Greece and the Power of Negative Thinking
© New York Times
Η κοιτίδα του ευρωπαϊκού πολιτισμού, η Ελλάδα, είναι πια το επίκεντρο της ευρωπαϊκής οικονομικής κρίσης. Ανάμεσα στους διαμορφωτές της κοινής γνώμης και τις αγορές είχε φτάσει να διαμορφωθεί μια συναίνεση (που τώρα σιγά-σιγά σβήνει) στο ότι η Ελλάδα κατά πάσα πιθανότητα θα καταρρεύσει, συμπαρασύροντας στην πτώση της ολόκληρη την ευρωζώνη.
Το δημόσιο χρέος της χώρας, που μέχρι πριν λίγους μήνες αποτιμάτο στο επιτόκιο δανεισμού λίγες μόνο μονάδες βάσης ακριβότερα από εκείνο της Γερμανίας, έφτασε να θεωρείται στην αγορά συναλλαγών ομολόγων διακινδύνευσης (CDS) ως πιο απειλητικό από εκείνο του… Πακιστάν.
Η μίμηση είναι πάντοτε σημαντική κι είναι γνωστό πως οι συμμετέχοντες στις αγορές έχουν την τάση να λειτουργούν αγεληδόν. Φτάνει όμως αυτό για να εξηγήσουμε την πεσιμιστική συναίνεση που διαμορφώθηκε για το μέλλον της Ελλάδας; Οι νευροεπιστήμες μας λένε πολλά για το τι μπορεί να παραπλανά την αντιληπτική μας ικανότητα, και αυτά τα διδάγματά τους μας είναι πολύτιμα για να κατανοήσουμε καλύτερα την «ελληνική κρίση».
Τα ακραία συμπεράσματα αποδίδουν
Κατ’ αρχήν, ο «αναλυτικός εξτρεμισμός» αποδίδει. Το κομμάτι του νευρικού συστήματος που επιδιώκει το άμεσο κέρδος, δραστηριοποιείται πολύ πριν από εκείνο που αναλαμβάνει την ανάλυση των διακινδυνεύσεων και των πιθανών απωλειών. Οι περισσότεροι πανεπιστημιακοί και διαμορφωτές της κοινής γνώμης γνωρίζουν πως η προεξόφληση ακραίων συμπερασμάτων είναι πολύ πιο αποδοτική από την απλή τεκμηρίωση των γεγονότων: ένας επιφυλλιδογράφος που προβλέπει μια φρικτή εξέλιξη, βρίσκεται σε πολύ καλύτερη θέση από εκείνον που ασχολείται με δεδομένα και οδηγείται σε πολύπλοκα και αβέβαια συμπεράσματα.
Οπότε μια παράδοξη πρόβλεψη, του τύπου πως «η ευρωζώνη θα καταρρεύσει» (όσο κι αν είναι αβάσιμη ή στηριγμένη σε ελλιπή δεδομένα), πιθανότατα θα αμειφθεί περισσότερο, εκδοτικά και από άποψη αναγνώρισης από τους ειδήμονες -κι όταν τελικά αποδειχθεί αβάσιμη, κανείς δε θα το προσέξει.
Η επιστημονική εξειδίκευση οδηγεί στην υπεραπλουστευμένη σκέψη
Ένα άλλο πρόβλημα είναι το στένεμα των πνευματικών επιλογών των ειδημόνων. Η αυξανόμενη εξειδίκευση στην επιστημονική κατάρτιση επιδρά δυσανάλογα στους επενδυτές, που έχουν την τάση να αναλύουν την πραγματικότητα χρησιμοποιώντας μόνο τα εργαλεία της ειδικότητάς τους, αγνοώντας τις υπόλοιπες. Αυτό οδηγεί σε έναν αποσπασματικό τρόπο σκέψης και συχνά σε αποτυχία να συνδυασθούν όλα τα δεδομένα.
Έτσι π.χ. πριν τις 2 Μαΐου, όταν οι ελληνικές αρχές επιτέλους συνυπέγραψαν μια συμφωνία στήριξης με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και το «διεθνές νομισματικό ταμείο» (ΔΝΤ), οι αγορές ήταν πεπεισμένες πως η χρεοκοπία της Ελλάδας επέκειτο και ήταν αναπόφευκτη, μην κατανοώντας πως οι πολιτικές αναγκαιότητες θα υπερίσχυαν των οικονομικών πραγματικοτήτων. Για να το πούμε απλούστερα, δεν κατάφεραν να συνδυάσουν την πολιτική με την οικονομία.
Ο νους αρέσκεται να σκέφτεται διλημματικά
Αν και η βιολογική λειτουργία των εγκεφάλων μας δεν είναι διχοτομική, η διλημματική σκέψη είναι ο αγαπημένος τρόπος λειτουργίας του νου, αφού είναι πολύ ευκολότερο να κατατάσσονται τα γεγονότα σε κατηγορίες του τύπου αποτυχία/επιτυχία, συνεργασία/ανταγωνισμός, λογικό/παράλογο κ.ο.κ.
Αυτός είναι ο λόγος που οι επιφυλακτικές προσεγγίσεις του τύπου «εξαρτάται από το αν…» ποτέ δε θα είναι εξίσου πειστικές όσο οι ξεκάθαρες και απόλυτες γνώμες. Προτιμάμε τις «ασπρόμαυρες» αναλύσεις της σύνθετης πραγματικότητας από εκείνες που την απεικονίζουν με αποχρώσεις του γκρι -κι άρα παραμένουμε «κολλημένοι» σε ακραία συμπεράσματα. Αλλά έτσι μένει πολύ λίγος χώρος στηνανάλυση των δυσχερειών και των «κλειδιών» της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας ή των αναπόφευκτων πλεονεκτημάτων και μειονεκτημάτων της.
Οι απόψεις μας συνήθως προκύπτουν από τη διαίσθηση και τις προκαταλήψεις μας
Υπάρχει κι άλλο ένα ζήτημα: στην πραγματικότητα τείνουμε να σχηματίζουμε τις απόψεις μας βασισμένοι στη διαίσθηση και τις προκαταλήψεις μας, και μετά αναζητούμε στοιχεία που θα τις ισχυροποιούν. Όταν η γνώμη μας γίνεται αποδεκτή, το νευρικό μας σύστημα την ανταμείβει, ισχυροποιώντας και σταθεροποιώντας τη. Εξ ου και αναζητούμε περαιτέρω δεδομένα που θα ισχυροποιήσουν κι άλλο τις απόψεις μας, αγνοώντας τις πληροφορίες που τις διαψεύδουν.
Στην περίπτωση της Ελλάδας, αυτό είναι ιδιαίτερα έκδηλο στον τρόπο που παρουσιάζονται οι διαδηλώσεις και οι κοινωνικές διαμαρτυρίες για τα μέτρα λιτότητας, που εμφανίζονται ως κατακλυσμιαία γεγονότα, που επιτείνουν την κατάρρευση της χώρας. Η αλήθεια βρίσκεται στους αντίποδες αυτής της εκτίμησης: προς το παρόν οι διαδηλώσεις είναι αναιμικές, συγκεντρώνοντας το πολύ 50,000 άτομα σε ένα πληθυσμό 11 εκατομμυρίων. Αυτό φυσικά μπορεί να αλλάξει στο μέλλον, αλλά πάντως προς το παρόν οι «ευρωσκεπτικιστές» αρκέστηκαν να αγνοήσουν απλά τα δεδομένα που διέψευδαν τις προβλέψεις τους.
Είναι άρα σαφές πως ο τρόπος που διυλίζουμε τις πληροφορίες πριν λάβουμε κάποια οικονομική απόφαση επέτεινε τα αρνητικά συναισθήματα των αγορών. Αλλά καθώς στις χρηματαγορές οι αποδόσεις συχνά προκύπτουν από την επένδυση στην αντίθεση στην κυρίαρχη άποψη, από το στοίχημα δηλαδή υπέρ του αγνοημένου και του απίθανου, επιτρέψετε μας να προτείνουμε μια αντίθετη γνώμη.
Τα πρόσφατα γεγονότα στις χρηματαγορές, αν μη τι άλλο συγκέντρωσαν την προσοχή των πολιτικών.Οι πολιτικές λιτότητας θα πάψουν να παραπέμπονται στις καλένδες και οι επώδυνες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις επιτέλους θα εφαρμοστούν. Η απαιτούμενη διορθωτική πορεία θα είναι μακρά και ταραχώδης· στην πορεία, μπορεί να δούμε ορισμένες αναδιαρθρώσεις δημοσίων χρεών. Αλλά, αν και πολλά στοιχεία της εξίσωσης παραμένουν άγνωστα, τίποτα προς το παρόν δεν τεκμηριώνει την ιδέα που η κατάρρευση της Ευρώπης είναι αναπόφευκτη ή πως ο ευρωπαϊκός νότος είναι μη-μεταρρυθμίσιμος. Είναι εξίσου πιθανό η Ευρώπη να εξέρθει πολύ ισχυρότερη από την ελληνική δίνη και τις επιπτώσεις της.
Ο Thierry Malleret είναι επικεφαλής έρευνας του επενδυτικού ομίλου της Γενεύης «IJ Partners». Ο Olivier Oullier είναι καθηγητής νευροφυσιολογίας και σύμβουλος στο κέντρο στρατηγικών αναλύσεων του Γάλλου πρωθυπουργού Mετάφραση – απόδοση ppol.gr
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου