσεως το έτος 354, στην Κωνσταντινούπολη το 379 και στην Αντιόχεια το 388. Οι Ιστορικοί εκτιμούν ότι τα αναγραφόμενα στα Ευαγγέλια και τις υπόλοιπες γραφές, εφόσον δεν είναι μεταγενέστερες προσθήκες και προσαρμογές, αποτελούν σύμπτυξη ιστοριών από τη ζωή και τις δραστηριότητες πολλών δεκάδων θρησκευτικών θαυματοποιών διδασκάλων, οι οποίοι έζησαν και δίδασκαν στην Παλαιστίνη εκείνους τους αιώνες και θεωρούσαν τον εαυτό τους προφήτη και μεσσία. Ένας ή περισσότεροι από αυτούς πιθανόν να ονομάζονταν Ιησούς, όνομα που ήταν σύνηθες εκείνη την εποχή στην περιοχή. Κατά μία εκδοχή, μάλιστα, είναι πιθανόν να ταυτίζεται η δραστηριότητα του ευαγγελικού Ιησού με εκείνη του Ιωάννη του βαπτιστή. Για τα χρόνια από τη γέννηση μέχρι τη δημόσια εμφάνιση του Ιησού, η οποία τοποθετείται σύμφωνα με αναφορές στο κατά Λουκά Ευαγγέλιο περί τα έτη 28-29, δεν υπάρχουν επίσης ιστορικά στοιχεία. Αναφορές για τη σταύρωση τού ευαγγελικού Ιησού ομοιάζουν με υπαρκτά γεγονότα που συνέβησαν κατά τα χρόνια διοίκησης του Πόντιου Πιλάτου (26-36). Η θανάτωση στο σταυρό επιβαλλόταν κατά το ρωμαϊκό ποινικό δίκαιο για πολιτικά εγκλήματα σε μη Ρωμαίους πολίτες. Η σταύρωση λοιπόν του Ιησού που εκτιμάται ότι έγινε στα έτη μεταξύ 29 και 31, πρέπει να είναι συνέπεια καταδίκης του για εξέγερση κατά της αυτοκρατορίας. Από τα προαναφερόμενα συνάγεται ότι δεν υπήρξε ο Ιησούς ως φυσικό πρόσωπο; Φυσικά και όχι, δεδομένου ότι υπήρξαν εκατοντάδες χιλιάδες και εκατομμύρια άλλοι άνθρωποι στον τότε γνωστό κόσμο, για τους οποίους σε καμιά ιστορική πηγή δεν αναφέρεται οτιδήποτε. Πιθανό είναι λοιπόν να υπήρξε μεν ο συγκεκριμένος Ιησούς ως φυσικό πρόσωπο ένας μαραγκός που σαλτάρησε στα 30 του και θεώρησε ότι είναι υιός θεού, αλλά τίποτα από αυτά που μεγαλοποιούν τα ευαγγέλια δεν ευσταθεί. Δηλαδή δεν θα έδωσε καμιά αφορμή, με συζητήσεις περί το άτομό του, με μαζικές συναθροίσεις προσώπων, με θαύματα κλπ. κλπ., ώστε να αναφερθούν σ' αυτόν οι Ιστορικοί της εποχής. (συνεχίζεται>>>Από τα προηγούμενα συνάγεται ότι, ο αρχηγός της χριστιανικής θρησκείας πιθανότατα δεν υπήρξε, όπως περιγράφεται στα ιερά βιβλία του χριστιανισμού (Μπέγζος), αυτά τα ιερά βιβλία δεν αποτελούν την βάση της πίστης των χριστιανών, αλλά οι αποφάσεις των εκκλησιαστικών συνόδων (Ιερόθεος) και, τέλος, η χριστιανική πίστη προσαρμόζεται κατά εποχή και κατά περιοχή (Πανεπιστήμιο Αθηνών)... Η χριστιανική θρησκεία που επεβλήθη αρχικά από το ρωμαϊκό στρατό, παραγεμίστηκε σταδιακά με πλήθος μυθοπλασιών με στόχο τη χειραγώγηση των ανθρώπων και την εξυπηρέτηση της κρατικής εξουσίας και του εκκλησιαστικού μηχανισμού που συγκροτήθηκε.

(συνέχεια από το α' μέρος)
Αφού διαπιστώθηκε στο α' μέρος ότι η χριστιανική θρησκεία είναι ένα συνονθύλευμα μυθοπλασιών, με ανύπαρκτο ιδρυτή, αμφισβητούμενες γραφές και μεταβαλλόμενη τακτική προσαρμογής, να δούμε μερικές από τις σημαντικότερες μυθοπλασίες:
Η Ναζαρέτ
Ένα άλλο μυστήριο αποτελεί η πόλη Ναζαρέτ, από την οποία λέγεται ότι καταγόταν ο Ιησούς. Η προσαγόρευση Ναζωραίος για τον Ιησού αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη δώδεκα φορές. Για παράδειγμα, στο Ματθαίος 2,23 αναγράφεται: «και ελθών κατώκησεν εις πόλιν λεγόμενην Ναζαρέτ, όπως πληρωθεί το ρηθέν δια των προφητών, ότι Ναζωραίος κληθήσεται». Επίσης, στο Ιωάννης (19,19) αναφέρεται ότι στο σταυρό που θανατώθηκε ο Ιησούς υπήρχε επιγραφή γραμμένη σε τρεις γλώσσες: «Ιησούς Ναζωραίος Βασιλεύς των Ιουδαίων»! Πέρα απ' αυτό, ως Ναζωραίος αναφέρεται και ο ληξιαρχικός πατέρας του Ιησού, ο Ιωσήφ. Όμως, μια πόλη της Παλαιστίνης και συγκεκριμένα της Γαλιλαίας με το όνομα Ναζαρέτ δεν υπήρξε ποτέ πριν και κατά τη διάρκεια της ζωής του Ιησού και παρουσιάζεται για πρώτη φορά μέσα από τα Ευαγγέλια. Η πόλη αυτή φαίνεται να «ιδρύθηκε» από τους χριστιανούς θεολόγους και αναφέρεται στις ιστορικές πηγές περί τον 3ο μ.Χ. αιώνα. Στα ιστορικά έργα του Ιώσηπου Φλάβιου, ο οποίος ήταν αρχιστράτηγος των γαλιλαιϊκών στρατευμάτων στην εξέγερση κατά της Ρώμης και ο οποίος, όπως προαναφέρθηκε, συνελήφθη και κρατήθηκε αιχμάλωτος από το έτος 67 μ.Χ., δεν αναφέρεται πουθενά αυτή η πόλη, αν και τα στρατεύματά του στρατοπέδευαν στην περιοχή της σημερινής Ναζαρέτ. Κατά τις συγκρούσεις για την κατάληψη της γειτονικής πόλης Sepphoris, η οποία απείχε μερικά χιλιόμετρα από τον οικισμό που ονομαζόταν αργότερα Ναζαρέτ, έπρεπε να αποτελεί αυτή η Ναζαρέτ από στρατηγικής σκοπιάς σημείο οπισθοχώρησης ή στρατοπέδευσης των στρατευμάτων του. Μία πόλη Garis, 5 χλμ. νοτιοανατολικά της Sepphoris, που δεν υπάρχει πια και αναφέρεται πράγματι από τον Ιώσηπο (Βιβλίο 3, Κεφάλαιο 6,3) ως τοποθεσία του στρατοπέδου του, βρίσκεται ακριβώς στη θέση που υπάρχει η μεταγενέστερα αναφερόμενη Ναζαρέτ. Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι σίγουρα μέχρι το 70 μ.Χ. δεν φαίνεται να υπήρχε κατ' όνομα μια πόλη Ναζαρέτ. Αλλά και στους προηγούμενους αιώνες, στην π.Χ. εποχή, πουθενά δεν υπάρχει αναφορά στην πόλη Ναζαρέτ. Στην Παλαιά Διαθήκη, η οποία αποτελεί την πολιτική και θρησκευτική ιστορία του ιουδαϊκού λαού, γίνεται αναφορά σε χιλιάδες πόλεις, χωριά και οικισμούς, πολλά ονόματα που έπαψαν να αναφέρονται κατά τη μεταγενέστερη εποχή. Όμως, σε κανένα σημείο της Π.Δ. δεν αναφέρεται κάποιος οικισμός που θα μπορούσε να ταυτιστεί κατ' όνομα ή λόγω ιστορικών γεγονότων με την πόλη που ονομάστηκε Ναζαρέτ. Άρα τυχόν εικασίες ότι μπορεί να υπήρχε παλαιότερα το όνομα Ναζαρέτ, να περιέπεσε για δεκαετίες ή και αιώνες στη λήθη και να επανήλθε αργότερα, δεν ευσταθούν. Το Ταλμούδ, μια συλλογή ιουδαϊκών νόμων που γράφτηκε μετά τα χριστιανικά ευαγγέλια (3ος αι.), αναφέρει πολλούς μικρούς και μεγάλους γαλιλαιϊκούς οικισμούς, αλλά ούτε μία φορά τη Ναζαρέτ. Γενικότερα, ουδείς ιστορικός ή άλλος συγγραφέας, πριν ή λίγο μετά τον Ιησού, έχει αναφέρει ποτέ το όνομα αυτής της πόλης. Η μόνη «πηγή» που «ιδρύει» και περιγράφει τη Ναζαρέτ, είναι η χριστιανική παράδοση, στην οποία αναφέρεται ακόμα ότι εκεί υπήρχε και συναγωγή, άρα θα έπρεπε να είναι ένας μεγαλύτερος οικισμός και όχι μια μικρή ομάδα κατοικιών ή ένας σταθμός αγροτικής παραγωγής. Παραμένει λοιπόν ανεξήγητο, πώς είναι δυνατόν να υπήρχε στο σταυρό του Ιησού επιγραφή που αναφερόταν σε μια πόλη, η οποία δεν υπήρχε καν εκείνη την εποχή ή πριν από αυτήν. Και πώς αναφέρεται αυτή η πόλη στα Eυαγγέλια που λέγεται ότι γράφτηκαν μέσα στον 1ο αιώνα αλλά δεν αναφέρεται στο Ταλμούδ που γράφτηκε δύο αιώνες αργότερα... Κατά μία «αιρετική» εκδοχή ο χαρακτηρισμός Ναζωραίος (ή αλλιώς Ναζηραίς ή Ναζηραίος) σήμαινε στα εβραϊκά ο κεχρισμένος. Επειδή όμως οι θεόπνευστοι πατέρες του χριστιανισμού δεν κατανοούσαν αυτή τη λέξη, νόμισαν ότι ήταν προσδιορισμός με τοπική-εθνική σημασία και «κατασκεύασαν» μια πόλη Ναζαρέτ. Τότε όμως, πώς αναφέρεται ήδη ο Ματθαίος στην πόλη Ναζαρέτ που κατοίκησε ο Ιησούς; Το πιθανότερο είναι ότι προστέθηκαν αργότερα... Η τριαδικότητα
Ένα άλλο ζήτημα προβληματισμού είναι, πώς προέκυψε η «κατασκευή» για τον τριαδικό θεό, με τον Ιησού στη θέση του γιου, η οποία πουθενά δεν αναφέρεται ρητά, ούτε στην Παλαιά Διαθήκη ούτε στα Ευαγγέλια, αλλά συνάγεται από διάφορες διατυπώσεις, οι οποίες με την προσφιλή στους θεολόγους μέθοδο της ερμηνευτικής μπορούν να πάρουν και την ακριβώς αντίθετη σημασία. Γεγονός είναι ότι τα περί τριαδικότητας αποτελούν μεταγενέστερη επινόηση των εκκλησιαστικών «πατέρων», αρχικά του Αθηναγόρα και του Τερτυλιανού. Αν ληφθεί δε επί λέξει η αναφορά «υιός του θεού» που παρουσιάζεται σε πολλά σημεία των ευαγγελίων και ερμηνεύεται ως απόδειξη της σχέσης πατρός θεού και υιού Ιησού, τότε πρέπει να ληφθεί επίσης επί λέξει η αναφορά στη Γένεση (στ΄ 2) όπου αναγράφεται: «Ιδόντες οι υιοί τού Θεού τας θυγατέρας των ανθρώπων, ότι ήσαν ωραίαι, έλαβον εις εαυτούς γυναίκας». Άρα υπήρχαν περισσότεροι του ενός υιοί θεού, οι οποίοι παντρεύτηκαν κιόλας. Ο ίδιος ο Ιησούς ποτέ δεν θεώρησε τον εαυτό του θεό, το οποίο αποτελεί θεμελιώδες δόγμα της χριστιανικής θρησκείας και θα έπρεπε να προβάλλεται από τον ίδιο και τους μαθητές του! Ο Παύλος δεν αναφέρει πουθενά στις επιστολές του τον Ιησού ως θεό και διατηρεί αυτόν τον υπέρτατο χαρακτηρισμό μόνο για τον ένα και μοναδικό θεό του! Οι οπαδοί εκείνης της εποχής πίστευαν στο θεό, πίστευαν και στον Ιησού, αλλά δεν ταύτιζαν αυτές τις δύο έννοιες. Εξ αυτού οι χριστιανοί οπαδοί ονόμαζαν τον Ιησού το 2ο και 3ο αιώνα «θεϊκό» και τον λάτρευαν υπερβαλλόντως, πράγμα που οδήγησε τον 4ο αιώνα τη ρωμαϊκή (γοτθική) εξουσία στη σύνοδο της Νίκαιας να αναβαθμίσει ένα «θεϊκό δάσκαλο» σε «θεό». Επίσης, η Καινή Διαθήκη αναφέρεται σε γεγονότα, τα οποία παρουσιάζονται τώρα ως «θαύματα», ενώ την εποχή που λέγεται ότι συνέβησαν, ονομάζονταν «σημεία» ή «σημάδια εξ ουρανού». Αλλιώς θα έπρεπε ο θεός, λένε έγκριτοι θεολόγοι, να ανατρέπει για χάριν κάποιου πεινασμένου ή άρρωστου ή πεθαμένου τους νόμους της φύσης ...; Αργότερα αποφάσισαν οι «πατέρες της εκκλησίας» να θεωρούνται τα σημάδια «θαύματα», όπως τα εννοούν μερικοί σήμερα, δηλαδή υπερφυσικά γεγονότα που ανατρέπουν τη φύση. Η μόνη λογική εξήγηση για τη δημιουργία του «τριαδικού» θεού που είναι μεν ένας, αλλά έχει τρεις υποστάσεις, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό, πρέπει να οφείλεται σε αντιγραφή από ανταγωνιστικές θρησκείες των πρώτων χριστιανικών αιώνων (βλέπε και επόμενα), οι οποίες είχαν επικεφαλής επίσης πλειάδα θεϊκών μορφών. Η ιδέα της θεοποίησης του Ιησού εμφανίζεται 2 γενιές μετά τον αναφερόμενο θάνατό του και σχετίζεται με τον ανταγωνισμό των θρησκειών της εποχής: Ημίθεος ο Ηρακλής, θεάνθρωπος ο δικός μας κ.ο.κ. Με αυτό τον τρόπο, ο χριστιανισμός παρουσιαζόταν προς τους Ιουδαίους ως μονοθεϊστική θρησκεία, αλλά προς τους εθνικούς ως πολυθεϊστική και γινόταν έτσι ελκυστική και πολυσυλλεκτική. Στο αρχαιοελληνικό δωδεκάθεο παρουσιάζεται η τριάδα Δίας, Ήρα και θυγατέρα Αθηνά. Η θεά Εκάτη εμφανίζεται στους ύστερους χρόνους της αρχαιότητας ως τρισυπόστατη, εκφράζοντας ουσιαστικά τους τρεις κόσμους (Θεϊκό, Γήινο και Νεκρικό). Στην κέλτικη θρησκεία η θεά Morrigan έχει τρεις μορφές: αγάπη, γονιμότητα και θάνατος. Στον Ινδουϊσμό εκφράζεται μια τριαδικότητα με την Trimurti, την ενότητα των τριών υποστάσεων του δημιουργού (βράχμα), προστάτη (βίσνου) και καταστροφέα (σίβα). Τέλος, στην επίσης πολύ παλαιότερη από το χριστιανισμό αιγυπτιακή θρησκεία υπήρχε ο θεός πατέρας Όσιρις, η θεά μητέρα Ίσις, σύζυγος του Όσιρι και το παιδί τους, ο Ώρος, ο οποίος ήταν πτηνό, όπως το χριστιανικό «άγιο πνεύμα» (βλέπε και επόμενα). Στην αιγυπτιακή θρησκεία το πτηνό ήταν, όμως, γεράκι, το οποίο παίζει σημαντικό ρόλο στη μυθολογία και την κοινωνική ζωή των λαών της βόρειας Αφρικής και της Εγγύς Ανατολής.
Η μητέρα του Ιησού
Αυτή η εισαγωγή της τριαδικότητας από τους εκκλησιαστικούς πατέρες δημιούργησε όμως, πέρα από τις πολλαπλές αιρέσεις και συγκρούσεις, ακόμα μέχρι το 19ο αιώνα και σήμερα ίσως, συμπληρωματικά προβλήματα: Οι εθνικές θρησκείες είχαν πάντα και μια θηλυκή θεότητα, η οποία «φρόντιζε» για τα θέματα της γυναικείας απασχόλησης στις αρχαίες κοινωνίες και μέχρι σήμερα, τη μητρότητα, την οικογένεια, την υγεία κ.ά. Τέτοιες θεότητες ήταν η περσική Εκάτη, η αιγυπτιακή Ίσις, οι ελληνικές θεότητες Ήρα, Αθηνά, Αφροδίτη κ.ο.κ., των οποίων η λατρεία ήταν πολύ διαδεδομένη στις περιοχές της ανατολικής Μεσογείου και στις οποίες είχαν αφιερωθεί εντυπωσιακοί ναοί. Η χριστιανική θρησκεία είχε ένα θεό απροσδιόριστου φύλου, ο οποίος όμως εκδηλώνεται κατά γενική αντίληψη ως άντρας, ένα υιό αρσενικό και το πνεύμα ουδέτερο. Τίποτα θηλυκό, ίσως και λόγω του παραδοσιακού μισογυνισμού των «πατέρων». Όποτε είχε τεθεί το πρόβλημα της απουσίας θηλυκής θεότητας, κάθε πρόταση είχε απορριφθεί από τους μεγάλους εκκλησιαστικούς «πατέρες», για διάφορους λόγους. Τελικά, στην Οικουμενική Σύνοδο της Εφέσου (431 μ.Χ.) αποφασίστηκε να ανακηρυχθεί η μητέρα του Ιησού , Μαρία, ως «παναγία και υπεραγία θεοτόκος», την οποία όμως ο τότε οικουμενικός πατριάρχης μόνο ως «χριστοτόκο» δεχόταν να αναγνωρίσει. Αυτή η επιλογή με την εισαγωγή θηλυκής θεότητας προκάλεσε νέες αντιδικίες, συγκρούσεις και αιρέσεις, πολλές από τις οποίες διαρκούν μέχρι των ημερών μας! Σταδιακά αποδόθηκαν δε όλες οι υπερφυσικές ικανότητες των προχριστιανικών θηλυκών θεοτήτων στη μητέρα του Ιησού. Για παράδειγμα, κοντά στο ιερό της Αφροδίτης στη Βραυρώνα Αττικής, η οποία Αφροδίτη «γιάτρευε» τα ασθενή παιδιά, δημιουργήθηκε εδώ και πολλούς αιώνες και υπάρχει μέχρι σήμερα ανακαινισμένη μια εκκλησία της «Παναγίας γιάτρισσας». Αντίστοιχα έχουν γίνει κοντά ή πάνω σε όλα τα αρχαία ιερά.
Η νέα θρησκεία
Ένα άλλο ανεξήγητο από τους θεολόγους σημείο είναι ότι, στα Ευαγγέλια δεν αναφέρεται πουθενά ο όρος θρησκεία, ούτε φαίνεται από το περιεχόμενο της διδασκαλίας του Ιησού να υπήρχε ως στόχος η ίδρυση μιας νέας θρησκείας! Αντίθετα, οι ευαγγελικές περιγραφές (Ματθαίος, 5, 17-18) δείχνουν μια συμπεριφορά
 και ομιλία πιστού Ιουδαίου: «Μην νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον και τους προφήτας, ούκ ήλθον καταλύσαι αλλά πληρώσαι» (πληρώ = εκπληρώ, συμπληρώνω). Επίσης, το περιγραφόμενο σε Ευαγγέλιο περιστατικό της εκδίωξης των εμπόρων από τη συναγωγή δείχνει, αν πράγματι συνέβη, ότι στόχος του ευαγγελικού Ιησού ήταν η κάθαρση και ανάδειξη της ιουδαϊκής θρησκείας και όχι η υποκατάστασή της.
Με τέτοιες αντιφάσεις και ελλείψεις στα Ευαγγέλια φαίνεται λογικό να σμικρύνεται η σημασία τους από τους θεολόγους που αναφέρθηκε στην αρχή και να προτάσσονται αντ' αυτών η «αποκαλυπτική» αλήθεια και οι αποφάσεις των Συνόδων, δηλαδή ό,τι βολεύει σε κάθε εποχή και κάθε συγκυρία.
Η εκτροπή των εξελίξεων από μια συνήθη ιουδαϊκή διδασκαλία προς μια νέα θρησκεία, αφενός με σύμπτυξη στοιχείων (συγκρητισμός) από την εβραϊκή, από το ελληνικό δωδεκάθεο και από διάφορες εθνικές θρησκείες στο χώρο της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και της εκείθεν Ανατολής (Μίθρας, Άττις, Όσιρις κλπ), αφετέρου με καθιέρωση απλοϊκών διαδικασιών για εύκολη μετάνοια ύστερα από κάθε μορφής αμαρτίες (μέχρι και δολοφονίες), έγκαιρη επίγεια συγχώρεση (των πιστών) και ελπίδες για ατομική κατάκτηση της «μετά θάνατον ζωής», φαίνεται ότι έγινε από τον Απόστολο Παύλο, διάφορους οπαδούς και από μαθητές τού Ιησού -σε αντιπαράθεση με τον Απόστολο Πέτρο- οι οποίοι με τη δράση και το κήρυγμά τους ανύψωσαν τον ευαγγελικό Ιησού στη θέση τού ιδρυτή και ηγέτη. Η διδασκαλία του Ιησού και των μαθητών του που κωδικοποιήθηκε στην «Καινή Διαθήκη», αναγνωρίστηκε ως επίσημη κρατική θρησκεία στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία από τον Κωνσταντίνο (Aurelius Constantinus Flavius Valerius, 272-337) και επεβλήθη ως αποκλειστική από τον Θεοδόσιο (Flavius Theodosius Ι, 347-395).
Ο χριστιανισμός, η θρησκεία που αναγνωρίζει ως ιδρυτή της τον, ίσως και ανύπαρκτο, Ιησού Χριστό, αποτελεί το τέκνο της σύγκρουσης μεταξύ, αφενός του ανατολίτικου μεταφυσικού μυστικισμού και αφετέρου του ελληνικού ορθολογικού ανθρωποκεντρισμού. ο μεταφυσικός μυστικισμός, έκδηλος στο μονοθεϊστικό αλλά τριαδικό χαρακτήρα της χριστιανικής θρησκείας, επικράτησε σ' αυτή τη σύγκρουση, αφενός με τη δυναμική υποστήριξη των ρωμαϊκών μισθοφορικών στρατευμάτων και αφετέρου με την καταπίεση, αποσιώπηση και, σε πολλές περιπτώσεις, διαστρέβλωση της φιλοσοφίας του ελληνορωμαϊκού πολιτισμού.
Αποτέλεσμα ήταν να χρειασθεί να φθάσει η ανθρωπότητα στον Kαρτέσιο (Rene Descartes, 1596-1650) για να ανακαλύψει εκ νέου τον χαμένο ορθολογισμό, ο οποίος φαινόταν να έχει εκλείψει με την παρακμή της ελληνικής Αρχαιότητας.ΔΕΙΤΕ ΤΟ ΒΙΝΤΕΟ

27 σχόλια:

  1. Ε..ΕΕ... ΕΡΧΕΤΑΙ... Ο ΑΡΧΩΝ ΤΗΣ ΑΝΩΜΑΛΙΑΣ... ΕΣΣΕΤΑΙ ΗΜΑΡ ...

    ΚΡΥΦΤΕΙΤΕ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ...

    ΚΑΤΕΦΘΑΣΕ Ο ΔΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΡΑΤΑΙΑ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΝΔΡΟΜΕΔΑΣ ΜΕ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΗ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΑΠΟ ΚΑΤΑΒΟΛΗΣ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ ΘΑ ΒΑΛΕΙ ΤΕΛΟΣ ΣΤΗΝ ΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΑΤΑΞΙΑ...

    ΓΕΛΑΕΙ ΤΟ ΣΥΜΠΑΝ ΜΕ ΤΑ ΔΙΑΓΑΛΑΞΙΑΚΑ ΖΑΒΑ ΤΟΥ ΔΙΑ

    ΕΧΟΥΝ ΞΕΠΕΡΑΣΕΙ ΠΡΟ ΠΟΛΛΟΥ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΓΕΛΟΙΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΧΟΥΝ ΠΕΡΑΣΕΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΝΟΙΑ.

    …………………………………………………...
    -Σημερα ολη η Θεικη Ιεραρχια εχει στραμμενο το βλεμμα της εδω,κατεφθασε στο ηλιακο μας συστημα ολη η πανστρατια της 8ης Αποστολης,η μεγαλυτερη ολων των εποχων και προετοιμαζουν την ανθρωποτητα για να δεχτει διχως τρομο τους επισκεπτες των Αστρων,για το επερχομενο γεγονος της ΕΠΕΜΒΑΣΗΣ ΔΙΟΣ και παλι ... για να σταματησουν την μεταλλαξη της ανθρωποτητας και της κλιματικης αυθαιρεσιας και να βαλουν τελος την πλανητικη αταξια του Γιαχβε και των υβριδιων αυτου ...
    -<>
    -Μηπως ξεχωριζουν αναμεσα μας ολοι αυτοι ???
    -<>

    ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΟΙ ΑΣΤΡΟΦΥΣΙΚΟΙ ΚΑΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ΤΑ ΚΝΩΔΑΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΣΑΛΤΑΡΙΣΜΕΝΑ ΤΟΥ ΔΙΑ.
    Δρ. Μάνος Δανέζης... στα ίχνη του Ι.Χ.Θ.Υ.Σ. 2014
    https://www.youtube.com/results?search_query=%CE%BC%CE%B1%CE%BD%CE%BF%CF%82+%CE%B4%CE%B1%CE%BD%CE%B5%CE%B6%CE%B7%CF%82+%CF%83%CF%84%CE%B1+%CE%B9%CF%87%CE%BD%CE

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ιησούς: οι μαρτυρίες

    Μια θεώρηση του θέματος καταδεικνύει ότι οι μαρτυρίες αυτές προέρχονται από τέσσερις ανεξάρτητες πηγές (και άρα εντελώς αξιόπιστες και επαληθεύσιμες): α) από χριστιανικές, φιλικές πηγές β) από Ιουδαϊκές, εχθρικές γ) από αιρετικές δ) από εθνικές εχθρικές ή ουδέτερες.

    α) Από χριστιανικές φιλικές πηγές που αναφέρονται στον Ιησού και το έργο του, έχουμε περί τις 16 μαρτυρίες. Έχουν κάποια σημασία, γιατί όλοι αυτοί οι συγγραφείς, πριν γίνουν χριστιανοί ήσαν ειδωλολάτρες εθνικοί, όχι Ιουδαίοι του 1ου μ.Χ. αι. Χρονολογούνται ανάμεσα στο 110-200 μ.Χ. Σ’ αυτούς συγκαταλέγονται οι Αποστολικοί Πατέρες: Πολύκαρπος, Ιγνάτιος Αντιοχείας, Κλήμης Ρώμης, ο συγγραφέας της επιστολής Βαρνάβα, και οι Απολογητές: Κοδράτος (γ. 125 μ.Χ.), Αριστείδης (γ. 150 μ.Χ.), Ιουστίνος ο μάρτυς (γ. 150 μ.Χ.), Ηγήσιππος (γ. 170 μ.Χ.) και οι Θεόφιλος, Τατιανός, Μιλτιάδης, Μελίτων Σάρδεων, Τερτυλλιανός (2ο μισό του 2ου αι.). Ακόμα ο Κλήμης Αλεξανδρεύς, ο Ειρηναίος και φυσικά, ο χαλκέντερος Ωριγένης ο ιδρυτής της θεολογίας όπως γενικά θεωρείται.

    β) Πρώιμες συγκεκριμένες Ιουδαϊκές μαρτυρίες για την ύπαρξη του Ιησού και την δράση του, τους μαθητές του, τα θαύματά του, το θάνατό του και την πίστη των μαθητών του σ’ αυτόν ως μεσσία, έχουμε από τον Ιουδαίο ιστορικό Φλάβιο Ιώσηπο - που γύρω στο 93-94 μ.Χ. στις Αρχαιότητές του (XVIII, 3, 3) μιλάει για τον Ιησού ως σοφό άνθρωπο, δάσκαλο και «ποιητή παραδόξων έργων» (θαυμάτων), και ότι ο Πιλάτος τον καταδίκασε να πεθάνει στο σταυρό. Παρόλο που το σχετικό χωρίο γνωστό και ως Testimonium Flavianum αμφισβητήθηκε ως νόθον, οι έγκυροι μελετητές του Ιώσηπου, όπως ο Geza Vermés, ο S. Pines, ο J. Klausner και ιδίως ο H.St. Thackearay (Josephus, The Man and the Historian, 1929) δέχονται ότι είναι γνήσιο στον πυρήνα του, αφού περιέχει πολλά χαρακτηριστικά στοιχεία της γλώσσας του. Εξ’ άλλου μετάφραση του Ιωσήπου στην Αραβική του 10ου μ.Χ. αι. που ανακαλύφτηκε πρόσφατα, περιέχει τα βασικά στοιχεία της μαρτυρίας του Ιώσηπου, όπως και οι Σλαβονικές μεταφράσεις του. Ακόμα και ο Γιάννης Κορδάτος, ο μαρξιστής ιστορικός, δέχεται ότι ο Ιώσηπος έγραψε για το Χριστό (σελ. 50). Το χωρίο του Ιωσήπου αν αφαιρέσει κανείς το κείμενο το εντός των αγκύλων που θεωρείται υποβολιμαίο από κάποιον Χριστιανό αντιγραφέα, έχει ως εξής:

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. «Εκείνη την εποχή περίπου υπήρχε ο Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος [«αν είναι σωστό να τον ονομάσουμε άνθρωπο] διότι ήταν ένας που έκανε θαυμαστά έργα. [ένας δάσκαλος ανθρώπων οι οποίοι εδέχονταν την αλήθεια μ’ ευχαρίστηση]. Συγκέντρωσε γύρω του πολλούς από τους Ιουδαίους και πολλούς από τους εθνικούς... «Όταν, λοιπόν ο Πιλάτος τον καταδίκασε σε σταυρικό θάνατο αφού παραπέμφθηκε από τους άρχοντές μας, εκείνοι που τον αγαπούσαν δεν χάθηκαν...»

    Επίσης, ο Ιώσηπος, μνημονεύει πιο κάτω, και τον Ιάκωβο ως αδελφό του Ιησού του αποκαλούμενου Χριστού (XX, 9, 1) πράγμα που προϋποθέτει την πρώτη μαρτυρία του. Γράφει επί λέξει: «Ο αρχιερεύς Άνανος συνεκάλεσε το Σάνχεδριν των κριτών και προσήγαγε ενώπιον των, τον αδελφόν του Ιησού του καλουμένου Χριστού, του οποίου το όνομα ήταν Ιάκωβος». Γνωρίζει ακόμη ο Ιώσηπος και τον Ιωάννη το βαπτιστή, το θάνατό του από τον Ηρώδη τον Αντύπα, το βάπτισμά του, και το χριστιανικό βάπτισμα (XVIII, 116-9). Οι δύο τελευταίες μαρτυρίες, είναι πέραν πάσης αμφιβολίας γνήσιες και ουδέποτε αμφισβητήθηκαν σοβαρά από κανέναν.

    Από το Ταλμούδ γύρω στο 90-100 μ.Χ., και μετέπειτα, τον 2ο μ.Χ. αιώνα, έχουμε σαφείς μαρτυρίες για τον Ιησού και για την εχθρική στάση των Φαρισαίων και Ιουδαίων απέναντί του, για τις παραβολές του, τα θαύματά του και το θάνατό του.

    Διαβάζουμε ότι ο Ιησούς (Γεσού) κρεμάστηκε (δηλ. σταυρώθηκε) παραμονή του Πάσχα, επειδή ασκούσε μαγεία και παραπλανούσε το λαό (Sanhedrin 43α. 10, 11. 7, 12)». Την παραμονή του Πάσχα εκρέμασαν τον Ιησού της Ναζαρέτ. Επί 40 ημέρες ένας κήρυκας βάδιζε μπροστά και έκραζε! «Πρέπει να λιθοβοληθεί γιατί εξασκούσε μαγεία, αποπλανούσε τον Ισραήλ και τον παρέσυρε σε ανταρσία...» Αλλού, αναφέρεται, ότι είχε 5 μαθητές, και ότι θεράπευαν ασθενείς δια του ονόματός του. (Αναφέρονται 5 προφανώς, γιατί και άλλοι διάσημοι ραβίνοι π.χ. Ζακκάϊ και Ακίμπα, είχαν μόνο 5 μαθητές). Ακόμη ότι δίδασκε αιρετικές διδασκαλίες (β. Sanh. 103α β. bar. 17α-β).

    Αναφέρεται επίσης στο Ταλμούδ, ως «Γεσού μπεν πανδέρα» (β. Abbot Zar. 16β). Η τελευταία λέξη, σύμφωνα με τους μελετητές πρέπει να είναι παραφθορά της ελληνικής λέξης παρθένος. Πρόκειται για ειρωνικό σχόλιο των ραββίνων και από εκεί το ξεσήκωσε προφανώς, αργότερα και ο Κέλσος, κατηγορώντας τον Ιησού ως νόθο γιο, κάποιου ρωμαίου τάχα στρατιώτη Πάνθηρα. Κατά τον ειδικό εβραίο μελετητή Γ. Κλάουσνερ, «οι μαρτυρίες του Ταλμούδ είναι σαφείς: Ο Ιησούς ήταν ιστορικό πρόσωπο, και εν μέρει επιβεβαιώνουν κάποια σημεία των Ευαγγελίων». Άλλες αναφορές, μας λέγουν ότι εκτελέστηκε από τον Πόντιο Πιλάτο, στο 33ο έτος της ηλικίας του (Gemova Sanhedrion fol. 107, 43 bavaita, tract. Schabbat. Fol. 104. Πρβλ. R.T. Herford, Christianity in Talmud and Midrash).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Για τον Ιησού ως ιστορικό πρόσωπο μαρτυρούν επίσης, ο Ρωμαίος ιστορικός Κορνήλιος Τάκιτος (55-120 μ.Χ.) που στα Χρονικά του (XV, 44), αναφέρει ότι ο Christus (Χριστός), από τον οποίο προέρχεται το όνομα Χριστιανοί, θανατώθηκε από τον επίτροπο Πόντιο Πιλάτο κατά τη βασιλεία του Τιβέριου και ότι ο Νέρων καταδίωξε τους Χριστιανούς στη Ρώμη (64 μ.Χ.). Ορισμένοι αμφέβαλαν για τη γνησιότητα του χωρίου, αλλά, αναγνωρίζεται ως γνήσιο, αφού και η γλώσσα του είναι χαρακτηριστική του Τάκιτου (Will Durant, F. F. Bruce). Και ο Γάιος Σουετώνιος γύρω στα 120 μ.Χ. (Βίος Κλαυδίου 25: 4), μνημονεύει στην εποχή του Κλαυδίου, ταραχές στη Ρώμη εξ’ αιτίας του Chrestus (Χριστού), πράγμα που επικυρώνει την πληροφορία των Πράξεων Απ. 17: 1, που ομιλεί για διωγμούς των Ιουδαίων και εκδίωξη τους από τη Ρώμη. Ο Πλίνιος ο νεώτερος ή Σεκούνδος, (112 μ.Χ.) σε επιστολή του προς τον Αυτοκράτορα Τραϊανό μεταξύ άλλων γράφει: οι «χριστιανοί δοξολογούσαν τον Χριστό ως θεό (christo quasi Deo)». Ο Πλίνιος ο πρεσβύτερος, γύρω στο 79 μ.Χ., μνημονεύει τον Μωυσή, τον Ιωάννη (βαπτιστή) και τον Ιησού ως ασχολούμενους με μαγεία. Άρα προϋποθέτει την ύπαρξη και των τριών.

    Για τον Ιησού και το Χριστιανισμό κάνουν λόγο επίσης, ο Έλληνας Φιλόσοφος Νουμήνιος (120-150 μ.Χ.), όπως τον μνημονεύει ο Ωριγένης και ο σατιρογράφος Λουκιανός (γ. στα 165-167 μ.Χ.) που αναφέρει ότι «οι χριστιανοί λάτρευαν τον εν Παλαιστίνη εσταυρωμένο σοφό, έναν μέγα άνθρωπο και ότι τον εξελέμβαναν ως νομοθέτη και τον τιμούσαν με τον τίτλο του διδασκάλου... διότι εισήγαγε νέα θρησκεία... τους έπεισε ότι είναι όλοι αδέλφια...» Ο Λουκιανός επίσης αναφέρεται στον απ. Παύλο, που τον ονομάζει Πρωτέα, Περεγρίνο (= εξωτικό, βάρβαρο) που έγραφε Βίβλους (= επιστολές) (περί Περεγρίνου τελευτής, 11-13). Και, φυσικά, ο μέγας χριστιανομάχος Κέλσος (180 μ.Χ.), που στο σύγγραμμά του Αληθής Λόγος -όπως το διαφύλαξε ο Ωριγένης που απαντά στις αντιρρήσεις του-, αποκαλεί τον Χριστό αγύρτη, που μάζεψε μερικούς αλήτες μαθητές τριγύρω του, κι έκανε θαύματα (μαγείες). Ο Κέλσος αναφέρει περιστατικά της ζωής του Ιησού που τα ερμηνεύει με το δικό του τρόπο αλλά φυσικά, δεν αρνείται την ύπαρξη του Ιησού, ούτε τη δράση του. Αν ήταν μυθικό πρόσωπο, ο πρώτος που θα το επισήμανε ασφαλώς, θα ήταν αυτός!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Κοντολογίς, συνολικά, έχουμε περί τις 30 και πλέον εξωβιβλικές μαρτυρίες, που εκτείνονται ανάμεσα στο 70-200 μ.Χ. και αναφέρονται όχι μόνο στον Ιησού ως ιστορικό πρόσωπο, αλλά σε πολύ περισσότερα. Ειδικοί επί του θέματος (F. F. Bruce, Carsten Peter Thiede, Edwin M. Yamauchi, G. Habermas, κ.ά.) παρατηρούν ότι, ακόμα, κι αν δεν ξέραμε τίποτα για τον Ιησού από την Καινή Διαθήκη, θα ήμασταν σε θέση από τις παραπάνω μαρτυρίες, και ιδιαίτερα τις Ιουδαϊκές και τις εθνικές, να καταλήξουμε στα εξής συμπεράσματα: (1) Ο Ιησούς ήταν ένας Ιουδαίος δάσκαλος, τον πρώτο μ.Χ. αι. που έζησε και κήρυξε στην Παλαιστίνη. (2) Πολλοί πίστεψαν ότι έκανε θαύματα (3) Απορρίφθηκε από την Ιουδαϊκή ηγεσία που αναμείχθηκε στο θάνατό του (4) Σταυρώθηκε από τον Πόντιο Πιλάτο στη βασιλεία του Τιβερίου Καίσαρα (5) Παρά το θάνατό του, οι μαθητές του, πίστευαν ότι ήταν ζωντανός και κήρυτταν γι’ αυτόν έξω από την Παλαιστίνη, (ώστε οπαδοί του να βρίσκονται στη Ρώμη το 64 μ.Χ.) (6) Κάθε είδους άνθρωποι (άντρες, γυναίκες, ελεύθεροι, δούλοι) τον λάτρευαν σαν θεό στις αρχές του 2ου αι. μ.Χ.

    Τώρα, το αξιοσημείωτο είναι, ότι αυτές οι πληροφορίες, βρίσκονται ως πυρήνας στο πρωτοχριστιανικό κήρυγμα (Πράξ. Απ. 10: 36-43). Αυτά, ακριβώς κήρυξε και ο απ. Παύλος στον εθνικό Κορνήλιο και στην οικογένειά του.

    «Ο Θεός... έφερε το χαρμόσυνο άγγελμα της ειρήνης μέσω του Ιησού Χριστού που είναι κύριος πάντων. Εσείς μάθατε για το γεγονός που διαδόθηκε σ’ όλη την Ιουδαία, αρχίζοντας από τη Γαλιλαία μετά το βάπτισμα που κήρυξε ο Ιωάννης. Μάθατε για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, που τον έχρισε ο Θεός με Άγιο Πνεύμα και με δύναμη. Παντού όπου πέρασε, ευεργετούσε και γιάτρευε όλους όσους κατατυραννούσε ο διάβολος, γιατί ο Θεός ήταν μαζί του. Εμείς είμαστε μάρτυρες για όλα αυτά που έκανε, και στην ύπαιθρο της Ιουδαίας και στην Ιερουσαλήμ. Αυτόν τον κάρφωσαν στο σταυρό και τον σκότωσαν. Ο Θεός όμως τον ανάστησε την τρίτη ημέρα από το θάνατό του κι έκανε να τον δουν αναστημένο, όχι όλος ο λαός, αλλά οι μάρτυρες που ο Θεός τους είχε διαλέξει από πριν, δηλαδή εμείς, που φάγαμε και ήπιαμε μαζί του μετά την ανάστασή του από τους νεκρούς».

    Οι ιστορικές αυτές μαρτυρίες δείχνουν καθαρά ότι κατά τους πρώτους δυο αιώνες μ.Χ. ούτε οι αγριότεροι αντίπαλοι του χριστιανισμού εθνικοί και Εβραίοι δεν σκέφτηκαν ποτέ να αρνηθούν την ύπαρξη του Χριστού. Η άρνηση, για πρώτη φορά ξεκίνησε με την εισβολή του ορθολογισμού στη Δύση, κυρίως από το 18ο αι., στηριζόμενη σε φιλοσοφικές προϋποθέσεις. Επίσης, καταφαίνεται, ότι διαθέτουμε πολύ περισσότερα και καλύτερα ιστορικά στοιχεία για τον Ιησού και τη ζωή του, παρά για οποιοδήποτε άλλον ιδρυτή θρησκείας (Βούδα, Μωάμεθ, Ζωροάστρη, Λάο - Τσέ), που οτιδήποτε γνωρίζουμε γι’ αυτούς, είναι πληροφορίες και παραδόσεις μετά από αιώνες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Έτσι, αποδεικνύεται αδιάσειστα, ότι ο Ιησούς κατά γενική ομολογία των μεγάλων ιστορικών του 20ου αι. (Will. Durant, H. G. Wells, A. Toynbee) όχι μόνο υπήρξε ιστορικό πρόσωπο, αλλά, το κυρίαρχο πρόσωπο, των 2 χιλιετηρίδων. Ο Will Durant σημειώνει: «Τα ουσιώδη μέρη των συνοπτικών ύστερα από δύο αιώνες ανωτέρας κριτικής οι γενικές γραμμές της ζωής, του χαρακτήρα και της διδασκαλίας του Χριστού παραμένουν λογικώς διαυγείς και αποτελούν το ελκυστικότερο χαρακτηριστικό της ιστορίας του Δυτικού ανθρώπου» (Ιστορία του πολιτισμού, τομ. Γ’ σελ. 648). Αλλά, εκτός από τον διάσημο αυτό ιστορικό, ας δούμε που κατέληξαν άλλοι σύγχρονοι επιφανείς ιστορικοί και ερμηνευτές.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Ιησούς: οι ετυμηγορίες των συγχρόνων

    Σημειώνει ο καθηγητής της βιβλικής κριτικής του Παν/μίου Manchester F. F. Bruce: «Δεν είναι ιστορικοί όσοι προπαγανδίζουν τις θεωρίες του Χριστού-μύθου» (Τα κείμενα της Κ.Δ., σελ. 120). Ο αγνωστικιστής Ian Wilson (Ιησούς, οι μαρτυρίες, σελ. 93) γράφει: «Επομένως με τα πιο ορθολογιστικά κριτήρια μπορούμε να έχουμε τη βεβαιότητα... ότι ο Ιησούς υπήρξε πραγματικά». Και ο ειδικός παπυρολόγος Carsten Peter Thiede υπογραμμίζει: «Στην Νέα Εποχή μας, στην οποία οι «άπιστοι» Θωμάδες είναι πολλοί, που ο καθένας πιστεύει μόνον ό,τι βλέπει, οι αποδείξεις για τον ιστορικό Ιησού είναι αδιαμφισβήτητες» («Ο Ιησούς: μύθος ή πραγματικότητα; σελ. 230). Παρατηρεί ο ειδικός E. P. Sanders: «Γνωρίζουμε πολλά γι’ αυτόν... σ’ ένα κάπως γενικό επίπεδο έχουμε πολύ καλή γνώση όσον αφορά στον Ιησού... Γνωρίζουμε ότι ήταν ενεργός μεταξύ 26-36 Κ.Π. Οι χρονολογίες αυτές οδηγούν στο ότι ο Ιησούς πέθανε (τότε). Οφείλουμε να εμπιστευθούμε αυτές τις πληροφορίες εκτός κι αν έχουμε σοβαρό λόγο για το αντίθετο ώστε να φτάσουμε να σκεφτούμε ότι πρόκειται για ψεύδη. Κάτι τέτοιο δεν ισχύει...» (Το ιστορικό πρόσωπο που Ιησού, σελ. 107-110). Ο θρησκειολόγος Glasenapp: «Οι πηγές της ζωής του Ιησού περικλείουν επί πλέον τόσες συγκεκριμένες λεπτομέρειες, που δίνουν στον απληροφόρητο παρατηρητή την εντύπωση μιας ιστορικής πραγματικότητας, που καθόλου δεν χρειάζεται να αμφισβητήσει την ιστορικότητά της και να την περιορίσει στην περιοχή του θρησκευτικού μύθου» (H. Glasenapp, Παγκόσμια Ιστορία των Θρησκειών, σελ. 348, 349).

    Ο καθηγητής Γ. Πατρώνος: «τα παρεχόμενα στοιχεία... πείθουν αβίαστα όχι μόνο έναν καλόπιστο μελετητή αλλά και τον πιο απαιτητικό ερευνητή για την αναμφισβήτητη ιστορική ύπαρξη του Ιησού (σελ. 58).

    Ο λόγιος Μιχαήλ Γκράντ, καταλήγει: «Αν εφαρμόσουμε στην Καινή Διαθήκη... τα ίδια κριτήρια που θα εφαρμόζαμε σε άλλα αρχαία συγγράμματα που περιέχουν ιστορικό υλικό, δεν μπορούμε να αρνηθούμε την ύπαρξη του Ιησού...» (Jesus - An Historian’ s Review of the Gospels, 1977, σελ. 199, 200 επ.). Τέλος, ο γνωστός ιστορικός H. G. Wells, εξετάζοντας το όλο θέμα καταλήγει: «Και τα τέσσερα Ευαγγέλια μας δίνουν σύμφωνη εικόνα μιας συγκεκριμένης προσωπικότητας. Υποχρεώνεται κανείς να πει: Εδώ υπάρχει ένας άνθρωπος που δεν είναι δυνατό να εφευρέθηκε». (Σύντομη Παγκόσμια Ιστορία, τομ. 1ος, σελ. 177).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Και ο μαρξιστής Γιάννης Κορδάτος: «Η κριτική λοιπόν των αρνητών της ιστορικής ύπαρξης του Ιησού στα βασικά της σημεία είναι άγονη και αντιιστορική... Είναι λοιπόν φανερό πως υπάρχουν γραφτές πηγές που μιλούσαν για τον Ιησού και τη δράση του...» (σελ. 31, 38).

    Ο Ιησούς, λοιπόν, όχι μόνον υπήρξε, αλλά όπως φαίνεται καθαρά από τη διδασκαλία και τη δράση του, ήταν έξω από τα μέτρα της εποχής του. Πέθανε στα μισά χρόνια του Μαρξ ή του Μάο, για να μην πούμε τίποτα για τον Κομφούκιο, τον Σωκράτη, τον Βούδα ή τον Μωάμεθ... Δίδαξε μόνο 3,5 χρόνια αλλά η ζωή του, άλλαξε την ιστορία του κόσμου.. Το ίδιο και η διδασκαλία του. Η διδασκαλία του για τη Βασιλεία του Θεού ή των Ουρανών, είναι «ένα από τα σημαντικότερα δόγματα που συνετάραξαν και άλλαξαν τόσο πολύ την ανθρώπινη σκέψη... είναι μια τολμηρή και ασυμβίβαστη απαίτηση για μια ολοκληρωτική αλλαγή και κάθαρση της ζωής της πάσχουσας ανθρωπότητας» (Χ. Τζ. Ουέλς). Η ζωή του, η ύπαρξή του, υπήρξε μια πρόκληση για τότε και για πάντα. «Έξι χιλιάδες χρόνια νωρίτερα αν ζούσε—λέγει ο φροϋδομαρξιστής Βίλχεμ Ραϊχ—θα είχε δώσει την εντύπωση ξένου σώματος. Και στις μέρες μας, πάλι θα ξεχώριζε από το πλήθος... Η φυσιογνωμία του θυμίζει ένα λιβάδι πλημμυρισμένο από ήλιο, κάποιο ανοιξιάτικο πρωινό. Είναι αδύνατο να τη προσδιορίσετε με το βλέμμα, αλλά την αισθάνεστε, αν δεν είστε πανουκλιασμένος...». (Η δολοφονία του Χριστού).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Δυο τελευταία λόγια: Το αδύνατον της μυθο-κατασκευής

    Οι μαρτυρίες για την ιστορική ύπαρξη του από Ναζαρέτ Ιησού, όπως είδαμε, είναι πολλές και ακαταμάχητες. Αδιαμφισβήτητες. Σπάνια, θα μπορούσαν να βρεθούν για οποιοδήποτε άλλο ιστορικό πρόσωπο, τόσες πολλές μαρτυρίες, τόσο κοντά προς το πρόσωπο και τα γεγονότα, και από τόσες ανεξάρτητες πηγές (φιλικές, εχθρικές, εθνικές, ουδέτερες, αιρετικές).

    Αν, παρόλα αυτά, εξακολουθεί κανείς ν’ αμφιβάλει ότι Ιησούς υπήρξε και έδρασε, με τους μαθητές του - ανάμεσα στα 30-33 στην μ.Χ. Παλαιστίνη, θα έλεγα, ότι θα πρέπει να επανεξετάσει, τι είναι ιστορία και με ποιον τρόπο αποκτάται η γνώση για αρχαία πρόσωπα και γεγονότα. Αν θέλουμε πάλι να εφαρμόσουμε τους ίδιους αυστηρούς κανόνες και τους τρόπους κτήσης ιστορικής γνώσης σε πολλά γνωστά πρόσωπα της ιστορίας, αυτά θα βγαίνανε νοκ-άουτ! Αν ο Ιησούς δεν ήταν ιστορικό πρόσωπο - παρατηρεί ο Τ.Ρ. Γκλόβερ-, τότε η ιστορία είναι ανέφικτη, είναι ένα παραλήρημα.

    Μπορούσε ο Ιησούς, με την τόση καταπληκτική επίδραση, να είναι μια απλή επινόηση; Μια μυθική θεότης, σαν τον Κρίσνα, τον Μίθρα, τον Όσιρι, τον Ταμούζ, τον Ώρο, τον Διόνυσο, και τόσες άλλες θεότητες που λάτρευαν οι παγανιστές;

    «Φίλε μου», μας προλαβαίνει ο Ζαν-Ζακ Ρουσώ, «δεν επινοούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Διότι τότε, θα έπρεπε οι επινοήσαντες να υπήρξαν ανώτεροι του επινοηθέντος! Απεναντίας, η ιστορία του Σωκράτη την οποία κανείς δεν τολμάει ν’ αμφισβητήσει δεν είναι τόσο καλά βεβαιωμένη από μάρτυρες όσο η ιστορία του Ιησού Χριστού».

    «Για να επινοήσει κανείς έναν Νεύτωνα, θα μας πει με κρυστάλλινη λογική ο θεολόγος και φιλόσοφος Θεόδωρος Πάρκερ (1810-1860), θα έπρεπε ο επινοητής να είναι αυτός ούτος ο Νεύτων. Ποιος θα μπορούσε να επινοήσει ένα πρόσωπο όπως ο Ιησούς; Μόνον ο Ιησούς θα μπορούσε να το κάνει αυτό».

    Ο Will Durant ευλόγως καταλήγει: «Το γεγονός ότι λίγοι απλοί άνθρωποι θα έπλαθαν εντός μιας γενιάς, μία τόσο υψηλή ηθική και ένα τόσο εμπνευσμένο όραμα περί της αδελφότητας των ανθρώπων, θα ήταν θαύμα πολύ πιο απίστευτο από οποιοδήποτε άλλο που αναφέρεται στα ευαγγέλια...» (τα έντονα γράμματα δικά μου).

    Αλλά θαύμα, θα ήταν επίσης, το να επινοήσουν οι μαθητές του μια τέτοια ασύγκριτη, ακτινοβολούσα προσωπικότητα σαν τον Ιησού, με τέτοια υψηλή ηθική που τόσο διέφερε από τις αντιλήψεις των συγχρόνων τους, και να γράψουν γι’ αυτήν 9 διαφορετικοί άνθρωποι - οπαδοί του, ανάμεσα στα 40-70 μ.Χ. σε διαφορετικά μέρη, απευθυνόμενοι σε διαφορετικούς παραλήπτες, και να δώσουν μια σύμφωνη, σταθερή, αμετάβλητη εικόνα γι’ αυτόν, ΚΑΙ ΝΑ ΘΥΣΙΑΣΤΟΥΝ ΜΕΤΑ ΓΙ’ ΑΥΤΟΝ ΠΟΥ ΕΠΙΝΟΗΣΑΝ και στη συνέχεια να πείσουν χιλιάδες ανθρώπους(!) απ’ τους οποίους πολλοί στη συνέχεια θυσιάστηκαν ή ήσαν διατεθειμένοι να πεθάνουν για την πίστη τους, όπως σημείωσε ο Πλίνιος, ο νεώτερος, στην επιστολή του.

    Αυτό είναι κάτι που θα συνέβαινε μόνο μια φορά στην ιστορία, αντίθετα προς τα γνωστά δεδομένα της ιστορίας. Δηλ. ΕΝΑ ΘΑΥΜΑ...

    Αλλά βεβαίως, δεν συνέβη κάτι τέτοιο. Το θαύμα ήταν ο ίδιος ο Ιησούς. Γιατί αυτοί που έγραψαν αυτά που έγραψαν ήταν αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες! Και δεν έδωσαν το αίμα τους ανεξέταστα... «ου γαρ μύθους σοφιστικούς ακολουθήσαντες αλλά επόπται γεννηθέντες της εκείνου μεγαλειότητος» (2 Πετ. 1: 16).

    Είναι αξιοσημείωτο, το ότι ο απ. Πέτρος δίνει έμφαση στο ότι αυτός και άλλοι μαθητές, ήταν αυτόπτες μάρτυρες των γεγονότων της ζωής του Ιησού, όπως τόνισε και την ημέρα της Πεντηκοστής, σ’ ένα μεγάλο πλήθος λίγα χρόνια προηγουμένως λέγοντας στους Ιουδαίους «Καθώς εσείς εξεύρετε». (Πραξ. 2:22). Κι όπως είπαν οι απόστολοι διωκόμενοι από τους ηγέτες του Σαχενδριν; «ου δυνάμεθα γαρ ημείς ά είδομεν και ηκούσαμεν μη λαλείν» (Πραξ. 4:20). Και, όπως, παραστατικά περιγράφει ο Ιωάννης ο μαθητής της αγάπης, καταθέτοντας τη δική του συγκλονιστική μαρτυρία: «Τον ακούσαμε και τον είδαμε με τα ίδια μας τα μάτια. Μάλιστα τον είδαμε από κοντά, και τα χέρια μας τον ψηλάφησαν. Καταθέτουμε, λοιπόν τη μαρτυρία μας...» (Α’ Ιωαν. 1:1-2).

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Τα ίδια λέει και ο Ευαγγελιστής και ιστορικός, Λουκάς. Λέει ότι στηρίχτηκε σε αυτόπτες μάρτυρες για να πληροφορηθεί και να γράψει στον κράτιστο Θεόφιλο «όπως μας παρέδωσαν εκείνοι που από την αρχή έγιναν αυτόπτες μάρτυρες του αγγέλματος καθώς και άλλοι εκτός από τον ίδιο επιχείρησαν να συντάξουν (ανατάξωσι) διήγηση για τα γεγονότα» (Λουκ. 1:1). Βλέπουμε καθαρά, ότι οι συγγραφείς της Καινής Διαθήκης, δεν εγκοπώνονται το γνωστό «Πίστευε και μη ερεύνα» αλλά λέγουν, «έρχου και ίδε»(Ιωάννης 1:46, Αποκ. 5:5, 6:1).

    Οι Ευαγγελιστές, παρά τις μικρές αποκλίσεις μεταξύ τους, είναι ιστορικά αξιόπιστοι. Όχι μόνο ήταν αυτόπτες (Ματθαίος, Ιωάννης) και στηρίχτηκαν σε αυτόπτες (Λουκάς - Μάρκος), αλλά μας έδωσαν πολλές λεπτομέρειες για τη ζωή του Ιησού, ανάμεσα σε γνωστά ιστορικά πρόσωπα, που επαληθεύονται από άλλες πηγές και αρχαιολογικά ευρήματα. Π.χ., ο τάφος του Καϊάφα, ανακαλύφτηκε πρόσφατα, όπως και μια πέτρα με το όνομα του Πόντιου Πιλάτου στην Καισάρεια του Ηρώδη, το 1961 μ.Χ. Η κολυμβήθρα της Βηθεσδά στην Ιερουσαλήμ, ερείπια πόλεων, η Παινειάδα ή Καισάρεια Φιλίππου, κλπ., επιγραφές, νομίσματα, χειρόγραφα... Φαίνεται ότι δεν θα μπορούσε κανείς να πλάσει με τη φαντασία του κάποιον, ανάμεσα σε τόσο γνωστά πρόσωπα, τόπους και πράγματα, και να τον επιβάλλει σε κάποιους άλλους σαν αρχηγό και ίνδαλμα, ώστε να δημιουργηθεί ένα τέτοιο ζωντανό και δυναμικό κίνημα σαν το Πρωτοχριστιανικό. Σ’ αντίθεση με τους μυθικούς θεούς το πρόσωπο αυτό είναι καθηλωμένο μέσα στον τόπο και στον χρόνο. Διαβάστε μόνοι σας το Λουκ. 3:1-5, και θα βρείτε εκεί, 7 γνωστά ιστορικά πρόσωπα που δίνονται για να προσδιοριστεί το έτος έναρξης δράσης του Ιησού, μαζί με τις γεωγραφικές συντεταγμένες.

    Ας δούμε και μια τελευταία άποψη, πριν κλείσουμε το όλο θέμα. «Τι είναι εκείνο που διακρίνει τον Ιησού της Ναζαρέτ από τους άλλους σωτήρες που μεταβλήθηκαν σε σπαθιστές;» ρωτάει ο ιστορικός Arnold Toynbee. «Η απάντησις είναι ότι εκείνοι οι άλλοι εγνώριζαν ότι δεν ήταν άλλο τι παρά άνθρωποι, ενώ ο Ιησούς ήτο εις άνθρωπος που επίστευεν ότι ήτο ο υιός του θεού... Θεραπεύει την πληγήν που επροκάλεσε το ξίφος του Πέτρου και κατόπιν προσφέρει εκουσίως τον εαυτόν του δια να υποφέρη... το υπέρτατον μαρτύριον... Αντί να νικήσει με το ξίφος, προτιμά ν’ αποθάνει επί του σταυρού» (Σπουδή της Ιστορίας, 1962, σελ. 515). Ιδού, σε λίγες γραμμές, ο Ιησούς της Γαλιλαίας. Ως άνθρωπος, ο μεγαλύτερος που έζησε ποτέ! Διότι είχε προ-ιστορία (αφού προφητεύθηκε η έλευσή του) και μετα-ιστορία... Υπήρξε, αυτός που χώρισε τον χρόνο στα δύο, σε π.Χ. και μ.Χ. Αλλά και τους ανθρώπους στα δύο: σε Υπέρ Χριστόν και Κατά Χριστού.

     https://tsinikopoulos.org/el/%CE%AC%CF%81%CE%B8%CF%81%CE%B1/%CF%85%CF%80%CE%AE%CF%81%CE%BE%CE%B5-%CF%80%CF%81%CE%B1%CE%B3%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AC-%CE%BF-%CE%B9%CE%B7%CF%83%CE%BF%CF%8D%CF%82-%CF%84%CE%B7%CF%82-%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CE%BB%CE%B1%CE%AF%CE%B1%CF%82

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. pros ton anonumo. exo mia aporia o xristos eine theos i uios tou giaxbe i eine o idios giati milisa me kati iexobades kai me ta lene mperdemena

      Διαγραφή
    2. ΕΠΙΚΟΥΡΟΣ. Έχει ο Θεός τη βούληση να εμποδίσει το Κακό αλλά δεν μπορεί; Άρα δεν είναι Παντοδύναμος. Μπορεί αλλά δεν θέλει; Τότε δεν είναι Πανάγαθος. Έχει τόσο τη βούληση, όσο και τη δύναμη να το εμποδίσει; Τότε από πού προέρχεται το Κακό; Δεν έχει ούτε τη βούληση ούτε τη δύναμη; Τότε γιατί τον λέμε Θεό;

      Διαγραφή
    3. ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, ΘΕΟΥ ΥΙΟΣ, ΣΩΤΗΡ

      Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ ΚΑΙ ΜΕΣΣΙΑΣ

      Δεν υπάρχουν βιβλία που να έχουν μελετηθεί περισσότερο από τα βιβλία της Αγίας Γραφής, όχι μόνο από φίλους αλλά και από εχθρούς, και τα οποία μιλούν για την έλευση του αναμενόμενου Μεσσία, του Χριστού Ιησού, που υπήρξε ο πρώτος ΚΑΙ μοναδικός ΚΑΙ αληθινός Θεάνθρωπος της ιστορίας,. σε αντίθεση με τους φανταστικούς και ανύπαρκτους θεανθρώπους των εξωχριστιανικών θρησκευμάτων, οι οποίοι, αφενός δεν έχουν καμία ιστορική βάση, γιατί δεν υπήρξαν πραγματικά, αφετέρου αποτελούν εκφάνσεις της νοσταλγούμενης λύτρωσης, που παρατηρείται σ’ όλους τους λαούς και της θεανθρώπινης παγκόσμιας προσδοκίας. Πράγματι, τον Βούδα, τον Κομφούκιο, τον Λάο Τσε, τον Μωάμεθ και τους άλλους ιδρυτές θρησκειών, δεν τους έχει προαναγγείλει κάποια θρησκευτική παράδοση. Αντίθετα, ο Μεσσίας αναγγέλθηκε από μια ατελείωτη αλυσίδα ανθρώπων, που έζησαν και έδρασαν σε διαφορετικό χρονικό πλαίσιο, περιβάλλον και συνθήκες. Θα παραμείνει, δηλαδή, για πάντα το κλειδί της ιστορίας, που ανοίγει μόνο με την πίστη στην θεότητά Του και το χαρακτηρισμό Του ως «Υιό του Θεού», που έγινε άνθρωπος ακριβώς για να γίνουμε εμείς θεοί, κατά τη συμμετοχή μας σ’ Αυτόν, και για να κληρονομήσουμε τη Βασιλεία των Ουρανών. Ο απ. Παύλος, στην προς Γαλάτας επιστολή του, μας διαβεβαιώνει πως «Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, τότε έστειλε ο Θεός τον Υιό Του, ο οποίος γεννήθηκε από γυναίκα». Για το συγκεκριμένο αυτό «πλήρωμα του χρόνου», μίλησαν οι προφήτες εκατοντάδες χρόνια πριν την πολυπόθητη Επιφάνειά Του. Αποτελούν οι μαρτυρίες αυτές την πλέον ισχυρή αγιογραφική απόδειξη του Θεανθρώπινου χαρακτήρα του Ιησού Χριστού, της ιδιότητάς του ως Υιού του Θεού και της μοναδικής μεσιακής Του αποστολής μέσα στο διάβα των αιώνων (βλ. και ‘Υπόθεση Ιησούς’ του Vitorio Messori, Πορεία Πνευματική, Αθ. 1980). 

      Διαγραφή
    4. ΟΙ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ

      ΕΚΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟ

      Η Π.Δ. βροντοφωνάζει το ΕΡΧΕΤΑΙ Ο ΜΕΣΣΙΑΣ με μεγάλο πλήθος προφητειών, που ανέρχονται περίπου στις τρεις εκατοντάδες. Στις σελίδες της Π.Δ. αναγνωρίζεται ότι είχαν σπάσει των ανθρώπων τα πνευματικά φτερά και δεν μπορούσαν πλέον να ανέλθουν στο ύψος της αγιωτικής τελειότητας. Ο Θεός δεν άφησε όμως το πλάσμα Του στην κατάπτωση, οδύνη και τις ενοχές του. Εξήγγειλε δια των προφητών -όπως έχουμε πάμπολλες αναφορές και στα φιλολογικά κείμενα πολλών λαών- σειρά μαρτυριών, δια των οποίων αποδεικνύεται η αναμονή του Λυτρωτή από την Παλαιστίνη (όπως και αυτός ο Βολταίρος παραδέχεται) και η σύμπτωση όλων των προφητειών στο πρόσωπο του Ιησού, με σκοπό την σωτηρία των πιστών που θα ακολουθήσουν τις εντολές Του. Το να συμπέσουν άλλωστε σε ένα πρόσωπο 300 προφητείες, και αυτός να μην είναι ο υπεσχημένος Μεσσίας, στατιστικά και μαθηματικά έχει υπολογιστεί πως είναι εντελώς απίθανο να συμβεί. Στο σημείο αυτό αναφέρουμε ενδεικτικά:

      (α) Το γνωστό «Πρωτευαγγέλιο», την εξαγγελία περί σωτηρίας του ανθρώπου μετά την Πτώση του ανθρώπου από τον αρχικό παράδεισο. «Είπε ο Κύριος ο Θεός στο φίδι ….. Έχθρα θα βάλω ανάμεσα σ’ εσένα και στη γυναίκα (την Θεοτόκο), κι ανάμεσα στο σπέρμα σου (τον διάβολο) και στο σπέρμα της (τον Χριστό). Εκείνος (ο Θεάνθρωπος) θα σου συντρίψει το κεφάλι, κι εσύ (ο σατανάς) θα του πληγώσεις (μόνο) την φτέρνα» (τριήμερος θάνατος, αλλά μετά ακολούθησε η ανάστασή Του) {Γένεση: 3,14-15}. - (β) Την ολοκάθαρη προφητεία του Ησαΐα: «Νά, η Παρθένος θα συλλάβει, θα γεννήσει Υιό και θα τον ονομάσουν Εμμανουήλ» (ήτοι: Ο Θεός μαζί μας) (7,14). - (γ) Ακόμη, λέγει ο Ησαΐας: «Γεννήθηκε για μας ένα παιδί, μας δόθηκε ένας γιος, ο οποίος θα κατέχει την πηγή της εξουσίας (η εξουσία από την αρχή θα είναι πάνω στους ώμους του), που το όνομά του θα είναι ΘΕΟΣ ΙΣΧΥΡΟΣ, αιώνιος Πατέρας και της ειρήνης άρχοντας» (9, 5-6). - (δ) Την χαρακτηριστική προφητεία του Ιακώβ: «Ποτέ ο Ιούδας την εξουσία δεν θα χάσει, ούτε το σκήπτρο του αρχηγού μέσ’ απ’ τα πόδια του, ωσότου έρθει ο άρχοντας (Σηλώ), σ’ αυτόν που οι λαοί θα υπακούσουν» (Γένεση: 49, 10). «Σηλώ» ερμηνεύεται ως Ειρηνοποιός και Μεσσίας. Όπως δείχνει η ιστορία, το «σκήπτρο και η ράβδος της εξουσίας» αφαιρέθηκαν από τον Ιούδα όταν ακριβώς εμφανίστηκε ο Ιησούς πάνω στη γη. Όχι πολλά χρόνια μετά από τον Ηρώδη, η Ιουδαία μαζί με την Ιερουσαλήμ υπήχθησαν υπό την διοίκηση Ρωμαίου ηγεμόνα, και ο Ισραήλ έχασε την ανεξαρτησία του (βλ. Vittorio Messori, όπου ανωτέρω). - (ε) Την προφητεία του Μιχαία περί γεννήσεως του Μεσσία στην Βηθλεέμ, από «γυναίκα που θα γεννήσει το αναμενόμενο παιδί ….. Θα τους οδηγήσει, θα τους προστατέψει ….. Όλοι οι λαοί της γης θα αναγνωρίσουν την μεγαλοσύνη του. Αυτός θα φέρει την ειρήνη» (5,1-3). - (στ) Την προφητεία του Μαλαχία περί αποστολής του αγγελιοφόρου (Ιωάννου του Βαπτιστή) πριν από την ιστορική εμφάνιση του Θεού επί γης (Μαλ. 3,1 και Ησ. 40,3-5). - (ζ) Ο Δανιήλ μίλησε για την υπερφυσική γέννηση του Χριστού (2,45) και την αιώνια βασιλεία Του (7,14). Σε άλλη προφητεία του αναφέρθηκε σε διάστημα «Εβδομήντα εβδομάδων», μέχρι να εμφανιστεί και χριστεί ο Άγιος των αγίων, ο «Ηγήτωρ Χριστός», ο οποίος μάλιστα θα θανατωθεί, «θα εκκοπεί, και όχι για τον εαυτό του» (9, 25-27). - (η) Την σφαγή των νηπίων από τον Ηρώδη, όπως το προείπε ο προφήτης Ιερεμίας (38,15). - (θ) Ο Ιεζεκιήλ επίσης ονόμασε τον Θεάνθρωπο ‘Ποιμένα’ (34,23) και την Θεοτόκο ‘ανατολική Πύλη του Ναού’ (44,2), κ.α. (βλ. και Παν. Τρεμπέλα, ‘Απολογητικαί Μελέται’ Δ΄ και Ε΄, εκδ. Σωτήρ, όπως και Νικολάου Νευράκη, ‘Ο Χριστός και ο καινούριος κόσμος του Θεού’, Αθ. 1989).

      Διαγραφή
    5. ΑΛΛΕΣ ΑΠΟΔΕΙΞΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗ ΘΕΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

      Η ΑΣΥΓΚΡΙΤΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ: «Ποτέ κανένας άνθρωπος δεν μίλησε όπως αυτός ο άνθρωπος», αναφέρεται στο κατά Ιωάννη ευαγγέλιο (7,46). Φανέρωσε τον Τριαδικό Θεό ολοκάθαρα στους ανθρώπους. Ως η «λύρα με τις δέκα χορδές» του βασιλιά Δαυίδ τράβηξε όλον τον κόσμο προς τον εαυτόν Του και μαγνήτισε τους ανθρώπους. Δίδαξε την νέα εντολή της αγάπης, της αγάπης δηλαδή που θυσιάζεται για τους άλλους και όχι της συναισθηματικής αγάπης. Και κήρυξε την ισότητα μεταξύ όλων των ανθρώπων. Διότι μέσα στον Χριστό δεν υπάρχουν διαφορές, ούτε φυλετικές, ούτε ρατσιστικές, ούτε κληρονομικές, ούτε εθνικές. Όλοι δι’ Αυτού και εν Αυτώ είμαστε ένα.

      Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΑΝΑΜΑΡΤΗΣΙΑ ΤΟΥ: Ποτέ δεν βγήκε λόγος κακός ή άσχημη λέξη από το στόμα του, ούτε έπραξε ποτέ αμαρτία, σύμφωνα με τον προφήτη Ησαΐα και τον απόστολο Πέτρο (Α΄ Πέτρ. 2,22). Ο απ. Παύλος τον ονομάζει «Αυτόν που δεν γνώρισε ποτέ αμαρτία» (Β΄ Κορ. 5,21). Σε φίλους και εχθρούς απηύθυνε το ερώτημα: «Ποιος από σας μπορεί να με ελέγξει για διάπραξη αμαρτίας;» Και φυσικά κανείς ποτέ δεν το τόλμησε. Υπήρξε ο τέλειος παιδαγωγός για μικρούς και μεγάλους και στους αιώνες. Ακόμη και ο Πιλάτος αναγκάζεται να παραδεχθεί ότι είναι «αναίτιος αμαρτίας» και «δίκαιος» (Ιω. 18,38/ Ματθ. 27,24). Ο Ιούδας απελπίστηκε γιατί παρέδωσε αυτόν που είναι «αίμα αθώον» (Ματθ. 27,4). Και γι’ αυτό η Εκκλησία μας ψάλλει στη θεία Λειτουργία «Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός».

      ΤΑ ΑΠΕΙΡΑ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ: Έκανε κάθε είδους θεραπείες. Ανέστησε νεκρούς. Θεράπευσε βαριά αρρώστους. Μιλάμε για ανθρώπους τυφλούς, χωρίς κόρη οφθαλμού. Παράλυτους σήκωσε όρθιους, ανθρώπους κατάκοιτους από τη γέννησή τους. Ηρέμησε φουρτουνιασμένες θάλασσες, και άλλα πολλά «ων ουκ έστι αριθμός». Τόσα, ώστε ο ευαγγελιστής Ιωάννης να γράψει ότι αν θα θέλαμε να περιγράψουμε όλα όσα έκανε ο Ιησούς, δεν θα χωρούσε ο κόσμος τα βιβλία που θα γραφόντουσαν. Εξακολουθεί φυσικά να θεραπεύει ο Κύριος και σήμερα όσους προστρέχουν σ’ αυτόν με καθαρή και άδολη πίστη. (βλ. και Νικολάου Γ. Νευράκη, όπου ανωτέρω). Ορισμένοι κατηγόρησαν τον Χριστό ότι έκανε θαύματα χρησιμοποιώντας τον υπνωτισμό και την υποβολή και άλλοι ότι έμαθε να χρησιμοποιεί τις δυνάμεις τις φύσεως από ταξίδια που ΔΗΘΕΝ πραγματοποίησε σε μεγάλα αποκρυφιστικά κέντρα της Ανατολής. Δυστυχώς γι’ αυτούς, δεν μπορεί η υποβολή να ειρηνεύει θάλασσες, να διώχνει δαιμόνια, να χορταίνει χιλιάδες ανθρώπους με λίγα ψάρια και να ανασταίνει νεκρούς. Επιπλέον, η μεγαλύτερη διάρκεια ύπνωσης δεν ξεπερνάει τις έξι ώρες (βλ. Μιχαήλ Χούλη: «Η Ψευδώνυμος Γνώσις», εκδ. Στερέωμα, Θεσσαλονίκη). Ακόμη, οι Γαλιλαίοι και Ιουδαίοι και Σαμαρείτες της εποχής του Χριστού, καθώς και οι απόστολοι και μαθητές του, δεν ήσαν ανόητοι ώστε να πιστεύουν αδιαμαρτύρητα στο κάθε τι. Ήσαν πανέξυπνοι βιοπαλαιστές, άνθρωποι του εμπορίου, ή και της πράξης, και γι’ αυτό διαπίστωναν καθημερινά την αλήθεια και την υπερφυσική πραγματοποίηση των θαυμάτων του Χριστού, αφού ο ίδιος είναι η πηγή της Θείας Χάριτος.

      Διαγραφή
    6. ΟΙ ΕΚΠΛΗΚΤΙΚΕΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΕΣ ΤΟΥ: Ο μοναδικός ευεργέτης του σύμπαντος κόσμου προφήτευσε την τριήμερη ταφή και ανάστασή Του, την ολοκληρωτική καταστροφή των Ιεροσολύμων και το αδύνατο του αφανισμού της Εκκλησίας Του. Θυμίζουμε τα λόγια του: «Γκρεμίστε αυτόν τον ναό και σε τρεις ημέρες θα τον οικοδομήσω και πάλι» (Ιω. 2,19). Τότε νόμιζαν πως εννοεί τον ναό των Ιεροσολύμων, αλλά μετά την ανάστασή Του φάνηκε καθαρά ότι μιλούσε για το ένδοξο σώμα Του. Η άλλη μεγάλη του προφητεία είναι η εξής: «Ιερουσαλήμ, Ιερουσαλήμ, που εξοντώνεις τους προφήτες και λιθοβολείς τους απεσταλμένους σε σένα…. Νά, το σπίτι σου θα παραμείνει έρημο» (Ματθ. 23,37-38). Το γεγονός πραγματοποιήθηκε το 70 μ.Χ. όταν ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Τίτο κατέστρεψε ολοκληρωτικά την άγια πόλη, για να καταστείλει την εξέγερση των Ιουδαίων. Η τρίτη Του προφητεία αφορά την Εκκλησία, όταν είπε: «Και οι πύλες του άδη δεν θα μπορέσουν να την εκμηδενίσουν» (Ματθ. 16,18). Πράγματι, μέχρι σήμερα η Εκκλησία κλυδωνίζεται, αλλά δεν καταποντίζεται.

      Η ΛΑΜΠΡΗ ΤΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΗ, που είναι το σημαντικότερο γεγονός της ιστορίας: Η μεγαλύτερη απόδειξη της αναστάσεως είναι ότι όλοι οι απόστολοι, εκτός του Ιωάννη που πέθανε σε βαθειά γεράματα και του Ιούδα που απαγχονίστηκε, έδωσαν τη ζωή τους για Εκείνον, που δεν θα το έκαναν φυσικά για ένα ψέμα ή για μια αόριστη φήμη (βλ. «Ο Χριστός και ο καινούριος κόσμος του Θεού», όπου ανωτέρω).

      Διαγραφή
    7. ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ

      ΚΑΙΝΗ ΔΙΑΘΗΚΗ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ

      Ολόκληρη η Αγία Γραφή, αλλά κυρίως η Καινή Διαθήκη, αν γνωρίζει κάποιος να την διαβάζει με ανοιχτούς πνευματικούς οφθαλμούς, διακηρύσσουν την θεότητα του Χριστού. Τρανταχτά παραδείγματα βρίσκουμε στις επιστολές του αποστόλου Παύλου, ο οποίος παρακαλεί τους χριστιανούς να έχουν το ίδιο φρόνημα με τον Χριστό Ιησού, ο οποίος «ΑΝ ΚΑΙ ΗΤΑΝ ΘΕΟΣ, δεν θεώρησε την ισότητά του με το Θεό αποτέλεσμα αρπαγής, αλλά τα απαρνήθηκε όλα, πήρε μορφή δούλου κι έγινε άνθρωπος» (Φιλιπ. 2,5-7), και όντας πραγματικός άνθρωπος ταπεινώθηκε θεληματικά υπακούοντας μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού. Και ολοκάθαρα ακόμη διδάσκει: «Ο ΘΕΟΣ ΦΑΝΕΡΩΘΗΚΕ ΩΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ, το Πνεύμα απέδειξε ποιος ήταν, φανερώθηκε στους αγγέλους, κηρύχθηκε στα έθνη, τον πίστεψε ο κόσμος, αναλήφθηκε με δόξα» (Α' Τιμ. 3,16). Ο απόστολος των εθνών, στην προς Ρωμαίους επιστολή του, προσφωνεί τον Χριστό ως τον «ΘΕΟ ΠΟΥ ΕΞΟΥΣΙΑΖΕΙ ΤΑ ΠΑΝΤΑ» (Ρωμ. 9, 1-5). Και πάλι το «σκεύος εκλογής», ο μακάριος Παύλος δηλώνει ότι αναμένει μαζί με όλη την Εκκλησία «την μακαριότητα που ελπίζουμε, δηλαδή την εμφάνιση της δόξας ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΟΥ ΘΕΟΥ και σωτήρα μας, του Ιησού Χριστού» (Τίτου 2,13). Η μαρτυρία του απ. Παύλου είναι πολύ σημαντική! Μιλάει για εμφανίσεις του αναστημένου σε 500 αδελφούς και τελευταία στον ίδιο. Γνωρίζουμε ότι λέει την αλήθεια γιατί, ενώ εδίωκε σκληρά κάποτε τους χριστιανούς, είδε ξαφνικά μια μέρα μεσημέρι το άκτιστο φως του Χριστού και γεύθηκε την ουράνια αλήθεια. Τον επίλογο της α' επιστολής του ο ευαγγελιστής Ιωάννης κλείνει με τη διαπίστωση ότι «Είμαστε πραγματικά μέσα στην αλήθεια, στον Υιό του Θεού, τον Ιησού Χριστό. Αυτός είναι Ο ΑΛΗΘΙΝΟΣ ΘΕΟΣ και η αιώνιος ζωή» (Α' Ιω. 5,20). Και επειδή οι μαρτυρίες είναι πάρα πολλές ακόμη, αναφέρουμε μόνο εκείνη του απ. Πέτρου, ο οποίος ονομάζει τον Ιησού "Θεό" και "Σωτήρα", διότι λέγει: «Ο Συμεών Πέτρος, δούλος και απόστολος Ιησού Χριστού, προς εκείνους που έλαβαν πίστη ίσης αξίας με τη δική μας, δια της δικαιοσύνης του ΘΕΟΥ μας και ΣΩΤΗΡΑ μας Ιησού Χριστού» (Β' Πέτρ. 1,1).

      Διαγραφή
    8. Η ΑΥΤΟΣΥΝΕΙΔΗΣΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ

      Σε μια κατ’ ιδίαν συζήτηση με τους μαθητές Του, ο Χριστός αποκαλύπτει ότι σε λίγο χρονικό διάστημα θα αναληφθεί προς τον Πατέρα Του, μετά φυσικά το πάθος, το σταυρικό Του θάνατο και την Ανάστασή Του. Ο Φίλιππος τότε τού ζητά να τους δείξει τον Πατέρα Του. Ο Κύριος απαντά: «Εάν με γνωρίζατε, θα γνωρίζατε και τον Πατέρα μου. Από τώρα τον ξέρετε και τον έχετε δει», εννοώντας την ταυτότητα της ουσίας Πατρός και Υιού. Και συνεχίζει ο Ιησούς: «Τόσον καιρό είμαι μαζί σας, Φίλιππε, και δε μ’ έχεις γνωρίσει;» (Ιω. 14,7-10). Ο ίδιος αποκαλύπτει: «Πριν γεννηθεί ο Αβραάμ εγώ υπάρχω» (όχι υπήρχα, αλλά πάντοτε και αναλλοίωτα ΥΠΑΡΧΩ αϊδίως ως Θεός) (Ιω. 8,58). Όταν ο Πέτρος τού λέγει ότι είναι ο Υιός του Θεού, ο Χριστός τού απαντά ότι είσαι «Μακάριος Πέτρο, γιατί σάρκα και αίμα δεν σου αποκάλυψε αυτήν την αλήθεια, αλλά ο Πατέρας μου που είναι στους ουρανούς» (Ματθ. 16,13-17). Φανταστείτε τον Αβραάμ, τον Μωυσή, τον προφήτη Ηλία, να λένε: «Εγώ και ο Θεός είμαστε ένα», ή «Πιστεύετε σε μένα και στον Θεό πιστεύετε». Δεν θα ήταν γελοίο; Ακόμη, αν ο Πέτρος λέγοντας ότι ο Χριστός είναι Υιός του Θεού εννοούσε ότι ο Χριστός ήταν παιδί του Θεού όπως και εμείς, με ηθική δηλαδή έννοια, δεν θα τον μακάριζε ο Ιησούς λέγοντάς του ότι του το αποκάλυψε ο Θεός. Εδώ πρόκειται για πλήρη και ουσιαστική υιιότητα. Θεός ο ίδιος, αλλά και Υιός του Θεού. Παραθέτουμε επίσης τα λόγια του δύσπιστου απ. Θωμά, μετά από την πρόσκληση του αναστημένου Χριστού να αγγίξει τις πληγές του. Του λέει με δάκρυα στα μάτια ο Θωμάς: «Ο ΚΥΡΙΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ Ο ΘΕΟΣ ΜΟΥ» (Ιω. 20,28). Τότε ο Κύριος όχι μόνο δεν αρνήθηκε ότι είναι Θεός, αλλά τον παρατήρησε επειδή πίστεψε σ’ αυτόν αφού τον είδε, ενώ ευτυχισμένοι θα είναι του λέει όσοι πιστέψουν σε Αυτόν χωρίς να τον δουν (βλ. Άγγελου Δαμασκηνίδη: «Η Αλήθεια έχει τον Λόγο», εκδ. «Ο Λόγος», Αθήναι & Μιχαήλ Χούλη: «Η Ψευδώνυμος Γνώσις», εκδ. Στερέωμα, Θεσσαλονίκη).

      Διαγραφή
    9. Ακόμη, συνεχώς επαναλαμβάνει ο Ιησούς ότι «ήλθε» και αυτοπροσδιορίζεται ως «Υιός του Ανθρώπου, που ήρθε να διακονήσει και όχι να διακονηθεί» (Μάρκ. 10,45). Στην πρώτη άλλωστε δημόσια εμφάνισή Του που παραθέτει ο Λουκάς, διαβάζοντας ο Κύριος μέσα στη Συναγωγή το χειρόγραφο του Νόμου που αναφερόταν στον ερχόμενο Μεσσία, τους αποκαλύπτει πως «σήμερα εκπληρώθηκε η προφητεία αυτή» (Λουκ. 4,21). Στον Ιωάννη τον Βαπτιστή απαντά καταφατικά ότι είναι ο Μεσσίας (Ματθ. 11,2-6) και στην σαμαρείτισσα που του μίλησε για την έλευση του «λεγόμενου Χριστού», του Μεσσία των παλαιοδιαθηκικών ελπίδων του Ισραήλ, την πραγματοποίηση της ημέρας του Yahweh, απαντά χωρίς περιστροφές «ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ» (Ιω. 4,25-26) (βλ. και Ιακώβου Πηλιλή, επισκόπου Κατάνης, «Ο Ιησούς Χριστός», Αθ. 1998). Το «Εγώ Είμαι», που επαναλαμβάνει ο Χριστός στους συνομιλούντες μαζί Του, με τον οποίο αυτοχαρακτηρισμό παραπέμπει τους ακροατές Του στο «Εγώ Ειμί ο Ων» (Γιαχβέ), όπως αυτοφανερώνεται ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη –και που σημαίνει στην ουσία «Είμαι και θα Είμαι αυτός που Είμαι (ο αναλλοίωτος)- είναι το κατεξοχήν όνομα του Θεού Γιαχβέ. Λέγει ο Ιησούς: «Εάν δεν πιστέψετε ότι Εγώ Είμαι (ο Γιαχβέ) θα πεθάνετε μέσα στις αμαρτίες σας…. Όταν υψώσετε τον Υιόν του Ανθρώπου, τότε θα γνωρίσετε ότι Εγώ Είμαι (ο Γιαχβέ)» (Ιω. 8,21-29). Και πάλι «Από τώρα σας τα λέω, πριν να γίνουν, ώστε όταν γίνουν να πιστέψετε ότι Εγώ Είμαι» (Ιω. 13,12-19). Παραπέμπει ο Κύριος τους ακροατές Του στον προφήτη Ιεζεκιήλ, για να μπορέσουν να καταλάβουν ότι ο ομιλών μαζί τους είναι ο Θεός Γιαχβέ. Γι’ αυτό και χρησιμοποιεί με απόλυτο τρόπο το ρήμα «Είμαι». Στον προφήτη Ιεζεκιήλ πράγματι ο Θεός λέγει: «Τότε θα γνωρίσετε ότι Εγώ Ειμί» (Εγώ είμαι ο Γιαχβέ) (35,9). Και πάλι για τον εαυτό Του ο Χριστός ισχυρίζεται: «Εγώ το Α και το Ω, ο πρώτος και ο έσχατος, αρχή και τέλος» (Αποκ. 22,12-13). Είναι ηλίου φαεινότερον ότι οι εκφράσεις αυτές σημαίνουν πως ο Υιός του Θεού είναι αϊδιος και αιώνιος, ότι δεν έχει αρχή, ούτε τέλος, όπως ο Θεός Πατέρας αναφέρει στην Παλαιά Διαθήκη για τον εαυτό Του (βλ. και π. Αντωνίου Αλεβιζόπουλου: «Η Ορθοδοξία μας», Αθήνα 1994).

      Διαγραφή
    10. Η ΑΥΘΕΝΤΙΑ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ

      Η αυθεντία του Ιησού, πάνω στους συγχρόνους του και σε όλες τις γενεές, εκφράστηκε πράγματι: α) με την ανυπέρβλητη διδασκαλία Του, με την οποία εξέπληττε τους πάντες, διότι εδίδασκε «ως εξουσίαν έχων» (Μάρκ. 1,22) και β) με την θαυματουργική Του δράση που εθάμβωνε τα πλήθη, ώστε να θαυμάζουν όλοι και να μένουν εκστατικοί από την δύναμή Του (Ματθ. 9,8 & Μάρκ. 1,27). Διότι το αισθητήριο του λαού δεν λάθευε όταν ένοιωθε πως πρόκειται για υπερφυσική ενέργεια Θεού και προέρχεται από τον Χριστό ως από πηγή. Αν προσθέσουμε μάλιστα ότι διενεργούντο όλα αυτά μέσα από μια τελείως αγία ζωή γεμάτη απλότητα, φιλανθρωπία, ταπείνωση και έλλειψη επίδειξης και ότι με τη θαυματουργική Του δύναμη «δαιμόνια εκβάλλονταν, ασθενείς θεραπεύονταν, λεπροί καθαρίζονταν, νεκροί εγείρονταν» (Ματθ. 10,8), ή ότι κατευνάστηκε τρικυμία, τεράστιο πλήθος ψαριών συνελήφθη στα δίχτυα απελπισμένων ψαράδων, το νερό στην Κανά ξαφνικά μετατράπηκε σε εξαίρετο κρασί, με λίγα ψάρια τράφηκαν χιλιάδες άνθρωποι, το αυτί του Μάλχου κολλήθηκε και μια συκιά ξεράθηκε μέσα σε μια στιγμή, με μία Του προσταγή, είναι φανερό ότι επρόκειτο για Θεό ενσαρκωμένο, που ήρθε να επισκεφθεί και σώσει τα παιδιά Του (βλ. και Ιακώβου Πηλιλή, επισκόπου Κατάνης, «Ο Ιησούς Χριστός», Αθ. 1998).

      Διαγραφή
    11. Ο ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ, ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΣ

      Όταν ο Ιησούς ρώτησε τους μαθητές του «Ποιος λένε οι άνθρωποι ότι είμαι;», εκείνοι απάντησαν ότι τον θεωρούν ότι είναι είτε ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, είτε ο προφήτης Ηλίας, είτε ο προφήτης Ιερεμίας είτε κάποιος άλλος μεγάλος προφήτης. Ο Ιησούς τότε τους ρώτησε: «Εσείς, ποιος λέτε ότι είμαι;» Αμέσως ο απόστολος Πέτρος απάντησε: «Εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζωντανού» (Ματθ. 16,15-16). Ο Χριστός επαίνεσε την αποκάλυψη που δέχθηκε εκείνη την ώρα ο Πέτρος και του είπε μάλιστα ότι πάνω στη δυνατή αυτή πίστη (τον βράχο της πίστεως) θα οικοδομήσει την Εκκλησία Του, ώστε οι πύλες του άδη να μην μπορούν να την σαλεύσουν. Έκτοτε, και μετά ιδίως την ανάστασή Του, οι απόστολοι βασισμένοι σ’ αυτήν την πίστη σχημάτισαν την πρώτη Εκκλησία Του, με τα φλογερά κηρύγματά τους, την αγιοπνευματική θαυματουργία τους, τα φοβερά μαρτύρια που υπέστησαν και τέλος το θάνατό τους στο όνομα Εκείνου, τον οποίον, μετά την ανάστασή Του, είδαν επανειλημμένως μπροστά τους, ενώ παράλληλα τους ενίσχυσε, τους δίδαξε, τους καθοδήγησε, τους ερμήνευσε τις Γραφές, μέχρις ότου αναληφθεί. Άλλωστε ένας πατέρας γνωρίζεται καλύτερα από τα παιδιά του και όχι από τους εκτός οικογενείας. Τα (πνευματικά) παιδιά του Χριστού ήσαν οι άγιοι απόστολοι, που κατέγραψαν ότι ήταν Θεός επί γης. Ακόμη, ο νομοδιδάσκαλος Γαμαλιήλ, κατά τη διάρκεια της δίκης των αποστόλων Πέτρου και Ιωάννου, αν και δεν ήταν χριστιανός, σοφά αποκάλυψε: «Ό,τι είναι εκ Θεού δεν χάνεται» (Πράξ. 5,38-39). Το γεγονός επαληθεύτηκε μέχρι σήμερα με την εξάπλωση της χριστιανικής διδασκαλίας στα πέρατα του κόσμου (βλ. και «Θρησκείες: Πλάνη;», αρχιμ. Β. Μπακογιάννη, βιβλιοπ. Νεκτ. Παναγόπουλος, Αθ. 1995).

      Διαγραφή
    12. ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΙΩΝ ΚΑΙ

      Η ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΗ ΤΟΥ ΕΝΤΙΜΟΥ ΕΡΕΥΝΗΤΗ

      Ο Χριστός πάνω στο Σταυρό, στο έσχατο όριο ταπεινώσεως, βασανισμού, πόνου και ψυχοσωματικής αδυναμίας, διαβεβαιώνει τον εκ δεξιών Του μετανοημένο κακούργο: «Σήμερα θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο». Και αυτή η διαπίστωση γίνεται αφού ο ληστής ζήτησε από τον Χριστό να μην τον ξεχάσει «όταν θα έλθει στην Βασιλεία Του». Επομένως μπροστά στο μυστήριο του Χριστού, ή θα πρέπει να δεχθεί κανείς μια ή περισσότερες από τις ακόλουθες παράλογες υποθέσεις: (α) ότι ήταν τρελός, (β) ότι υπήρξε συμφεροντολόγος αρχηγός θρησκευτικών ομάδων, (γ) ότι δεν υπήρξε ποτέ, ή αλλιώς θα πρέπει να παραδεχθεί με εντιμότητα στην έρευνά του ότι ο Ιησούς ΗΤΑΝ ΠΡΑΓΜΑΤΙ Ο ΘΕΟΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ.

      (α) Και βέβαια τρελός δεν ήταν, διότι το ήθος, η διδασκαλία του, τα θαύματά του, το ασύγκριτο πνεύμα του, Τον αναδεικνύουν ως την τελειότερη και πλέον συγκροτημένη μορφή της παγκόσμιας σκηνής για όλες της εποχές, (β) Ιδιοτελής θρησκευτικός καθοδηγητής δεν υπήρξε, διότι όχι μόνο δεν απέβλεψε ποτέ στην πολιτική δύναμη και εξουσία, όχι μόνο όλη Του η ζωή ήταν ζωή δίωξης, δυσμένειας και μίσους εκ μέρους του κατεστημένου, αλλά και στην απόλυτη εξαθλίωση του σταυρικού του πάθους και λίγο πριν εκπνεύσει συγχωρεί όλους τους εχθρούς του από το ύψος του σταυρού Του, (γ) Το πλήθος των μαρτυριών για την υπερφυσική επί γης παρουσία του, για την αγιότητα και δόξα του και την θαυματουργό και ανυπέρβλητη δράση του ή την θυσία Του, στα χρόνια του Καίσαρα Αυγούστου, Ηρώδη βασιλέα, Ηρώδη Αντύπα, αυτοκράτορα Τιβέριου και Πόντιου Πιλάτου, δεν αφήνει αμφιβολίες όχι μόνο ότι ήταν πράγματι μεγαλειώδης ιστορική προσωπικότητα, αλλά και ο Μεσσίας και ΣΑΡΚΩΘΕΙΣ ΘΕΟΣ (Μαρτυρίες για την ιστορική Του ύπαρξη, εκτός από εκείνες των Ευαγγελίων που θεωρούνται βάσιμη ιστορική πηγή, υπάρχουν και των: Θαλλού, Σαραπίωνα, Ιώσηπου, Τάκιτου, Σουετώνιου, του Πλίνιου του νεώτερου, Λουκιανού, του Ταλμούδ, των διαφόρων γνωστικών αιρέσεων, αλλά και αρνητών συγγραφέων).

      Κάτι πολύ σημαντικό ακόμη: Ποτέ ο Χριστός δεν υποσχέθηκε εύκολη ζωή στους φίλους και μαθητές Του, αλλά βασανισμούς, στερήσεις, εξαθλίωση, μίσος, μαρτύριο από τους εχθρούς τους. Τους είχε ενημερώσει ότι οι ακόλουθοί Του θα υποστούν σταυρούς και θυσίες, όπως Εκείνος. Και παρ’ όλα αυτά τον ακολούθησαν εκατομμύρια άνθρωποι μέχρι σήμερα. Πώς εξηγείται αυτό αν, σύμφωνα με τα λόγια Του, δεν του «δόθηκε πάσα εξουσία εν Ουρανώ και επί γης»; ( Ματθ. 28,18 / Ιω. 17,2). Πώς εξηγείται, οι Ισραηλίτες και οι συμπατριώτες του, που επί ποινή θανάτου βδελύσσονταν κάθε προσπάθεια ανακηρύξεως ανθρώπων σε θεούς από την Ρωμαϊκή εξουσία, και λόγω φυσικά του αυστηρού τους μονοθεϊσμού, να προσηλυτίζονται κατά χιλιάδες στην χριστιανική πίστη μετά την Πεντηκοστή, το κήρυγμα του Πέτρου και των άλλων αποστόλων Του, και να θεωρούν έναν φαινομενικά απλό άνθρωπο ως Υιό του Θεού; Θα συνέβαιναν όλα αυτά αν ο Ιησούς Χριστός δεν ήταν Θεάνθρωπος με την κυριολεκτική σημασία του όρου;

      Διαγραφή
    13. ΤΟ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ

      Αποτελεί αδιαμφισβήτητη λοιπόν αλήθεια ότι ο Χριστός δεν ήταν ένας ηθικολόγος, δεν ήταν ένας φιλόσοφος. Δεν ήταν ένας κοινωνικός επαναστάτης ή ιδεολόγος, ή απλά ένας μεγάλος δάσκαλος. Ήταν και είναι ο Υιός του Θεού, το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος. Τέλειος Θεός και τέλειος άνθρωπος, Θεάνθρωπος. Στο θείο Του πρόσωπο, στο πρόσωπο δηλαδή του Λόγου του Θεού, ενώθηκε αρμονικά, ασύγχυτα, αδιαίρετα και αχώριστα η θεία και η ανθρώπινη φύση Του. Μόνο έτσι θα μπορούσε να σωθεί και θεωθεί η ανθρώπινη φύση. Ενωμένη δηλαδή μαζί Του, αφού με την ανάληψη εξάλλου του Χριστού, η ανθρώπινη φύση βρίσκεται στα δεξιά του Θεού. Απομένει όμως με την άσκηση, την μετάνοια, την ταπείνωση και την αγάπη, τη δική μας δηλαδή συν-ενέργεια, να ενωθούμε και κατά χάριν ως πρόσωπα μαζί Του, για να μπορέσουμε έτσι να ολοκληρωθούμε, να τελειοποιηθούμε και να αγιαστούμε μέσα στη δική Του παρουσία.
      https://www.impantokratoros.gr/6C291CF9.el.aspx

      Διαγραφή
    14. Δεν ζητάω απ’ το Θεό ούτε τη δύναμη να κάνω το καλό· γιατί να του ζητήσω κάτι που μου το έχει δώσει κιόλας… Μήπως δε μου έδωσε τη συνείδηση για ν’ αγαπώ το αγαθό, το λογικό για να το γνωρίζω, τη λευτεριά για να το διαλέγω; Ζητώντας του να αλλάξει τη βούλησή μου, είναι σα να του ζητώ αυτό που μου ζητάει κι Εκείνος, είναι σα να του ζητάω να κάνει Εκείνος τη δουλειά μου για να πληρωθώ εγώ.

      ΖΑΝ – ΖΑΚ ΡΟΥΣΩ

      Διαγραφή
  11. ΕΓΩ ΒΛΈΠΩ ΠΟΛΛΑ ΠΡΟΒΑΤΑ ΕΔΩ ΜΈΣΑ ΝΑ ΔΩΞΑΖΟΥΝ ΕΝΑ ΕΝΑΝ ΑΠΟ ΕΝΑ ΠΑΡΑΜΎΘΙ ΚΑΜΙΑ ΣΩΤΗΡΊΑ ΔΥΣΤΥΧΏΣ ΓΙΑ ΑΥΤΟΥΣ ΠΙΣΤΕΥΕ ΚΑΙ ΜΗΝ ΈΡΕΥΝΑ ΓΙΑΤΙ ΑΝ ΨΆΧΝΕΙΣ ΘΑ ΞΥΠΝΉΣΗΣ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. ΕΥΤΥΧΩΣ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΑ ΨΑΓΜΕΝΑ ΓΙΔΙΑ ΤΟΥ ΔΙΑ ΚΑΙ ΘΑ ΣΩΣΟΥΝ ΤΑ ΠΡΟΒΑΤΑ https://www.youtube.com/watch?v=IIGeCclIWRE

      Διαγραφή
    2. Αηδια καταντησες σχιζοφρενη χριστιανοταλιμπαν οσα ποστ και να βαλεις το ποταμι δεν γυριζει πισω!!Μετρα δεκα ,εννεα δεν σε ακουωωω.

      Διαγραφή